Η χώρα μας συνεχίζει να βρίσκεται σε μια παρατεταμένη οικονομική κρίση και ύφεση χωρίς ορατό αποτέλεσμα ανάκαμψης που θα βελτιώσει σημαντικά το βιοτικό επίπεδο των πολιτών.
Αντί η Ελλάδα να παρουσιάζει ισχυρά πλεονάσματα με την πληθώρα των εφαρμοστικών νόμων που έχουν ψηφιστεί με τα 3 κατά σειρά Μνημόνια, το τέλμα συνεχίζεται με τον φαύλο κύκλο, νέων μέτρων, οριζόντιων περικοπών μισθών και συντάξεων, αξιολόγησης, διαπραγμάτευσης μέσω μιας ατέρμονης διαδικασίας που θεωρείται θνησιγενής.
Δυστυχώς η χώρα έχει μπει σ’ έναν επικίνδυνο κύκλο συσσωρευμένων οφειλών του ιδιωτικού τομέα με το συνολικό ιδιωτικό χρέος ν’αποτελεί την μεγάλη βόμβα της οικονομίας και κοινωνίας για τα επόμενα χρόνια απειλώντας ακόμα και με χρεωκοπία.
Αυτή τη στιγμή με τα πιο πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία, το συνολικό ιδιωτικό χρέος ανέρχεται σε 240 δις ευρώ, αντιστοιχώντας για το 2016 στο 137% του ΑΕΠ, όταν το 2009 ήταν 68 δις ευρώ αντιστοιχώντας στο 28% του ΑΕΠ.
Και μόνο η παραπάνω διαπίστωση είναι ικανή στο να πυροδοτήσει σημαντικές εξελίξεις στην ελληνική οικονομία, με κατάρρευση νοικοκυριών και επιχειρήσεων που δεν μπορούν πλέον να εξυπηρετήσουν επαρκώς τις οφειλές τους.
Περισσότεροι από 4,3 εκατομμύρια Έλληνες οφείλουν αθροιστικά σχεδόν 94 δισεκατομμύρια ευρώ στο Ελληνικό Δημόσιο, ενώ επιχειρήσεις και νοικοκυριά δεν εξυπηρετούν πλέον 1 στα 2 δάνεια στις ελληνικές τράπεζες.
Το σύνολο των κόκκινων δανείων αυτή τη στιγμή ανέρχεται σε 112 δις ευρώ, μια πραγματική βόμβα τόσο για το χρηματοπιστωτικό σύστημα όσο και για την βιωσιμότητα της ελληνικής οικονομίας.
Μάλιστα είναι εντυπωσιακό το ότι το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ελλάδα έχει φθάσει ανά μέσο όρο στο 45% επί του συνόλου των δανείων, όταν ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι περίπου στο 5%, γεγονός που φανερώνει και την ειδοποιό διαφορά της απόκλισης της ελληνικής οικονομίας από τις υπόλοιπες.
Να τονίσουμε σε αυτό το σημείο ότι πριν την εμφάνιση της κρίσης υπήρχε σημαντική σύγκλιση μεταξύ Ελλάδας και ΕΕ στο θέμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, όπου η χώρα μας ήταν περίπου στο 7% και η ΕΕ στο 4.5 %, ενώ το 2016 τα ποσοστά έγιναν αντίστοιχα 45% και 5%.
Όσον αφορά την διάρθρωση των κόκκινων δανείων το 50% περίπου αφορά το άθροισμα στεγαστικών δανείων, περίπου 300.000 νοικοκυριά καθώς και δάνεια 17.000 μεγάλων επιχειρήσεων, όπου όλα μαζί ξεπερνούν τα 50 δις ευρώ.
Επίσης ανύπαρκτη είναι η προσαρμογή του δημοσίου στις αποπληρωμές του ιδιωτικού τομέα, παρά τις σχετικές επισημάνσεις των δανειστών και τις αντίστοιχες δόσεις που έπρεπε ν’αναθερμάνουν την οικονομία.
Οι συνολικές οφειλές ανέρχονται ήδη στα 5.6 δις ευρώ χωρίς ν’αποκλιμακώνονται γεγονός που ισοδυναμεί με μια ιδιότυπη στάση πληρωμών από το δημόσιο, που δημιουργεί κλίμα ισοπέδωσης της ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών.
Τα ασφαλιστικά ταμεία είναι μία ακόμη σημαντική πληγή για το σύστημα, καθώς οι οφειλές νοικοκυριών και επιχειρήσεων έχουν ήδη φθάσει τα 24 δις ευρώ, χωρίς προοπτική μείωσης, λόγω της σημαντικής υπερφορολόγησης φυσικών και νομικών προσώπων αλλά και της τεράστιας ανεργίας άνω του 25% σταθερά που δεν δημιουργεί συνθήκες αποπληρωμής νέων εισφορών προς το σύστημα.
Πέραν βέβαια των παραπάνω, δεν πρέπει να ξεχνάμε και την διαρκή πληγή στην αγορά εργασίας με την μείωση των μόνιμων θέσεων εργασίας, την εκ περιτροπής απασχόληση αλλά και την αδυναμία πληρωμής μισθών και ημερομισθίων όταν μεγάλο μέρος του προσωπικού συνεχίζει ν’ απασχολείται χωρίς αποδοχές.
Υπολογίζεται μάλιστα ότι οι απλήρωτοι μισθοί στο οικονομικό κύκλωμα ανέρχονται σε 4 δις ευρώ, γεγονός ιδιαίτερα επιβαρυντικό για την ήδη εξασθενημένη οικονομία.
Με βάση τα παραπάνω στοιχεία και δεδομένα είναι προφανές ότι είναι αδύνατον να μπορέσει να κινηθεί αποτελεσματικά η οικονομία με αυτούς τους ρυθμούς το 2017,πολύ περισσότερο σ’ ένα ασύμμετρο γεωπολιτικό περιβάλλον που δεν ευνοεί την ανάπτυξη και την ίδια την κυβέρνηση ν’αρνείται πεισματικά να προβεί σε μεταρρυθμίσεις, υπερασπιζόμενη στο ακέραιο την διόγκωση του δημοσίου τομέα για λόγους κομματικούς, που είναι τελικά εις βάρος του συνόλου των φορολογούμενων πολιτών.
Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός.