Κατατέθηκε το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2018 από τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών, Γιώργο Χουλιαράκη, στον πρόεδρο της Βουλής, Ν. Βούτση.
«Είναι προφανές πως αυτός είναι ο τελευταίος προϋπολογισμός των προγραμμάτων» δήλωσε ο κ. Χουλιαράκης και πρόσθεσε πως ο προϋπολογισμός του 2018 είναι εντός στόχων, ενώ ο προϋπολογισμός του 2017 έχει μία αρκετά σημαντική υπέρβαση στα έσοδα που θα αξιοποιήσουμε.
«Ελπίζουμε μέχρι να γίνει σχέδιο προϋπολογισμού και μέχρι να περάσει ο επόμενος καιρός για να το εγκρίνουμε, τον Δεκέμβριο, να υπάρχουν οι καλύτερες δυνατές προβλέψεις και καλύτερες δυνατές πρόνοιες» τόνισε ο κ. Βούτσης παραλαμβάνοντας από τον κ. Χουλιαράκη το προσχέδιο του νέου προϋπολογισμού.
Τι προβλέπει ο προϋπολογισμός του 2018
Σύμφωνα με πληροφορίες, το προσχέδιο περιλαμβάνει ρυθμό ανάπτυξης 2,4% και πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ για το 2018. Οι στόχοι για τα βασικά μεγέθη του προσχεδίου του προϋπολογισμού είναι εναρμονισμένοι με αυτούς του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής και η επίτευξή τους αναμένεται να οδηγήσει στην ολοκλήρωση του υφιστάμενου προγράμματος οικονομικής πολιτικής τον Αύγουστο του 2018.
Στο προσχέδιο αποτυπώνεται η υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2017, το οποίο αναμένεται διαμορφωθεί στα επίπεδα του 2,2% του ΑΕΠ έναντι 1,75% που είναι ο στόχος του προγράμματος οικονομικής πολιτικής. Το ποσό της υπέρβασης, όπως έχει ήδη εξαγγείλει η κυβέρνηση, αναμένεται να διατεθεί ως κοινωνικό μέρισμα στις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού με βάση τις αποφάσεις που πρόκειται να ληφθούν το επόμενο διάστημα.
Σε ό,τι αφορά τον ρυθμό ανάπτυξης, το οικονομικό επιτελείο εκτιμά ότι φέτος θα ανέλθει στο 1,8% που είναι ο στόχος του προγράμματος οικονομικής πολιτικής. Για το 2018 προβλέπεται επιτάχυνση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ στο 2,4%.
Στο προσχέδιο προβλέπεται επίσης η μείωση της ανεργίας το 2018 σε επίπεδα κάτω του 20%, και συγκεκριμένα στο 19%, στην οποία εκτιμάται ότι θα συμβάλει η αύξηση της απασχόλησης κατά 1,7%.
Μεταξύ άλλων το προσχέδιο του προϋπολογισμού προβλέπει:
– Αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,4%
– Μείωση της δημόσιας κατανάλωσης κατά 0,2%
– Αύξηση του συνόλου των ιδιωτικών και δημοσίων επενδύσεων (ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου) κατά 12,6%
– Αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 4,7%
– Αύξηση των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 4,4%