-->
18.04.2024

Επίδομα θέρμανσης: Κερδισμένοι και… περισσότεροι χαμένοι

Διπλές αυξήσεις απειλούν τους καταναλωτές πετρελαίου θέρμανσης από τις 15 Οκτωβρίου που αρχίζει η διάθεση του καυσίμου στην αγορά, αφενός μέσω των φόρων, αφετέρου μέσω των διεθνών τιμών που φαίνεται να παγιώνονται στα υψηλά επίπεδα των τελευταίων μηνών.
Αν δεν υπάρξει κάποια σοβαρή ανατροπή στη διακύμανση των διεθνών τιμών, κάτι που δεν αποκλείουν οι αναλυτές, τότε το πετρέλαιο θέρμανσης θα βγει στην αγορά σε τιμή 90-91 λεπτών το λίτρο έναντι 84-85 λεπτών πέρυσι (αύξηση 7%). Τα επιπλέον αυτά έξι – επτά λεπτά είναι αποκλειστική συνέπεια της αύξησης του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) και του ΦΠΑ 24% που επιβάλλεται σε αυτόν, και όχι των διεθνών τιμών που προς το παρόν κινούνται στα περυσινά επίπεδα.
Ωστόσο, στον απόηχο της συμφωνίας που πέτυχαν την περασμένη εβδομάδα οι χώρες – μέλη του ΟΠΕΚ για πάγωμα της ημερήσιας παραγωγής από τον Νοέμβριο, οι τιμές του αργού κινούνται ανοδικά, έχοντας αυξηθεί από τα 46 στα 50 δολάρια (μπρεντ), τάση που εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί και το επόμενο διάστημα. Την ίδια στιγμή, η ανησυχία για την υγεία της Deutsche Bank ταρακουνά το ευρώ έναντι του δολαρίου, που σημαίνει πως αν αυτό συνεχιστεί, το κοινό νόμισμα δεν θα είναι σε θέση να εξουδετερώσει μέρος από τις αυξήσεις του αργού.

Την ίδια στιγμή, σε αμφισβήτηση θέτουν φορείς της αγοράς αλλά και το ΙΟΒΕ τους στόχους του προϋπολογισμού για τα έσοδα από καύσιμα της επόμενης χρονιάς, έτσι όπως περιγράφονται στο προσχέδιο που κατατίθεται σήμερα στη Βουλή. Σε έρευνα του ΙΟΒΕ για τις επιπτώσεις στα έσοδα του κράτους από την αύξηση των φόρων στα καύσιμα που έγινε για λογαριασμό του Συνδέσμου Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών και θα παρουσιαστεί την επόμενη Δευτέρα 10 Οκτωβρίου, σημειώνεται ότι η νέα φοροεπιδρομή (πετρέλαιο θέρμανσης, βενζίνες, ντίζελ κίνησης, υγραέριο) θα φέρει τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.

Στα διαφορετικά σενάρια κατανάλωσης με κοινή παράμετρο το πιεσμένο εισόδημα που έχει επεξεργαστεί το ΙΟΒΕ, προκύπτουν μικρές ή μεγαλύτερες τρύπες για τα προσδοκώμενα κρατικά έσοδα. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν δεν επιβεβαιωθούν τα σενάρια ανόδου του αργού, αρκούν και μόνο οι αυξήσεις των φόρων στα καύσιμα για να επηρεαστεί η οικονομία, δίχως καν το οικονομικό επιτελείο να είναι σίγουρο ότι θα αποδώσουν στο μέτωπο των φορολογικών εσόδων.

Το ερώτημα δεν αφορά μόνο το πετρέλαιο θέρμανσης αλλά και τα καύσιμα κίνησης. Από την 1η Ιανουαρίου 2017, η βενζίνη και το ντίζελ κίνησης θα πωλούνται αντίστοιχα κατά δέκα και πέντε περίπου λεπτά ακριβότερα (9% και 4%) λόγω της αύξησης από το νέο έτος των ειδικών φόρων κατανάλωσης στους δύο αυτούς τύπους καυσίμου.

Με άλλα λόγια, έπειτα από δύο χρόνια πτωτικών τιμών, και ενώ μέχρι σήμερα τα καύσιμα επενεργούσαν θετικά στο ΑΕΠ της χώρας, δίνοντας ανάσες σε κατανάλωση και παραγωγή, τώρα φαίνεται ότι αρχίζουμε να μπαίνουμε σε μια αυξητική περίοδο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ανάπτυξη.


Διαβάστε επίσης