Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση που διενήργησε η εταιρεία Marc και την οποία δημοσιεύει σήμερα το ΘΕΜΑ η Ν.Δ διατηρεί την πολιτική της υπεροχή και εξαιτίας της ανυπαρξίας ουσιαστικά αξιωματικής αντιπολίτευσης, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει διαρκώς έδαφος απογοητεύοντας τους πολίτες.
Όπως αναφέρει, στην ανάλυση των ευρημάτων ο δημοσιογράφος Γιάννης Μακρυγιάννης, ενδεικτικό της απήχησης που έχουν οι κυβερνητικές επιλογές είναι το γεγονός ότι στις περισσότερες περιπτώσεις επικροτούνται και από ένα μεγάλο μέρος της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ. Η θετική αντιμετώπιση της κυβέρνησης από τους ψηφοφόρους της Κεντροαριστεράς παραμένει υψηλή έτσι κι αλλιώς.
Ουσιαστικά για πρώτη φορά τόσο πειστικά αμφισβητείται ο πυρήνας του 25%-30 που φαινόταν να διατηρεί στα ποιοτικά χαρακτηριστικά η αξιωματική αντιπολίτευση.
Όλο και λιγότεροι πιστεύουν σε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ
Ποσοτικά στην πρόθεση ψήφου δηλαδή είχε υποχωρήσει κάτω από αυτό το όριο ήδη από τον περασμένο Φεβρουάριο. Δεν μπορούν μάλλον να εξαχθούν ακόμη σοβαρά συμπεράσματα αλλά ίσως έχει το ενδιαφέρον του το γεγονός ότι ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έπεσε ακόμη μία μονάδα στην πρόθεση ψήφου το ΚΙΝΛΛ είχε αντίστοιχο κέρδος σε αυτή τη δημοσκόπηση αν και εξακολουθεί να παραμένει χαμηλότερα και από το δικό του εκλογικό ποσοστό του περσινού Ιουλίου.
Ο προβληματισμός για την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προκύπτει και από ένα ακόμη εύρημα αυτής της έρευνας. Όλο και λιγότεροι τώρα μόλις το 11% πιστεύουν ότι με δική του κυβέρνηση τα πράγματα θα ήταν καλύτερα. Γεννάται δηλαδή εύλογα η απορία αν κάνουν ορθώς στην Κουμουνδούρου που επικαλούνται διαρκώς την κυβερνητική τους πενταετία καθώς ελάχιστοι έχουν κρατήσει εκείνη την περίοδο ως θετική.
Θετικά η αντιμετώπιση της ελληνοτουρκικής κρίσης
Η κυβέρνηση καταφέρνει να περάσει με θετικό τρόπο και το πρόβλημα που αναζωπυρώθηκε τελευταία, αυτό της ελληνοτουρκικής κρίσης. Αφενός γιατί οι χειρισμοί της έχουν την έγκριση της πλειοψηφίας της κοινής γνώμης, σχεδόν 60% και αφετέρου γιατί ένα αντίστοιχο πλειοψηφικό ποσοστό επιθυμεί τον διάλογο ως τρόπο επίλυσης των ελληνοτουρκικών διαφορών, απορρίπτοντας τις φωνές για πιο σκληρή στάση.
Υπό αυτή την έννοια προφανώς επικροτείται η επιμονή στον διπλωματικό δρόμο και η ήπια ελληνική αντίδραση στο πεδίο ή και ειδικότερα στην περίπτωση του Oruc Reis.
Ενα από τα ενδιαφέροντα νέα στοιχεία της έρευνας είναι η διαφωνία που έχει ένα μάλλον υψηλό ποσοστό του κόσμου για τη χρήση της μάσκας στα σχολεία αλλά και η άρνηση ή η επιφύλαξη της πλειοψηφίας για το εμβόλιο κατά του κορωνοϊού. Πάντως παρότι τον Αύγουστο και τις πρώτες ημέρες του Σεπτεμβρίου η πανδημία δείχνει να ξεφεύγει από τον έλεγχο η φθορά της κυβέρνησης είναι μικρή από 81,8% τον Ιούλιο στο 73,1% τώρα
Η πρόθεση ψήφου
Η δημοσκόπηση τns Marc επιβεβαιώνει την ανθεκτικότητα της πολιτικής επιρροής τns Ν.Δ στα επίπεδα του 40%. Γύρω από αυτό το ποσοστό κινείται σταθερά από τιs εκλογές του Ιουλίου του 2019 με μικρές αυξομειώσεις.
