Στο θέμα της επιλογής της νέας ηγεσίας της Δικαιοσύνης που προκαλεί σοβαρές αναταράξεις ανάμεσα σε κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση παρενέβη ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος.
Σύμφωνα με πληροφορίες, που μεταδίδει ο Σκάι, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας διεμήνυσε ότι δεν θα υπογράψει παραμονή των εκλογών το προεδρικό διάταγμα που θα επικυρώσει την κυβερνητική επιλογή εκτός κι αν γίνουν επιλογές που δεν θα προκαλούν πολιτικές αντιδράσεις.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, ο Προκόπης Παυλόπουλος φέρεται να έστειλε το μήνυμα ότι δεν πρέπει να βρεθεί σε θεσμικά δύσκολη θέση η προεδρία της Δημοκρατίας.
Τι λένε κορυφαίοι καθηγητές
Μιλώντας στα «ΝΕΑ» ο συνταγματολόγος Κώστας Μποτόπουλος τονίζει:
Μπορεί η κυβέρνηση (έστω να σκεφτεί) να επιλέξει την ηγεσία ανώτατου δικαστηρίου στην περίοδο πριν από τις εκλογές της 7ης Ιουλίου; Η απάντηση είναι όχι και συνάγεται αβίαστα από το Σύνταγμα, παρά το ότι δεν υπάρχει ρητή συνταγματική απαγόρευση.
Πρώτον, δεν είναι κατά θέμα αρμόδια: από τη στιγμή της πρωθυπουργικής ανακοίνωσης της παραίτησης της κυβέρνησης και της διενέργειας πρόωρων εθνικών εκλογών, των οποίων μάλιστα πλέον γνωρίζουμε τη δήλη ημερομηνία, έχουμε εισέλθει σε οιονεί προεκλογική περίοδο και η κυβέρνηση οφείλει να απόσχει από πολιτικές αποφάσεις που θα δέσμευαν τη διάδοχό της και θα προδιέθεταν για τη λειτουργία των θεσμών.
Δεύτερον, δεν διαθέτει ουσιαστική νομιμοποίηση: εφόσον ο Πρωθυπουργός ομολόγησε ότι λόγω του μεγέθους της ήττας στις ευρωεκλογές η κυβέρνηση δεν διαθέτει πλέον την εμπιστοσύνη του εκλογικού σώματος, και πάντως ζητεί να αναβαπτιστεί σε αυτή, δεν νομιμοποιείται να λαμβάνει αποφάσεις που συνδέονται με θεσμικές/πολιτειακές λειτουργίες.
Τρίτον, δεν είναι κατά χρόνο αρμόδια: η θητεία των δικαστών των οποίων συζητείται η αντικατάσταση λήγει στις 30 Ιουνίου και μόνο τότε η κυβέρνηση θα αποκτούσε, εάν δεν βρισκόμασταν σε προεκλογική περίοδο, και μάλιστα στο τέλος της, θεσμικό δικαίωμα να ασχοληθεί, χωρίς να εγείρει υπόνοιες μεροληψίας, με την αναπλήρωση των αποχωρησάντων.
Τέταρτον, θα έκαμπτε τη δικαστική ανεξαρτησία: επιλογή ανώτατων δικαστών από εν αποδομή Υπουργικό Συμβούλιο, με Βουλή εκτός λειτουργίας, εν μέσω προεκλογικού αγώνα και παρά την έγερση μείζονος θεσμικού ζητήματος από την πολιτική και επιστημονική κοινότητα, θα δημιουργούσε τεκμήριο πολιτικής παρέμβασης και θα δυσκόλευε την ανεπηρέαστη εκτέλεση των καθηκόντων τους από τους έτσι επιλεγέντες.
Ο καθηγητής Νίκος Παπασπύρου από την πλευρά του επισημαίνει:
Στο κοινοβουλευτικό μας πολίτευμα, η Κυβέρνηση οφείλει να έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής και υπόκειται στον έλεγχό της. Επομένως, έως τη διάλυση της Βουλής, η Κυβέρνηση που έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης διαθέτει πλήρεις τις αρμοδιότητές της. Για τον ίδιο όμως λόγο, μετά τη διάλυση της Βουλής, η Κυβέρνηση ασκεί τις αρμοδιότητές της για τα τρέχοντα και όσα δεν επιδέχονται αναβολή.
Η προαγωγή σε κορυφαίες θέσεις της Δικαιοσύνης γίνεται με προεδρικό διάταγμα ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου. Η έκδοση του διατάγματος μπορεί να γίνει μόνο αφού κενωθεί η προς πλήρωση θέση. Πρόεδρος της Δημοκρατίας και Υπουργικό Συμβούλιο δρουν ως σύνθετο όργανο και επομένως πρέπει να σχηματίσουν σχετική βούληση κατά τον χρόνο έκδοσης του διατάγματος.
