Επαναστατική Οργάνωση 17 ΝΟΕΜΒΡΗ
Αθήνα 18-9-89
ΑΡΧΙΣΕ Η ΚΑΘΑΡΣΗ
Στις 3 Ιούλη αμέσως μετά τη δημιουργία της κυβέρνησης Τζανετάκη, σε ανακοίνωση μας στον τύπο υποστηρίζαμε: «η στήριξη και συμμετοχή του Συνασπισμού σε μια κυβέρνηση ΝΔ με πραγματικό κέντρο εξουσίας το Μητσοτάκη, αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες πολιτικές απάτες σε βάρος της εργατικής τάξης και του λαού μας. Οι 850.000 ψήφοι που δόθηκαν δήθεν για την κάθαρση και υπέρ του α’ ή β’ τύπου σοσιαλισμού, υποκλέπτονται για να στηρίξουν από την πίσω πόρτα μια κυβέρνηση των απατεώνων της ΝΔ που βαρύνονται για σκάνδαλα και απάτες εξίσου αν όχι βαρύτερα απ’ αυτό του Κοσκωτά, όπως αυτό των προβληματικών, όπου μια χούφτα πολιτικών της ΝΔ και καπιταλιστών έκλεψαν ένα τρισεκατομμύριο σε σημερινές δραχμές από τη χώρα.
»Ούτε ένας απ’ τους ψηφοφόρους της βάσης του Συνασπισμού δεν πιστεύει ότι η ΝΔ μπορεί να κάνει “κάθαρση” και η βάφτιση αυτής της κυβέρνησης σε κυβέρνηση “κάθαρσης” αποτελεί μέρος του όλου εμπαιγμού και της εξαπάτησης των ψηφοφόρων».
Δύο μήνες μετά, τα πράγματα έχουν πια ξεκαθαρίσει. Ενώ υποτίθεται ότι ο λόγος αυτής της κυβερνητικής συνεργασίας ΝΔ-Συνασπισμού, καθώς και ο διακηρυγμένος στόχος της είναι η κάθαρση και η τιμωρία των ενόχων για το σκάνδαλο Κοσκωτά, η ΝΔ ανακοινώνει «εκλογές» για τις 5 Νοέμβρη το αργότερο, ενώ γνωρίζει ότι δεν υπάρχουν τα χρονικά περιθώρια για να γίνουν οι δίκες των κατηγορούμενων —δίκες που είναι οι μόνες που στα σίγουρα αναστέλλουν την παραγραφή — κι ενώ υποτίθεται ότι η κυβέρνηση αυτή έγινε για να ανασταλεί η παραγραφή και να δικαστούν οι υπεύθυνοι.
Το περιορισμένο όμως χρονικά διάστημα των τριών, τεσσάρων μηνών ήταν δεδομένο όταν η ΝΔ και ο Συνασπισμός αποφάσιζαν να σχηματίσουν αυτή την κυβέρνηση «κάθαρσης». Κατά συνέπεια ΝΔ και Συνασπισμός εξαπάτησαν και εξαπατούν χυδαία το λαό αφού οδηγούν στην παραγραφή των εγκλημάτων, στην ατιμωρησία των υπευθύνων χωρίς καν να κρατάνε τα προσχήματα.
Οι πάντες σήμερα έχουν αντιληφθεί ότι το σημερινό κοινοβουλευτικό νταβαντούρι για τα σκάνδαλα δεν έχει καμιά σχέση με την «κάθαρση» και την τιμωρία. Ότι γίνεται για δυο λόγους. Πρώτον για να εκτονωθεί κάπως η λαϊκή αγανάκτηση και δεύτερο και κυριότερο για να προκηρυχθούν και να διεξαχθούν εκλογές με την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ υπόδικη ώστε να κερδίσει η ΝΔ την αυτοδυναμία στη Βουλή. Αυτοδυναμία με την οποία θα μεθοδεύσει την πλήρη παραγραφή, την ατιμωρησία των ενόχων. Κανένας απολύτως υπεύθυνος για το σκάνδαλο Κοσκωτά δεν πρόκειται να τιμωρηθεί, επιβεβαιώνοντας έτσι απόλυτα όσα έχουμε υποστηρίξει από καιρό ότι ούτε η Δικαιοσύνη, ούτε η Βουλή, ούτε οι εκλογές, κανένας απ’ τους σημερινούς θεσμούς δεν μπορεί να κάνει κάθαρση και εξυγίανση του σάπιου και διεφθαρμένου καθεστώτος.
Παράλληλα έχει αρχίσει μια εκστρατεία συστηματικής ψευδολογίας και παραπλάνησης των εργαζομένων, σχετικά με τα οικονομικά προβλήματα, που στοχεύει απ’ τη μια στο ν’ αποκρύψει την πορεία προς την παραγραφή κι απ’ την άλλη στο να προετοιμάσει το έδαφος για την αυριανή συναίνεση της αριστεράς στην άγρια λιτότητα που θα εφαρμόσει η νέα κυβέρνηση. Έτσι οι πάντες μας βομβάρδισαν με τα ελλείματα του Δημοσίου και την αναγκαιότητα περιορισμού τους χωρίς βέβαια να μας πουν την αλήθεια: ότι το κύριο, θεμελιώδες πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας δεν είναι τα ελλείμματα του Δημοσίου —παρ’ ότι είναι ψηλά και είναι ένα απ’ τα προβλήματα— αλλά η απουσία των παραγωγικών επενδύσεων, με υπερσύγχρονη τεχνολογία, σε ορισμένους κλάδους της βιομηχανίας στους οποίους θα μπορούσαμε νάχουμε συγκριτικά πλεονεκτήματα, σ’ όλη τη 15ετή μεταπολίτευση, δηλαδή τόσο στην Καραμανλική επταετία, όσο καί στην Παπανδρεϊκή οκταετία. Η απουσία αυτών των επενδύσεων δεν ήταν συνέπεια της απουσίας πόρων αλλά αντίθετα της καταλήστευσης τους απ’ τους μεγαλοκαπιταλιστές της χώρας.
