Αποκαλύψεις για άγνωστους εραστές, «ερωτικές φωλιές» και για την εμμονή της με τα μέντιουμ, είναι μερικές από τις «μυστικές σελίδες» της ζωής της πριγκίπισσας Νταϊάνας, που δίνει στην δημοσιότητα ο επί έξι χρόνια προσωπικός της σωματοφύλακας Ken Wharfe.
Μετά την επιθυμία του 31χρονου πρίγκιπα Χάρι να μιλάει περισσότερο για την μητέρα του, ο σωματοφύλακας της αξέχαστης πριγκίπισσας αποκαλύπτει στα απομνημονεύματά του λεπτομέρειες για την ζωή της δίπλα στον αδιάφορο πρίγκιπα Κάρολο, το φλερτ με τον βασιλιά της Ισπανίας Χουάν Κάρλος, την απόφασή της «να ανοίξει τα φτερά της» και να αναζητήσει την ευτυχία στην αγκαλιά του λοχαγού του βρετανικού ιππικού Τζέιμς Χιούιτ, του πρώην σωματοφύλακά της Barry Mannakee, του πωλητή αυτοκινήτων James Gilbey και του παντρεμένου εμπόρου έργων Τέχνης Oliver Hoare.
Όμως, όταν η Νταϊάνα γνώρισε τον τον Αιγύπτιο εκατομμυριούχο Ντόντι Αλ Φαγιέντ, ο Wharfe ήδη από το 1993 δεν βρισκόταν στο πλευρό της καθώς είχε απομακρυνθεί από την φύλαξη της πριγκίπισσας, ο ίδιος αναφέρει ότι οι σωματοφύλακες της βασιλικής οικογένειας ήταν κατάλληλα εκπαιδευμένοι αστυνομικοί της Σκότλαντ Γιαρντ.
Για το βράδυ του θανάτου της πριγκίπισσας, ο Wharfe γράφει ότι βρισκόταν στο εξοχικό του στο Ντόρσετ, όταν στις 4 τα χαράματα το Σαββατοκύριακο της 31ης Αυγούστου του 1997 χτύπησε ο βομβητής του και ο υπεύθυνος αστυνομικός για την ασφάλεια της βασιλικής οικογένειας, Dai Davies, του ανακοίνωσε τον τραγικό θάνατο της Νταϊάνας και του ζήτησε να ταξιδέψει στο Λονδίνο για να ετοιμάσουν τα της κηδείας της.
Ο Ken Wharfe αποκαλύπτει ότι ο θάνατος της Νταϊάνας θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί και, αν η πριγκίπισσα είχε στο πλευρό της έμπειρους σωματοφύλακες και όχι άτομα χωρίς την κατάλληλη εκπαίδευση, τα οποία είχε προσλάβει η οικογένεια του τότε συντρόφου της Ντόντι Αλ Φαγιέντ, δεν θα είχε μπει ποτέ στην μοιραία Μερσεντές S-280, η οποία καρφώθηκε με ιλιγγιώδη ταχύτητα στον 13ο πυλώνα στο εσωτερικό του τούνελ Pont de l’Alma, στο Παρίσι.
Στο μοιραίο δυστύχημα η πριγκίπισσα και ο σύντροφός της έχασαν την ζωή τους, ο οδηγός του οχήματος Χένρι Πολ, για τον οποίο ο Wharfe υποστηρίζει ότι εκείνο το βράδυ ήταν μεθυσμένος, έχασε επίσης την ζωή του και ο μόνος που επέζησε ήταν ο σωματοφύλακας που είχε διαθέσει στην Νταϊάνα η οικογένεια Αλ Φαγιέντ, ο Τρέβορ Ρις Τζόουνς.
Για τον Τζόουνς ο πρώην σωματοφύλακας της πριγκίπισσας αναφέρει ότι δεν ήταν το κατάλληλο άτομο για την ασφάλεια μέλους της βασιλικής οικογένειας, τον παρουσιάζει ως πρώην στρατιωτικό, που ήταν μόνο λίγες εβδομάδες στην υπηρεσία της πριγκίπισσας, γοητευμένος από την ομορφιά της δεν ήθελε να της χαλάσει χατήρι, αλλά, λόγω απειρίας είχε κάνει το λάθος να βλέπει τους παπαράτσι σαν «εχθρούς» και αυτό το μήνυμα είχε περάσει και στον Ντόντι Αλ Φαγιέντ.
Έτσι, όπως αναφέρει ο Wharfe, εκείνο το μοιραίο βράδυ ένας έμπειρος σωματοφύλακας δεν θα είχε αφήσει την πριγκίπισσα Νταϊάνα να μπει στην πολυτελή Μερσεντές και κατηγορεί τον σωματοφύλακά της Τρέβορ Ρις Τζόουνς για «σφάλματα στην κρίση του», που επέτρεψε στην Νταϊάνα να μπει σε αυτοκίνητο με μεθυσμένο οδηγό και που ο Ντόντι έδωσε εντολή στον οδηγό να αναπτύξει ταχύτητα, όταν αντιλήφθηκε ότι τους ακολουθούσαν οι παπαράτσι.
Ο ίδιος, γράφει ότι θέλει να αποσαφηνίσει πως πίσω από τον θάνατο της αγαπημένης πριγκίπισσας των Βρετανών δεν υπάρχουν θεωρίες συνωμοσίας, δεν πρόκειται για δολοφονία, αλλά για ένα τραγικό δυστύχημα και αποκαλύπτει ότι η βασίλισσα Ελισάβετ είχε προτείνει να παραχωρήσει σωματοφύλακες στην πριγκίπισσα κατά την παραμονή της στο Παρίσι με τον Αλ Φαγιέντ, μια πρόταση που η αξέχαστη Νταϊάνα είχε απορρίψει.