Κατά συνέπεια, εάν υπάρχει κενή θέση πριν από την (εξαγγελθείσα) διάλυση της Βουλής, το Σύνταγμα δεν απαγορεύει την πλήρωσή της (ανεξαρτήτως των ζητημάτων θεσμικής δεοντολογίας που μπορεί να ανακύψουν). Εάν όμως η θέση κενωθεί μεσούσης της προεκλογικής περιόδου (με την αφυπηρέτηση ανώτατων δικαστικών στις 30 Ιουνίου), τίθεται ζήτημα. Διότι ακόμη κι αν το Υπουργικό Συμβούλιο υποβάλει την πρότασή του από τώρα, κρίσιμος χρόνος κατά τον οποίο πρέπει να υπάρχει σχετική βούληση της Κυβέρνησης είναι η 1η Ιουλίου, δηλαδή χρόνος στον οποίο η Κυβέρνηση διαχειρίζεται τα τρέχοντα και τα έκτακτα. Και το Συμβούλιο της Επικρατείας πρόσφατα διασαφήνισε ότι, σε αίτηση ακυρώσεως κατά διατάγματος προαγωγής, ελέγχεται δικαστικά εάν η προαγωγή έγινε σύμφωνα με το Σύνταγμα (ΟλΣτΕ 435/2019).
Θα μου πείτε, τι γίνεται σε χώρες που ζουν για μήνες με υπηρεσιακές κυβερνήσεις; Η λύση εκεί είναι συναινετική διαχείριση. Η συναίνεση έχει τη δύναμη να καθιστά ζητήματα για τα οποία εμείς αντιδικούμε, «τρέχοντα».
Ο ομότιμος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Αντώνης Μανιτάκης, χαρακτηρίζει «προκλητική περιφρόνηση του Συντάγματος», την περίπτωση κατά την οποία να προχωρήσει η Κυβέρνηση στην αλλαγή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης και υπογραμμίζει ότι «έχει χάσει η κυβέρνηση, τη δημοκρατική και συνταγματική της νομιμοποίηση να παίρνει αποφάσεις που δεν είναι τρέχουσας φύσεως, ούτε έχουν επείγοντα χαρακτήρα».
Συγκεκριμένα σημειώνει ο κ. Μανιτάκης: «Εάν η απόφαση αυτή συντελεστεί, θα αποτελεί προφανή καταδολίευση του πνεύματος και του γράμματος του Συντάγματος. Μια κυβέρνηση που έχει εξαγγείλει τη διενέργεια εκλογών με τη διάλυση της Βουλής, ουσιαστικά τελεί υπό παραίτηση διότι έχει απολέσει, όπως το συνομολογεί, την εμπιστοσύνη του εκλογικού σώματος… Έχει χάσει δηλαδή τη δημοκρατική και συνταγματική νομιμοποίηση να παίρνει αποφάσεις που δεν είναι τρέχουσας φύσεως, ούτε έχουν επείγοντα χαρακτήρα. Τέτοια προκλητική περιφρόνηση του Συντάγματος σπάνια συναντά κανείς στα κοινοβουλευτικά μας ήθη».
Ο ομότιμος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκος Αλιβιζάτος υπογραμμίζει ότι σε περίπτωση που η Κυβέρνηση προχωρήσει σε τοποθετήσεις νέων προσώπων, παραβιάζεται η συνταγματική δεοντολογία όλων των θεσμικά ώριμων χωρών και η συνταγματική η αρχή της διάκρισης των εξουσιών.
Παράλληλα, ο ακαδημαϊκός και πρώην υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Σταθόπουλος συμφωνεί απόλυτα με τις απόψεις των συναδέλφων του και τονίζει ότι «μια τέτοια κίνηση θα ήταν προφανώς αντιδεοντολογική».
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος δήλωσε:
“Στρατηγική ήττα είναι να οδηγείσαι σε διάλυση της Βουλής και εκλογές στις 30 Ιουνίου, την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενος. Παρά τις αντίθετες αλαζονικές διακηρύξεις σου. Στρατηγική ήττα είναι να χάνεις τη δυνατότητα επιλογής των προσώπων που θα καλύψουν τις κορυφαίες θέσεις της Δικαιοσύνης μετά τις 30 Ιουνίου».
«Ο κ. Τσίπρας, υπό το βάρος της ήττας του, προανήγγειλε ότι αμέσως μετά τον δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών, θα προκηρύξει εθνικές εκλογές. Είναι, επομένως, αυτονόητο ότι, η υπό προθεσμία πλέον κυβέρνησή του, για λόγους στοιχειώδους πολιτικής και ηθικής τάξης δεν νοείται να λαμβάνει στο εξής καμία απόφαση που θα δεσμεύσει την χώρα για τα επόμενα χρόνια. Πολύ περισσότερο κρίσιμες αποφάσεις που αφορούν την ηγεσία της Δικαιοσύνης», ανέφερε η Νέα Δημοκρατία.