Για να γίνουμε κατανοητοί θα δώσουμε ένα και μόνο παράδειγμα. Είναι το παράδειγμα της Πειραϊκής-Πατραικής που ανάφεραν θρασύτατα —αφού στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σκοινί— που διαστρέβλωσαν, αναποδογύρισαν κάνοντας τη μέρα νύχτα, οι απατεώνες αλλά και καραγκιόζηδες Μητσοτάκης και Παπακωνσταντίνου. Ανάφεραν ότι η Πειραϊκή-Πατραϊκή στην Ελλάδα έχει 15 δις ετήσιο έλλειμμα ενώ το εργοστάσιο της στη Δυτική Γερμανία με το 1/8 του προσωπικού και 40% του κύκλου εργασιών έχει κέρδη 6 εκατομμύρια μάρκα το χρόνο, θέλοντας να δείξουν την ασύγκριτη ανωτερότητα της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Όλως τυχαίως όμως και οι δυο λησμόνησαν να μας πουν πώς δημιουργήθηκαν αυτές οι δυο επιχειρήσεις στην Ελλάδα και στη Γερμανία, θα τους θυμίσουμε λοιπόν αυτά που κρύψανε και που κανένας απ’ τους δήθεν «εκπροσώπους» της εργατικής τάξης δεν τόλμησε ν’ αναφέρει.
To 1975 επί κυβέρνησης Καραμανλή, η Πειραϊκή-Πατραϊκή πραγματοποιεί επένδυση για δήθεν εκσυγχρονισμό 900 εκατομμυρίων δραχμών. Απ’ αυτό το ποσό τα 550 εκατομμύρια είναι της ΕΤΒΑ, δηλαδή δωρεάν χρηματοδότηση του Δημοσίου και δάνειο (αγύριστο, τα σημερινά χρέη) με επιδότηση επιτοκίου. Ανταγωνιστές της Πειραϊκής-Πατραικής που επιζητούσαν δάνειο από καιρό διαμαρτύρονται και φέρνουν ειδικούς απ’ την Ευρώπη που εξετάζουν τον «εκσυγχρονισμό» και δηλώνουν ότι η συνολική επένδυση δεν ξεπερνάει τα 350 εκατομμύρια. Δηλαδή μόνο απ’ αυτή την περίπτωση οι μεγαλομέτοχοι της Πειραϊκής-Πατραικής ελήστεψαν 550 εκατομμύρια απ’ το Δημόσιο, ποσό που σε σημερινές δραχμές ξεπερνάει τα 6 δις. Μέρος αυτού του ποσού μαζί με άλλα που εξήχθησαν με ανάλογους τρόπους χρησιμοποιήθηκε για να δημιουργηθεί το υπερσύγχρονο εργοστάσιο στη Γερμανία —με την πιο μοντέρνα τεχνολογία και γι’ αυτό έχει κέρδη παρ’ ότι οι εργατικοί μισθοί είναι πολύ ψηλότεροι απ’ τους ελληνικούς — ενώ παράλληλα η Πειραϊκή-Πατραϊκή στην Ελλάδα αφέθηκε με απαρχαιωμένο κεφαλαιουχικό εξοπλισμό, με λογική συνέπεια νάναι μη ανταγωνιστική και ζημιογόνος.
Συμπέρασμα. Πρώτον: όχι μόνον δεν έγινε επένδυση εκσυγχρονισμού στο εργοστάσιο στην Ελλάδα αλλά αντίθετα αυτό εγκαταλείφθηκε εσκεμμένα για να γίνει ζημιογόνο και να το φορτωθεί το κοινωνικό σύνολο, όταν θάχανε η ΝΔ την εξουσία. Δεύτερο: τα κεφάλαια για την επένδυση εδώ μεταφέρθηκαν παράνομα στο εξωτερικό και επενδύθηκαν σε υπερσύγχρονο εργοστάσιο. Τρίτο: τα κεφάλαια αυτά προέρχονται απ’ τη δωρεάν επιχορήγηση του δημοσίου για την ενίσχυση των Βιομηχανικών επενδύσεων στη χωρά και την κλοπή του δανείου, δηλαδή ανήκουν στον ελληνικό λαό και όχι στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Δεν είναι λοιπόν η ανωτερότητα της ιδιωτικής πρωτοβουλίας που εξηγεί τη διαφορά στην αποδοτικότητα των δύο εργοστασίων αλλά η ληστρική συμπεριφορά καθαρού απατεώνα, των μεγαλομετόχων της Πειραϊκής-Πατραικής σε βάρος της χώρας με τη συνεργασία και συμμετοχή βέβαια των τότε υπεύθυνων υπουργών της ΝΔ. Ένας μάλιστα μεγαλομέτοχος, ο Στρατός, ήταν την ίδια εποχή κι υπουργός της ΝΔ.
Ένα κράτος λοιπόν όχι σοσιαλιστικό αλλά απλά αστικό που σέβεται τον εαυτό του, και δεν είναι κράτος μαριονέτα των απατεώνων, θάπρεπε νάχει διεκδικήσει την κυριότητα του εργοστασίου στη Γερμανία αφού δημιουργήθηκε με κλεμμένα χρήματα του λαού αλλά και νάχει κλείσει στη φυλακή προ πολλού τους μεγαλομετόχους αλλά και τους συνένοχους πρώην υπουργός της ΝΔ.