Με το 40,1 που καταγράφει τώρα διατηρεί μία από τιs μεγαλύτερες διαφορές από τον ΣΥΡΙΖΑ το τελευταίο 14μηνο. Και αυτό γιατί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης πέφτει για πρώτη φορά κάτω από το ψυχολογικό όριο του 20% στο 19,85% με τη μεταξύ τous διαφορά στις 20,3 μονάδες. Από τον Δεκέμβριο του 2019 όταν ήταν στο 25,5% ο ΣΥΡΙΖΑ καταγράφει διαρκώς μείωση των δυνάμεών του.
Το ΚΙΝΑΛ είναι όλο και πιο καθαρά τρίτο κόμμα στις έρευνε5 της Marc καθώς αυξάνει τη διαφορά του από το ΚΚΕ. Πλέον είναι στο 6,4% από το 5,7% τον Ιούλιο. Το ΚΚΕ είναι στο 5,1% από 5%, η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου πιέζεται στο 3% από 3,4% μάλλον αδύναμη να κάνει ζημιά από τα δεξιά στη Ν.Δ, ενώ το ΜέΡΑ25 του Βαρουφάκη περιορίζεται στο 1,5% από το 1,9% που κατέγραψε τον Ιούλιο.
Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ
Δεκατέσσερις μήνες μετά τις εκλογές η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν δείχνει το παραμικρό σημάδι ανάκαμψης από τη μεγάλη εκλογική ήττα αλλά μοιάζει ολοένα πιο προβληματική. Ουσιαστικά αντί να φθείρεται η κυβέρνηση υπάρχει το φαινόμενο να φθείρεται η αξιωματική αντιπολίτευση. Και μάλιστα σε μια περίοδο όπου οι δοκιμασίες για τη χώρα είναι τεράστιες και οι προκλήσεις για την κυβέρνηση ιδιαίτερα δύσκολες. Το ποσοστό στην πρόθεση ψήφου μόλις στο 19,8% είναι προφανώς η κορυφή του παγόβουνου. Μόλις το 20%των πολιτών επικροτεί την αντιπολιτευτική τακτική του ΣΥΡΙΖΑ με το 77,1% να την αξιολογεί αρνητικά.
Το πρόβλημα βρίσκεται στην ίδια τη βάση του κόμματος, καθώς μόνο το 45,9% των ψηφοφόρων του δηλώνει ικανοποιημένο ενώ το 51,1% είναι απογοητευμένο. Ο Αλέξης Τσίπρας μετά βίας διατηρεί θετικές ή μάλλον θετικές γνώμες σε ποσοστό 31,1%. Ωστόσο το 26,1% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ έχει αρνητική άποψη για εκείνον κάτι που δείχνει και την αμφισβήτηση που υπάρχει για τις επιλογές του προέδρου του κόμματος. Και μόνο το γεγονός ότι μόλις 11% των ερωτηθέντων λέει ότι τα πράγματα θα ήταν καλύτερα με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δείχνει την αδυναμία του κόμματος να εμφανιστεί ως αξιόπιστη εναλλακτική λύση.
Το ποσοστό αυτό τον Οκτώβριο του 2019 ήταν υπερδιπλάσιο στο 23% όπερ σημαίνει ότι η όποια θετική αίσθηση για την πενταετία της Αριστεράς εξανεμίζεται σιγά-σιγά. Η πολιτική του Μητσοτάκη διεισδύει μάλιστα και στην εκλογική βάση του ΣΥΡΙΖΑ καθώς το 35,6% των ψηφοφόρων αξιολογεί θετικά την κυβέρνηση και 39% τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Λογικό και αναμενόμενο λοιπόν το εύρημα σύμφωνα με το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει έναν στους οκτώ ψηφοφόρους 12,9% πρos τη Ν.Δ.
