Σε πολιτική στόχευση αποδίδει την εμπλοκή του στην υπόθεση Novartis ο μέχρι πρότινος προστατευόμενος μάρτυρας στην υπόθεση Νίκος Μανιαδάκης, σημειώνοντας πως δεχόταν πιέσεις να μιλήσει για τον Αντώνη Σαμαρά, τον Αδωνι Γεωργιάδη και τον Γιάννη Στουρνάρα.
Μιλώντας στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του ΣΚΑΪ ο κ. Μανιαδάκης ξεκαθάρισε ωστόσο πως «τον κ. Σαμαρά δεν τον έχει δει ποτέ στη ζωή του, ο κ. Στουρνάρας ήταν καθηγητής του στο πανεπιστήμιο και ο κ. Γεωργιάδης ήταν ένας από τους υπουργούς Υγείας που τον είχε καλέσει προκειμένου να είναι μέλος των ομάδων με την τρόικα και για να ακούσει τις απόψεις του».
Ο κ. Μανιαδάκης είπε επίσης πως «ως καθηγητής είχε κληθεί σε διάφορες συζητήσεις με την τρόικα και να επιβλέψει ορισμένα εθνικής εμβέλειας προγράμματα».
«Σε πολλές περιπτώσεις ως επιστήμονας, τεχνοκράτης κλήθηκα να βοηθήσω το εθνικό σύστημα Υγείας. Εχω κληθεί για να βοηθήσω και από τον κ. Κουρουμπλή το 2015. Κλήθηκα να βοηθήσω και από τον ΣΥΡΙΖΑ», είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε ότι «η εμπλοκή του στην υπόθεση ήταν για πρώτη φορά το 2016» καθώς και ότι «έδωσε στοιχεία στις αρχές για να ερευνήσουν τις υπερτιμολογήσεις φαρμάκων».
«Τους δήλωσα ότι είμαι καθηγητής και δεν ξέρω τι κάνει η Novartis. Θεωρώ ότι η εμπλοκή μου στην υπόθεση ήταν για πολιτική στόχευση. Μετά από δημοσιεύματα που διέρρευσαν στον Τύπο άνοιξα μόνος μου τους λογαριασμούς μου», πρόσθεσε και σημείωσε ότι «τον έχουν ερευνήσει περισσότερο από κάθε Ελληνα» και ότι «το 2017 μπήκε σε καθεστώς προστασίας μαρτύρων».
Στη συνέχεια, ο κ. Μανιαδάκης αναφέρθηκε και στις καταγγελίες ενός εκ των άλλων δύο προστατευόμενων μαρτύρων, σύμφωνα με τις οποίες έλαβε από την εταιρεία το ποσό των 120.000 ευρώ.
«Στη διάρκεια των καταθέσεων την πρώτη περίοδο που ξεκίνησε με την υπαγωγή μου στο πρόγραμμα και πριν την αποστολή της δικογραφίας στη Βουλή, έκανα αναλύσεις αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό και στη συνέχεια με ρώτησαν αν είχα διαπιστώσει ότι πολιτικά πρόσωπα είχαν υποπέσει σε έκνομες πράξεις.Εκεί είπα ότι δεν γνώριζα και ούτε θα μπορούσα να γνωρίζω για παράνομες πράξεις. Πριν την αποστολή της δικογραφίας στη Βουλή ένας από τους δύο προστατευόμενους μάρτυρες είπε στις αρχές ότι γνωρίζει ότι εγώ έχω λάβει χρήματα από τη Novartis για να επηρεάσω την πολιτική της χώρας. Είναι δυνατόν να έχω ελεγχθεί από όλους τους μηχανισμούς της χώρας και να βγαίνει ένας άλλος μάρτυρας να λέει ότι πήρα 120.000 ευρώ;», είπε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Μανιαδάκης μίλησε και για τη μεγάλη πίεση που δεχόταν από τις αμερικανικές αρχές να ενταχθεί στο πρόγραμμα της Αμερικής, κάτι που ο ίδιος αρνήθηκε. «Πήγα ως επώνυμος μάρτυρας, ως εθελοντής και κατέθεσα τα ίδια στοιχεία που έχω καταθέσει και στις ελληνικές αρχές. Ο,τι στοιχεία πήγαν στη Βουλή των Ελλήνων για τις υπερτιμολογήσεις τα ίδια κατέθεσα και στην Αμερική. Δέχθηκα κι εκεί τις ίδιες πιέσεις αρνήθηκα ότι γνωρίζω τον οποιονδήποτε, όχι μόνο πολιτικά πρόσωπα, αλλά και λειτουργούς του κράτους που να έχουν κάνει έκνομη πράξη. Εγώ ήμουν καθηγητής, τεχνοκράτης, που πήγα αρκετές φορές να βοηθήσω τη χώρα σε μια δύσκολη στιγμή».