Η περίπτωση όμως της Πειραϊκής-Πατραικής όχι μόνο δεν είναι η μοναδική, αλλά αντίθετα είναι αντιπροσωπευτική του λεγόμενου σκανδάλου των «προβληματικών», οι οποίες βέβαια είναι πολύ περισσότερες απ’ αυτές που έχει επίσημα το κράτος υπαγάγει στον ΟΑΕ. θ’ αναφέρουμε μόνο τη Χαλυβουργική που αφέθηκε απ’ τους μεγαλομετόχους Αγγελόπουλους να χρεωκοπήσει, ενώ παράλληλα με παράνομη εξαγωγή συναλλάγματος μέσω απάτης δημιούργησαν υπερσύγχρονο χαλυβουργείο στην Αγγλία αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων. Το σύνολο αυτών των επιχειρήσεων «παρουσίασε» συνολικά χρέη το 80-81, 350 δις δραχμές, ποσό που και μόνο με τον πληθωρισμό αντιπροσωπεύει σήμερα ποσό περίπου 1 τρισεκατομμύριο δραχμές.
Τα κεφάλαια αυτά, όπως ακριβώς στις περιπτώσεις της Πειραϊκής-Πατραικής και της Χαλυβουργικής, αντιπροσωπεύουν τα ποσά που προορίζονταν απ’ το Δημόσιο για εκσυγχρονισμό και αναδιάρθρωση των ντόπιων επιχειρήσεων, και εξήχθησαν παράνομα με διάφορες απάτες στο εξωτερικό, όπου και επενδύθηκαν.
Το σκάνδαλο λοιπόν αυτό είναι τουλάχιστον εξίσου σοβαρό αν όχι σοβαρότερο απ’ αυτό του Κοσκωτά. Δεν είναι μόνο ποσοτικά, αφού τα κλεμμένα αντιστοιχούν σε 30 Κοσκωτάδες, αλλά κυρίως ποιοτικά.
Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με ένα άτομο, αλλά με συλλογική δραστηριότητα, με το σύνολο της αφρόκρεμας της μεγάλης ντόπιας καπιταλιστικής τάξης. Έχουμε να κάνουμε με συνειδητή επιλογή, στρατηγική όχι μόνο του ηγεμονεύοντα ομίλου, αλλά όλης της άρχουσας τάξης στη βιομηχανία, αφού οι επιχειρήσεις τους όχι μόνο αντιπροσωπεύουν πάνω από το ένα τρίτο της ελληνίκης βιομηχανίας, αλλά είναι και οι κυρίαρχες μέσα στους διάφορους βιομηχανικούς κλάδους.·
Στρατηγική που αποφασίστηκε για να ξεπεραστούν ανέξοδα οι δυσκολίες της οικονομικής κρίσης, η αναγκαιότητα της ανασυγκρότησης αλλά και το αβέβαιο μέλλον από τη σίγουρη τότε πτώση της ΝΔ. Στρατηγική που συνιστά καθαρή συλλογική απάτη και ληστεία της χώρας και της εργασίας του λαού, στρατηγική εθνικής μειοδοσίας από την άρχουσα μεγάλη αστική τάξη. Στρατηγική εγκατάλειψης των ζημιογόνων, μη ανταγωνιστικών επιχειρήσεων, με τον απαρχαιωμένο κεφαλαιουχικό εξοπλισμό, στην πλάτη του λαού. Στρατηγική που βάσισε την όποια μικρή ανταγωνιστικότητα, όχι στον εκσυγχρονισμό, αλλά στη συνεχή διολίσθηση της δραχμής με αποτέλεσμα σήμερα να ξεπουλιέται η ελληνική οικονομία, να εξαγοράζονται οι ελληνικές επιχειρήσεις για ποσά γελοία σε ξένο συνάλλαγμα, από ξένους καπιταλιστές.
Στρατηγική τέλος που αποφασίστηκε όχι μόνο από οικονομικούς παράγοντες, τους πάρα πάνω καπιταλιστές, αλλά κι απ’ την ηγεσία του πολιτικού εκπροσώπου της, την τότε ηγεσία της ΝΔ, τους αρμόδιους τότε υπουργούς της ΝΔ, που αποφάσισαν τη χρηματοδότηση δηλαδή τη ληστεία αυτών των επιχειρήσεων με πλήρη γνώση ότι τα κεφάλαια δεν επενδύονταν και πήγαιναν στο εξωτερικό, εισπράτοντας σαν αντίτιμο τις αστρονομικές μίζες τους, όπως ακριβώς σήμερα ο Κουτσόγιωργας, Μητσοτάκης, Έβερτ, Παλαιοκρασσάς, Δήμας και σία είναι οι ένοχοι και συνένοχοι αυτής της ληστείας της χώρας.
Στρατηγική τέλος, για την οποία σήμερα ευθύνεται και η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ αφού μετά από 8 χρόνια εξουσίας, δεν έκανε το παραμικρό βήμα προς μια άλλη στρατηγική, αλλά πορεύτηκε μέσα στα ίδια πλαίσια. Έτσι σήμερα έχει κι αυτό ευθύνες για την απουσία των παραγωγικών επενδύσεων, για την επιδείνωση της θέσης των προβληματικών, αλλά και για τη συνεχιζόμενη ληστεία τους απ’ τους διάφορους τεχνοκράτες που διόρισε στη διοίκηση τους. Διοίκηση που δεν είχε καμιά βέβαια σχέση με το σοσιαλισμό, αλλά με τον κρατισμό, με τον κρατικό αλλά και ιδιωτικό καπιταλισμό. Πολλοί απ’ αυτούς τους διευθύνοντες άφησαν εσκεμμένα τις επιχειρήσεις να χειροτερεύουν, παίζοντας ανοιχτά το παιχνίδι των παλιών μεγαλομετόχων κι ευνοώντας έτσι μεσοπρόθεσμα την επάνοδο τους, μην παραλείποντας παράλληλα να λυμαίνονται κι αυτοί το δημόσιο χρήμα. Έτσι αν είναι σήμερα αλήθεια ότι ο συμβολαιογράφος και ο εκκαθαριστής της Λάρκο θα πάρουν από 400 εκατομμύρια δραχμές, αυτό συνιστά συνέχιση της απάτης και της ληστείας του δημόσιου χρήματος, παρ’ ότι βέβαια μπορεί να παρουσιάζεται σαν νόμιμη αυτή η αμοιβή. Όταν λοιπόν σήμερα μιλάμε για προβληματικές δεν μπορεί να γίνεται σύγχιση. Άλλο ποιοι τις δημιούργησαν και γιατί, ποιοι είναι οι κύριοι υπεύθυνοι αρχιληστές, κι άλλο ποιοι συνέχισαν μετά να διασπαθίζουν το Δημόσιο χρήμα με δαπάνες μη παραγωγικές αλλά και με παράλληλες πρακτικές ληστείας του, με αποτέλεσμα νάναι κι αυτοί σήμερα υπεύθυνοι.