Δείτε την ανάλυση του Θωμά Γεράκη
Διατηρώντας την παράδοση των τελευταίων ετών η Marc διεξήγαγε και πάλι στις αρχές του φθινοπώρου, περίοδο που συνέπιπτε με την έναρξη της ΔΕΘ, την καθιερωμένη πλέον δημοσκόπηση του Πρώτου θέματος.
Σίγουρα αυτή τη φορά πρόκειται για ένα διαφορετικό φθινόπωρο, για μια χρονική συγκυρία συσσώρευσης σοβαρών προβλημάτων, σε φάση κλιμάκωσης. Η αυξανόμενη τουρκική προκλητικότητα η άνοδος των κρουσμάτων του κορωνοϊού με τις συνεπακόλουθες οικονομικές συνέπειες καθώς και οι τελευταίες εξελίξεις στο Μεταναστευτικό καθορίζουν το νέο περιβάλλον.
Η ανησυχία, η ανασφάλεια και η κόπωση των πολιτών είναι διάχυτες. Αδιαμφισβήτητη ωστόσο είναι και η κυριαρχία του ορθού λόγου και της λογικής απέναντι σε κάθε ακρότητα και λαϊκίστικο ανορθολογισμό.
Συχνά ακούμε ότι σε περιόδους σοβαρών κρίσεων οι κοινωνίες συντάσσονται με ης πολιτικές τους ηγεσίες. Η πολιτική εμπειρία μάς δείχνει ότι αυτό συμβαίνει μόνο στις περιπτώσεις εκείνες που οι πολιτικές ηγεσίες θεωρούνται ικανές να αντιμετωπίσουν με επάρκεια τις κρίσεις και να χειριστούν καλύτερα από τους πολιτικούς τους αντιπάλους τα όποια σοβαρά προβλήματα.
Στην παρούσα φάση και 14 μήνες μετά τις εκλογές η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει να καταγράφει υψηλά ποσοστά θετικής αξιολόγησης με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να εξακολουθεί να απολαμβάνει τον τίτλο του δημοφιλέστερου πολιτικού αρχηγού και να εδραιώνεται ως ο κυρίαρχος του πολιτικού σκηνικού. Οι όποιες μικρές διαφοροποιήσεις δεν μεταβάλλουν τη μεγάλη μετεκλογική εικόνα που δείχνει ισχυρές τάσεις σταθεροποίησης. Η Ν.Δ εξακολουθεί να καταγράφει στην πρόθεση ψήφου ποσοστά υψηλότερα της εκλογικής της επίδοσης και διατηρεί τη διαφορά της από τον ΣΥΡΙΖΑ σε ποσοστά άνω των 20 ποσοστιαίων μονάδων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ παρά τις όποιες προσπάθειες δεν φαίνεται να δείχνει σημάδια βελτίωσης. Αντιθέτως η απήχησή του στην κοινωνία εμφανίζει συγκυριακά σημάδια περαιτέρω μείωσης, με χαρακτηριστικό ότι μειώθηκαν όσοι πίστευαν ότι αν ήταν στην κυβέρνηση τα πράγματα θα ήταν καλύτερα ενώ αυξήθηκαν όσοι πιστεύουν πως τα πράγματα θα ήταν χειρότερα.
Ο Αλέξης Τσίπρας συνεχίζει να είναι το μοναδικό ατού του ΣΥΡΙΖΑ με τη δημοτικότητά του να εξακολουθεί να υπερτερεί σημαντικά της σημερινής εκλογικής απήχησης αλλά και της ικανοποίησης από την αντιπολιτευτική τακτική του κόμματός του.
Το ΚΙΝΑΛ καταγράφει στην παρούσα δημοσκόπηση αύξηση της συσπείρωσης των ψηφοφόρων του και μετά από καιρό βελτίωση της εκλογικής του επίδοσης.
Το ΚΚΕ εξακολουθεί να καταγράφει σταθερή την εκλογική του επιρροή ενώ τάση μείωσης εμφανίζουν η Ελληνική Λύση και το ΜέΡΑ25.
Τέλος στον εμφύλιο που μαίνεται στους κόλπους της εθνικιστικής ακροδεξιάς φαίνεται να αποκτούν το πλεονέκτημα οι Ελληνες για την Πατρίδα.