Σκευωρία και ερωτήματα
Τινάζεται στον αέρα η υπόθεση της διερεύνησης του σκανδάλου της Novartis μετά τις εξελίξεις με τη σύλληψη του προστατευόμενου μάρτυρα Νίκου Μανιαδάκη και τις δηλώσεις που έκανε για πιέσεις που δέχθηκε ώστε να κατονομάσει συγκεκριμένα πρόσωπα για χρηματισμό.
Μια υπόθεση που κατά την αντιπολίτευση αποτελεί μεγάλο φιάσκο για την κυβέρνηση αλλά και για συγκεκριμένους δικαστικούς κύκλους οι οποίοι θέλησαν με το ζόρι και χωρίς στοιχεία, βασιζόμενοι σε «στημένους» μάρτυρες να χτυπήσουν πολιτικούς και να αναγάγουν το σκάνδαλο της Novartis σε πολιτικό.
Τα πρόσωπα που εμπλέκονται στην υπόθεση μιλούν για ξεκάθαρη σκευωρία με πολιτικά κίνητρα. Ομως, σοβαρό πρόβλημα προκύπτει και με τη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης.
Ενας προστατευόμενος μάρτυρας μετατρέπεται σε κατηγορούμενο και καταγγέλλει ότι τον πίεσαν να πει αυτά που ήθελαν να πει. Δεν ήξεραν ότι εμπλέκεται στην υπόθεση (αν εμπλέκεται); Πώς ήταν υπό καθεστώς προστασίας ενώ υποτίθεται ότι είχε πάρει μίζες; Πως γίνεται επί ένα χρόνο να μην έχουν βρει τίποτε οι δικαστικές αρχές για πολιτικά πρόσωπα και να πιέζουν τον Μανιαδάκη να πει αυτά που ήθελαν να ακούσουν; Πώς θα μπορούσε να στοιχειοθετηθεί μια κατηγορία για χρηματισμό σε βάρος 10 πολιτικών μόνο και μόνο επειδή τρεις, και τώρα δύο αποφάσισαν να μιλήσουν έναντι κάποιου ανταλλάγματος, όπως π.χ. η ασυλία;
Πώς συγκεκριμένη εφημερίδα ήξερε εδώ και 40 ημέρες ότι θα ασκηθούν διώξεις σε βάρος του Μανιαδάκη; Πώς ήξερε ο Πολάκης το όνομα του προστατευόμενου μάρτυρα;
Πόσο τυχαίο είναι ότι τα τρία από τα 10 πολιτικά πρόσωπα που ήθελε περισσότερο να κατηγορήσει το Μαξίμου είναι αυτοί που κατονόμασε ο Μανιαδάκης ότι του ζητούσαν να «δώσει» στην κατάθεσή του;
H Νέα Δημοκρατία
«Από τις δημόσιες δηλώσεις του κ. Νίκου Μανιαδάκη ο οποίος από προστατευόμενος μάρτυρας ξαφνικά μετεβλήθη σε κατηγορούμενο στην υπόθεση Novartis, προκύπτει μια σειρά σοβαρότατων ερωτημάτων αναφέρει η ΝΔ:
– Ισχύει ή όχι η δημόσια καταγγελία του κ. Μανιαδάκη ότι η εισαγγελία διαφθοράς τού άσκησε έντονες πιέσεις προκειμένου να ενοχοποιήσει τον πρώην πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά, τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα και τον αντιπρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας Άδωνι Γεωργιάδη, ενώ ο ίδιος εξ αρχής δήλωνε ότι δεν έχει τίποτα να καταθέσει εναντίον τους.
– Ισχύει ή όχι ότι βρέθηκε ξαφνικά από μάρτυρας κατηγορούμενος γιατί αρνήθηκε να ενοχοποιήσει τους πολιτικούς που του ζητήθηκε να ενοχοποιήσει;
– Ισχύει ή όχι ότι η εισαγγελία διαφθοράς ενέταξε παραδόξως τον κ. Μανιαδάκη σε καθεστώς προστατευόμενου μάρτυρα, ενώ γνώριζε ότι κάτι τέτοιο απαγορεύεται εφόσον υπήρχαν μαρτυρίες σε βάρος του;
– Ισχύει ή όχι ότι οι δήθεν προστατευόμενοι μάρτυρες λόγω κακού συντονισμού των εισαγγελικών αρχών γνώριζαν ο ένας τον άλλον (!), ενώ κάτι τέτοιο είναι ανήκουστο για προφανείς λόγους;
– Ισχύει ή όχι ότι ενώ ο ίδιος είχε ενημερώσει τις αρχές ότι θα μεταβεί στο εξωτερικό ανταλλάσσοντας μέχρι και ευχές με την εισαγγελία, ξαφνικά εμφανίστηκε ως επιτυχία της κυβέρνησης η δήθεν αποτροπή της διαφυγής του;
Τα ερωτήματα αυτά οφείλουν να τα απαντήσουν οι άμεσα εμπλεκόμενοι και ο νοών νοείτω… Θα επανέλθουμε».