Η στρατηγική λοιπόν αυτή, για την οποία ευθύνονται κύρια ο ηγετικός ληστρικός όμιλος της άρχουσας καπιταλιστικής τάξης, δηλαδή η ιδιωτική πρωτοβουλία, η σημερινή ηγεσία της ΝΔ αλλά και η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ είναι υπεύθυνη για τη συνεχή επιδείνωση της οικονομίας την τελευταία 15ετία, τη χειροτέρευση της θέσης της στο διεθνή καταμερισμό της εργασίας, τη συνεχή αποβιομηχανοποίηση, την αύξηση της εξάρτησης, αλλά και το ξεπούλημα της, τα ελλείμματα της, την πτώση του βιοτικού επιπέδου και τη ραγδαία επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης των εργαζομένων1. Ένα μόνο στοιχείο δείχνει ανάγλυφα την πορεία. Το 1972 ο μέσος μισθός του Έλληνα εργάτη ήταν ίσος περίπου μ’ αυτόν του Ισπανού. Το 1987 είναι ο μισός του Ισπανού. Η επερχόμενη λοιπόν σκληρή λιτότητα με νέα μεγάλη πτώση του βιοτικού επιπέδου κάνει πια ορατή την πορεία προς την τριτοκοσμοποίησή της οικονομίας, με πιθανές πια καταστάσεις τύπου Βενεζουέλας και Αργεντινής. Δικαίωμα λοιπόν του Φλωράκη και του Κύρκου είναι να συναινέσουν σ’ αυτή τη λιτότητα. Ποτέ όμως η εργατική τάξη δεν πρόκειται να συμφιλιωθεί με τους λυμεώνες της χώρας, μεγαλοαπατεώνες καπιταλιστές που καταλήστευσαν την εργασία της, μετέφεραν τα κεφάλαια τους στο εξωτερικό, ρημάζοντας τη χώρα. Ποτέ δεν πρόκειται να συναινέσει στην πολιτική λιτότητας των απατεώνων της ΝΔ, συνενόχων των καπιταλιστών. Αλλά ούτε και σε ανάλογη πολιτική των άλλων απατεώνων του ΠΑΣΟΚ, των υπεύθυνων για το σκάνδαλο Κοσκωτά.
__________________________
Η Ελλάδα σήμερα είναι η χώρα της Ευρώπης με τις χειρότερες και τις πιο υποβαθμισμένες συνθήκες διαβίωσης για τους εργαζόμενους. Οικονομικές, κοινωνικές, πολιτιστικές, περιβαντολογικές. __________________________
Οσα γραφούμε βέβαια εδώ για την ιδιωτική πρωτοβουλία και την ηγεσία της ΝΔ δεν είναι τίποτε καινούργιο αλλά είναι πράγματα πασίγνωστα. Αν όμως σήμερα ηχούν κάπως περίεργα είναι γιατί τέσσερις εφημερίδες του λεγόμενου δημοκρατικού χώρου, «Έθνος», «Ελευθεροτυπία», «Βήμα», «Νέα», έχουν κάνει μυστικές συμφωνίες με το Μητσοτάκη με οικονομικά ανταλλάγματα, ανάμεσα στα οποία είναι η χαριστική προσφορά σταθμού ιδιωτικής τηλεόρασης (μαζί με το Βαρδινογιάννη!), με συνέπεια το καθημερινό αηδιαστικό γλείψιμο Μητσοτάκη και σία με πρωτοστατούντες βέβαια τους διάφορους αριστερούς και «αντιεξουσιαστές». Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που μιλάνε μόνο για το σκάνδαλο Κοσκωτά, σαν να μην υπήρξαν ξανά ανάλογα ή και μεγαλύτερα σκάνδαλα στη χώρα, σαν να μην τα διέπραξε η σημερινή ηγεσία της ΝΔ και ο κοινωνικός χώρος που εκπροσωπεί, δηλαδή η άρχουσα μεγάλη καπιταλιστική τάξη που ρήμαξε τη χώρα.
Αν λοιπόν δούμε μέσα απ’ το πάρα πάνω πρίσμα την «κάθαρση» — και πρέπει να τη δούμε— είναι τελείως εύλογο και προφανές ότι αυτή δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί, και ότι δεν πρόκειται να τιμωρηθεί απολύτως κανένας υπεύθυνος για το σκάνδαλο Κοσκωτά, ούτε καν ο ίδιος ο Κοσκωτάς. Και είναι ηλίου φαεινότερον ότι όχι μόνο το ΠΑΣΟΚ αλλά κυρίως η ΝΔ έχουν συμφέρον να προχωρήσουν στη μεθόδευση της παραγραφής και ότι η σημερινή «κάθαρση» στη Βουλή είναι στάχτη στα μάτια του κόσμου, καθαρή κοροϊδία και εμπαιγμός του. Άλλωστε στην ίδια αυτή διαδικασία της «κάθαρσης» υπάρχουν ορισμένα ζητήματα που βγάζουν μάτι, που την καθιστούν έωλη, που την αυτογελοιοποιούν. Ένα απ’ αυτά είναι το ζήτημα Μπακογιάννη, για να μη μιλήσουμε για τη Βλάχου.