Για να επιστρέψουμε στη μεγάλη εικόνα ο χειμώνας έρχεται και αναμένεται βαρύς σε πολλά μέτωπα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχοντας αντίπαλο τα προβλήματα αλλά και σύμμαχο το μεγαλύτερο κομμάτι των ψηφοφόρων καλείται να αποδείξει ότι μπορεί να υπερασπιστεί και τη χώρα και καθέναν από τους πολίτες της.
Και ταυτόχρονα να εξακολουθεί να πείθει ότι αυτό δεν θα μπορούσε κανείς άλλος να το κάνει καλύτερα. Δύσκολο αλλά όχι ακατόρθωτο.
Koρωνοϊός, μέτρα και μάσκα στα σχολεία
Μικρή υποχώρηση στη θετική αξιολόγηση σημειώνει η κυβέρνηση στο διπλό μέτωπο της πανδημίας ( υγειονομικό -οικονομικό) ωστόσο χαίρει ακόμα μεγάλης αποδοχής. Το 73,1% από 81,8% την κρίνει θετικά για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού έναντι 25,5% αρνητικών γνωμών.
Ποσοστό 58,6% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και 87,1% των αντίστοιχων του ΚΊΝΛΛ είναι επίσης θετικά διακείμενοι. Ανάλογη μικρή υποχώρηση έχει η κυβέρνηση και στο θέμα της αντιμετώπισης των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας, με την πλειοψηφία πάντως να είναι θετική θετικά και μάλλον θετικά την κρίνει το 50,3% από 55,1% τον Ιούλιο ενώ αρνητικά και μάλλον αρνητικά το 44,5% από 41,1% τον Ιούλιο.
Ένας στους τρεις ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ είναι θετικά διακείμενος απέναντι στα μέτρα της κυβέρνησης, όπως και έξι στους δέκα ψηφοφόρους του ΚΊΝΑΛ. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι κυβερνητικές παρεμβάσεις επικροτούνται από τους δημόσιους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους αλλά έχουν αρνητικό πρόσημο στους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους ανέργους.
Με το άνοιγμα των σχολείων πάντως υπάρχει μπέρδεμα στην κοινή γνώμη. Σε ποσοστό 56,5% οι πολίτες κρίνουν θετικά τις αποφάσεις και τους χειρισμούς της κυβέρνησης για το συγκεκριμένο θέμα αλλά ένα 36,6% διάκειται αρνητικά με τις εκλογικές βάσεις του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ να είναι οι πιο απορριπτικές.
Υπέρ της χρήσης μάσκας στα σχολεία δηλώνει το 66,1% ενώ ποσοστό 28,5% διαφωνεί ποσοστό αρκετά μεγάλο για να είναι κανείς βέβαιος ότι θα λειτουργήσουν ομαλά όλα τα σχολεία από αύριο Δευτέρα. Η πιο φανατική εκλογική βάση υπέρ της μάσκας στα σχολεία είναι εκείνη του ΚΙΝ.ΑΛ με ποσοστό 88,1%.
Στην αξιολόγηση των μέτρων που λαμβάνει η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της πανδημίας ένα ποσοστό 43% συμφωνεί ενώ το 33,9% ζητά ακόμη πιο αυστηρή αντιμετώπιση. Στον αντίποδα το 17,1% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι τα μέτρα είναι υπερβολικά αυστηρά. Στην έρευνα καταγράφεται και ένα ποσοστό 23,9% που θεωρεί ότι ο κορωνοϊός δεν είναι πιο επικίνδυνος από μια απλή γρίπη ενώ ένα ποσοστό 1,2% πιστεύει ότι ο ιός δεν υπάρχει καν!
Με το εμβόλιο όμως τα πράγματα είναι περίπλοκα και μάλλον αρνητικά προς το παρόν. Μόλις το 44,6% δηλώνει ότι θα κάνει το εμβόλιο όταν είναι έτοιμο σε μερικούς μήνες, ένα 26,9% λέει ότι δεν θα το κάνει ενώ επιφυλάξεις έχει το 28,5% των ερωτηθέντων δηλαδή υπάρχει ακόμα πολύς δρόμος για τη συγκεκριμένη διαδικασία.