Είναι γνωστό ότι ο εισαγγελέας Εφετών Ευθυμιάδης με την αναφορά του αρ. 264 της 1 Ιούνη 1989 εντόπισε όλα τα αδικήματα, της «κακουργηματικής απάτης» (Κοσκωτάς), της «αποδοχής προϊόντων εγκλήματος» και της «ψευδούς πιστοποίησης» των Κοσκωτά, Μπακογιάννη και λοιπών. Είναι επίσης γνωστό ότι ζήτησε την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον του Μπακογιάννη, ποινική δίωξη που ασκήθηκε σύμφωνα με ορισμένα πρόσφατα δημοσιεύματα. Και ενώ λοιπόν η ανακριτική επιτροπή της Βουλής για το σκάνδαλο Κοσκωτά έχει στα χέρια της την αναφορά του εισαγγελέα Ευθυμιάδη, εντούτοις κάνει το κορόιδο και δεν καταδέχεται ν’ ασχοληθεί με τις καραμπινάτες απάτες του. (Γράφαμε αυτήν την προκήρυξη όταν η ανακριτική επιτροπή της Βουλής παράδωσε το πόρισμα της για το σκάνδαλο Κοσκωτά. Απ’ όσα βέβαια δημοσιεύτηκαν πουθενά δεν είδαμε λέξη για τις απάτες και τις ληστείες του Μπακογιάννη, παρ’ ότι γνωρίζει την αναφορά Ευθυμιάδη!).
Σύμφωνα λοιπόν με την πάρα πάνω αναφορά το αρχικό μετοχικό κεφάλαιο της Γραμμής που αποτελούνταν από 12 εκατομμύρια του Μπακογιάννη, 33 εκατομμύρια της αδελφής του και 15 εκατομμύρια του Κουνελάκη, ποτέ δεν πληρώθηκε απ’ αυτούς, όπως ψευδώς δήλωσαν, αλλά προήλθε απ’ τα κλεμμένα του Κοσκωτά. Γράφει ο εισαγγελέας επί λέξει: «στα λογιστικά βιβλία της εταιρείας έτους 1982 αναγιγνώσκουμε ότι οι ως άνω τρεις ιδρυτές της εταιρείας και μόνοι μέτοχοι φέρονται να έχουν δήθεν μετρήσει, να έχουν δήθεν πληρώσει και να έχουν δήθεν καταβάλει στο ταμείο της εταιρείας το μετοχικό κεφάλαιο», ενώ «οι ιδρυτές της εταιρείας μέτοχοι Π. Μπακογιάννης, Δ. Κουνελάκης και Αν. Κασβίκη (αδελφή του Μπακογιάννη) δεν κατέβαλαν ούτε μια δραχμή από το μετοχικό κεφάλαιο. Το αρχικό αυτό ιδρυτικό κεφάλαιο είναι προϊόν εγκλημάτων.
»Το χρηματικό αυτό ποσό δεν κατατέθηκε από τους ιδρυτές μετόχους ούτε στην Τράπεζα Κρήτης, ούτε στην Τράπεζα Αμέρικαν Εξπρές, ούτε “τοις μετρητοίς” στο ταμείο της ΑΕ Γραμμή. Περιήλθε όμως στο Ταμείο της ΑΕ Γραμμή από τα διαθέσιμα της Τράπεζας Κρήτης στην Τράπεζα της Ελλάδος»
Και συμπεραίνει ο εισαγγελέας: «Από τις αναφορές αυτές βεβαιώνεται επαρκώς ότι η ίδρυση της ανώνυμης εταιρείας Γραμμή Παραγωγή και Εκμετάλλευση Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας που εκδίδει εφημερίδες και περιοδικά και ίδρυσε και λειτουργεί ραδιοφωνικό σταθμό, οικονομικώς στηρίχθηκε στο έγκλημα. Η προέλευση του ιδρυτικού μετοχικού κεφαλαίου είναι προϊόν εγκλήματος», θεωρώντας υπεύθυνο το Μπακογιάννη για 1) «αποδοχή προϊόντων εγκλήματος που αφορά την καταβολή του ιδρυτικού κεφαλαίου της ΑΕ Γραμμή, που η προέλευση του έχει ως πηγή το κακούργημα της απάτης Κοσκωτά, 2) την «ψευδή πιστοποίηση-βεβαίωση και εξαπάτηση της Νομαρχίας Αθηνών».
Σύμφωνα όμως με το χουντικό εισαγγελέα Δωρή (υπήρξε βασιλικός επίτροπος στο Έκτακτο Στρατοδικείο Αθηνών το 68 με 69 όπου δικάστηκαν 536 υποθέσεις αγωνιστών ενάντια στη Δικτατορία) όλα τα πάρα πάνω αδικήματα είναι πλημελήμματα και έχουν παραγραφεί, επειδή έχει περάσει 5ετία. Στο σημείο αυτό θ’ ανοίξουμε μια μικρή παρένθεση σχετικά με την ιδεολογία που κάνει θραύση σήμερα στη χώρα, όχι μόνο σε σχέση με τη συγκεκριμένη περίπτωση Μπακογιάννη, αλλά και με τα άλλα σκάνδαλα και το ενδεχόμενο παραγραφής τους, το νομικίστικο κρετινισμό. Κατηγορούνται διάφοροι επώνυμοι για τεράστιες απάτες, ληστείες, σκάνδαλα. Οποιοσδήποτε απλός άνθρωπος που είναι αθώος θα το αρνιόταν με όλες τις δυνάμεις, θάφερνε αποδείξεις της αθωότητας του επί της ουσίας, θα αντεπιτίθονταν στους συκοφάντες. Όχι όμως αυτοί. Αυτοί δεν απαντάνε επί της ουσίας, ενώ με τη σιωπή τους επιβεβαιώνουν την ενοχή τους. Έχουν όμως μιαν άλλη ατράνταχτη απάντηση: «Είτε έκλεψα είτε όχι, με καλύπτει ο νόμος», σου αποκρίνονται. «Σύμφωνα με το τάδε άρθρο του τάδε νόμου η ληστεία μου είναι πλημμέλημα άρα παραγράφεται. Σύμφωνα με το τάδε άρθρο του τάδε νόμου, είμαι συμμέτοχος, άρα πρέπει να δικαστώ με βουλευτές που έχουν ασυλία, άρα τη γλυτώνω. Σύμφωνα με το τάδε άρθρο και τους εξής σπεσιαλίστες νομικούς, αρκεί η παραπομπή απ’ τη Βουλή, αλλά άλλοι νομικοί και το Ανώτατο Δικαστήριο θ’ αποφανθούν ότι χρειάζονταν τα κλητήρια θεσπίσματα ή και οι δίκες, άρα παραγράφονται τα σκάνδαλα». Καλά, όλοι αυτοί οι φωστήρες που προβάλλουν αυτή τη γραμμή υπεράσπισης δεν αντιλαμβάνονται τον πολιτικό κρετινισμό της. Δεν αντιλαμβάνονται ότι αντί να αθωώνονται αυτοδικάζονται από μόνοι τους, ότι έτσι ομολογούν ότι είναι ένοχοι απέναντι στο λαό. Δεν αντιλαμβάνονται ότι αντί ν’ αποκαταστήσουν τον «διαρραγέντα κοινωνικό ιστό» τον διαρρηγνύουν ακόμη περισσότερο. Δεν αντιλαμβάνονται ότι αντί ν’ αναστηλώσουν τους τρωθέντες θεσμούς τους, επιταχύνουν την κατάρρευση τους, γελοιοποιώντας τους ακόμη περισσότερο. Γιατί ο απλός λαός που διαβάζει γεμάτος αγανάκτηση όλες αυτές τις βαρύγδουπες νομικίστικες φλυαρίες σκέφτεται πολύ απλα: και τι με νοιάζει εμένα τι λέει ο τάδε νομός; Μήπως εγώ τον έφτιαξα; Μήπως με ρώτησαν ποτέ; Αυτοί κλέβουν, αυτοί φτιάχνουν και τους νόμους. Δικοί τους είναι οι δικαστές δικά τους τα κοινοβούλια. Δικό τους το πεπόνι, δικό τους το μαχαίρι. Η ουσία είναι μία: ότι ενώ οι ίδιοι ούτε καν αρνούνται ότι είναι κλέφτες και απατεώνες, κανείς δεν μπορεί να τους αγγίξει, ούτε η Βουλή, ούτε οι νόμοι, ούτε η Δικαιοσύνη. Ακόμη και τον Κοσκωτά. Καλά έλεγα ότι οι πολιτικοί είναι κλεφτρόνια.
Τον ελληνικό λαό δεν τον ενδιαφέρει η νομική πλευρά της υπόθεσης πούναι δευτερεύουσα αλλά η ουσιαστική. Ότι υπάρχουν εγκλήματα και σκάνδαλα, ότι υπάρχουν απατεώνες και συστηματική ατιμωρησία. Για το λαό τόσο το υπερσκάνδαλα των σκανδάλων των προβληματικών, όσο και αυτό του Κοσκωτά είναι υπαρκτά και κανένα νομικό κατασκεύασμα, καμιά δικολαβία δεν πρόκειται να το παραγράψει. Γιατί είναι τεράστια εγκλήματα σε βάρος της χώρας και ο λαός απαιτεί την τιμωρία των ενόχων.
Ξαναγυρίζοντας λοιπόν στο ζήτημα του Μπακογιάννη, κανένα δεν ενδιαφέρει αν ο χουντικός εισαγγελέας, πρώην βασιλικός επίτρόπος στρατοδικείου Δωρής χαρακτήρισε τα εγκλήματα του Μπακογιάννη πλημμελήματα επιτρέποντας έτσι την παραγραφή τους. Αυτό που ενδιαφέρει είναι η ουσία. Ότι ο Μπακογιάννης έκανε όλα τα πάρα πάνω (και πάρα κάτω) εγκλήματα όπως κι αν τα χαρακτηρίζει ο Δωρής.
Αυτό που ενδιαφέρει είναι ότι την εποχή που έγιναν όλα τα πάρα πάνω εγκλήματα ο Κοσκωτάς ήταν ένας απλός υπάλληλος της Τράπεζας Κρήτης και συνεπώς έχει δίκηο ο εισαγγελέας Ευθυμιάδης όταν υποστηρίζει ότι ο Μπακογιάννης είναι εκείνος που έχρισε εκδότη τον απατεώνα Κοσκωτά και ότι αυτός μεταμορφώθηκε σε εκδότη εφημερίδων, περιοδικών και λειτουργό τοπικού ραδιοφώνου αφού καταλήστεψε την Τράπεζα Κρήτης και βρήκε την πρόθυμη υλική υποστήριξη, με όλες τις μορφές συμμετοχής από την ιεραρχία της Τράπεζας Κρήτης (που δεν ήταν τότε δική του) και τη Γραμμή, δηλαδή τον Μπακογιάννη.
Αυτό όμως που ενδιαφέρει ακόμη περισσότερο είναι ότι μετά από την ίδρυση της Γραμμής έχουμε —σύμφωνα πάντα με τον εισαγγελέα Ευθυμιάδη — οκτώ συνολικά αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου της Γραμμής, μέσω των κλεμμένων χρημάτων από την Τράπεζα Κρήτης, μέχρις ότου αυτό έφτασε τα 4,5 δις. Στις πέντε απ’ αυτές τις αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου-κλοπές, συμμετείχε ο Μπακογιάννης αφού ήταν αντιπρόεδρος της Γραμμής, μέχρι το Φλεβάρη του 85. Αυτό που ενδιαφέρει ακόμη είναι ότι η Γραμμή με αντιπρόεδρο πάντα και μέτοχο το Μπακογιάννη, χρησιμοποιήθηκε σαν μέσο απ’ τον Κοσκωτά για την αγορά της Τράπεζας Κρήτης. Έτσι ο Κοσκωτάς, όντας απλός υπάλληλος της Τράπεζας Κρήτης, πίστωνε με διάφορες κομπίνες το λογαριασμό της Γραμμής —με αντιπρόεδρο Μπακογιάννη— στην Τράπεζα Μακεδονίας-θράκης, και με αυτά τα κεφάλαια αγόρασε την Τράπεζα Κρήτης απ’ τον εφοπλιστή Καρρά. Έχει άλλωστε δημοσιευτεί φωτοτυπία επιταγής, της 5-12-84, με την οποία ο Κοσκωτάς πιστώνει με 400 εκατομμύρια το λογαριασμό της Γραμμής, του Μπακογιάννη στην Τράπεζα Μακεδονίας-θράκης, ποσό που είναι μέρος του κεφαλαίου με το οποίο αγοράστηκε η Τράπεζα Κρήτης, χωρίς ποτέ να το διαψεύσει κανείς.
Αποφασίσαμε λοιπόν να εκτελέσουμε τον απατεώνα και ληστή των χρημάτων του λαού Μπακογιάννη. Ο κύριος αυτός είναι υπεύθυνος όχι μόνο γιατί έκλεψε τα πρώτα 60 εκατομμύρια του ιδρυτικού κεφαλαίου της Γραμμής. Αλλά και για τις εκατοντάδες εκατομμύρια που είτε έκλεψε μαζί με τον συνεργάτη του Κοσκωτά για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Γραμμής αλλά και για την αγορά μέσω της Γραμμής της Τράπεζας Κρήτης, είτε εισέπραξε σαν αντίτιμο απ’ τα κλεμμένα του Κοσκωτά, για την ανεκτίμητη συνεργασία του κι εκδούλευση, χωρίς τις οποίες δεν θα μπορούσε να μεταμορφωθεί ούτε σε εκδότη ούτε σε τραπεζίτη. Ο Μπακογιάννης υπήρξε ο κύριος και βασικός συνεργάτης του Κοσκωτά και άρα συνένοχος του στην πρώτη φάση της σταδιοδρομίας του που υπήρξε καθοριστική για τη μετέπειτα αναρίχησή του στις κορυφές του εκδοτικού και τραπεζικού κατεστημένου. Και είναι η έσχατη κατάπτωση για το Συνασπισμό να δέχεται να συζητάει και να διαπραγματεύεται μ’ έναν τέτιο απατεώνα σαν εκπρόσωπο της ΝΔ.
Το γεγονός ότι χτυπάμε το Μπακογιάννη δεν σημαίνει ότι δεν θεωρούμε σαν κύριους υπεύθυνους για το σκάνδαλο Κοσκωτά τους Παπανδρέου, Κουτσόγιωργα, Πέτσο, Ρουμελιώτη, Χαλίκια. Οι ευθύνες όμως όλων αυτών υπάρχουν κυρίως αφ’ ότου ο Κοσκωτάς έγινε τραπεζίτης και εκδότης και συνεπώς αυτό δεν σημαίνει ότι . δεν υπάρχουν ευθύνες και συνενοχή άλλων και κυρίως σημερινών κορυφαίων παραγόντων της ΝΔ.
Η ενέργεια αυτή είχε αποφασιστεί να γίνει σαν δεύτερο σκέλος μιας ενέργειας που στόχευε τους δυο υπεύθυνους πολιτικούς χώρους για το σκάνδαλο Κοσκωτά, δηλαδή τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και τη ΝΔ, και ειδικότερα δύο από τους κύριους υπεύθυνους από τον κάθε χώρο, τον Πέτσο και τον Μπακογιάννη. Είχε αποφασιστεί να γίνει μια βδομάδα περίπου μετά την επίθεση ενάντια στον Πέτσο. Δυστυχώς όμως η ενέργεια αναβλήθηκε τότε για δυο λόγους. Πρώτον επειδή η επίθεση ενάντια στον Πέτσο απέτυχε επιχειρησιακά και κυρίως επειδή δεν προλαβαίναμε χρονικά. Η επίθεση ενάντια στον Πέτσο καθυστέρησε περίπου τρεις βδομάδες με συνέπεια να καθυστερήσει και η δεύτερη και να εξαφανιστεί ο Μπακογιάννης λόγω των εκλογών.
Άλλωστε αυτό φαίνεται απ’ το ίδιο το κείμενο ενάντια στον Πέτσο όπου ενώ χτυπάμε τη ΝΔ και τη Βλάχου, δεν λέμε, εσκεμμένα, λέξη ενάντια στο Μπακογιάννη.
Αυτά όλα τα λέμε γιατί προβλέπουμε ότι η δυσμενής για μας συγκυρία της παραπομπής θέατρο του Παπανδρέου, θα δώσει και πάλι πάτημα στις διάφορες φυλλάδες, τις γνωστές «αποθήκες δηλητηρίου», να πούνε και πάλι ότι μας έβαλε το ΠΑΣΟΚ, αφού δεν δίστασαν να το πουν, ακόμη και όταν χτυπήσαμε το ΠΑΣΟΚ και τον Πέτσο. Ας καταλάβουν όμως ότι το επαναστατικό κίνημα αποφασίζει τη δραστηριότητα του με βάση τις δικές του αναλύσεις, χτυπάει όσους θεωρεί υπεύθυνους απατεώνες και κλέφτες και δεν ενδιαφέρεται για το αν οι ίδιες φυλλάδες που έλεγαν χτες ότι μας βάζει η Χούντα ή η ΝΔ σήμερα λένε ότι μας βάζει το ΠΑΣΟΚ. Άλλωστε σήμερα πια είναι υποχρεωμένες ν’ αλλάξουν παραμύθι, γιατί ξεσκεπάζονται. Υποτίθεται —σύμφωνα με τα παραμύθια τους — ότι μέχρι τώρα μας έβαζε το ΠΑΣΟΚ πούχε στα χέρια του τον κρατικό μηχανισμό. Σήμερα όμως αυτός ελέγχεται απ’ τη ΝΔ που έχει κάθε συμφέρον και θάχει μεγάλα εκλογικά οφέλη αν αποδείκνυε ότι δεν υπάρχει 17Ν κι ότι το ΠΑΣΟΚ είναι πίσω απ’ την «τρομοκρατία». Περιμένουμε λοιπόν εναγωνίως να συλλάβει η κυβέρνηση ΝΔ, τους Πασόκους που μας καθοδηγούν για να μάθουμε επί τέλους κι εμείς, οι αφελείς, τίνος το παιχνίδι παίζουμε.
Όπως είχαμε τονίσει και στην ανακοίνωση μας τον Ιούλη, ο Συνασπισμός εξαπάτησε τους ψηφοφόρους του όχι μόνο με τη στήριξη της κυβέρνησης ΝΔ, ενώ μιλούσε προεκλογικά για προοδευτική κυβέρνηση. Αλλά και με το παραμύθι ότι η στήριξη ήταν αναγκαία για να πραγματοποιηθεί η «κάθαρση», ενώ γνώριζε ότι η ΝΔ όντας υπόλογη για ανάλογα σκάνδαλα δεν μπορούσε να την πραγματοποιήσει και θ’ αναγκάζονταν να μεθοδεύσει —πίσω απ’ τα πυροτεχνήματα της Βουλής — την παραγραφή, πράγμα που κάνει σήμερα χωρίς να κρατάει καν τα προσχήματα. Ανακύπτει κατά συνέπεια το ερώτημα γιατί ο Συνασπισμός προτίμησε να εξαπατήσει τον κόσμο του και να στηρίξει την κυβέρνηση των απατεώνων της ΝΔ, δήθεν για την «κάθαρση». Η απάντηση δόθηκε από ένα απ’ τα νεότερα μέλη της ηγεσίας του Συνασπισμού, τη Μ. Δαμανάκη. Σε συνέντευξη της στις 30 Ιούλη σε κυριακάτικη εφημερίδα, δηλώνει τα εξής καταπληκτικά; «Γιατί η σημασία του σκανδάλου Κοσκωτά δεν εξαντλείται στο ότι ήταν ένα μεγάλο σκάνδαλο. Αλλά στο γεγονός ότι οδήγησε στην κατάρρευση ένα ολόκληρο σύστημα, που οικοδομήθηκε προσεκτικά από το 1974 πάνω στη λογική της εναλλαγής δύο μεγάλων κομμάτων στην εξουσία. Να έρχεται ο καθένας με τους δικούς του και να προχωράει η Ελλάδα». Σ’ αυτές τις τρεις αράδες εμπεριέχεται όλη η ουσία, όλη η αλήθεια για την πολιτική του Συνασπισμού. Δεν συμμετέχει στην κυβέρνηση για να γίνει κάθαρση αλλά γιατί το πολιτικό «σύστημα λόγω των σκανδάλων έχει καταρρεύσει», έχει χρεωκοπήσει και πρέπει να το αναστηλώσει. Η κάθαρση λοιπόν δεν είναι αναγκαία σαν τέτια, κι ούτε ενδιαφέρει αν είναι πραγματοποιήσιμη, είναι απαραίτητη όμως γι’ αυτήν την αναστήλωση. Η συμμετοχή λοιπόν του Συνασπισμού είναι απολύτως απαραίτητη σ’ αυτήν την αναστήλωση, αφού αν επιχειρούσε μόνη της η ΝΔ αυτή την κάθαρση-αναστήλωση θα γελούσε και το παρδαλό κατσίκι.
Ο στόχος όμως και ο τελικός σκοπός ενός κομμουνιστικού κόμματος, παντού και πάντα είναι να οδηγήσει στην κατάρρευση το πολιτικό αστικό σύστημα. Άρα η πάρα πάνω ομολογία σημαίνει ότι το ΚΚΕ κι ο Συνασπισμός δεν έχουν τέτιο σκοπό και ο στόχος τους είναι «να έρχεται ο καθένας —δηλαδή η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ — στην εξουσία» και αυτοί απλά θα τρέχουν ν’ αναστηλώσουν το καραβοτσακισμένο σύστημα μόλις αυτό βουλιάζει απ’ τα πολλά σκάνδαλα.
Η υποστήριξη λοιπόν της κυβέρνησης ΝΔ είναι στρατηγική επιλογή στήριξης του αστικού καθεστώτος σε μία στιγμή που αυτό κινδυνεύει σοβαρά να καταρρεύσει απ’ τα σκάνδαλα και όχι αναγκαία τακτική επιλογή που δήθεν βοηθάει την πάρα πέρα πάλη του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό.
Είναι στρατηγική επιλογή που αναιρεί τον τελικό στόχο του σοσιαλισμού και τις επαναστατικές αρχές του κομμουνισμού και όχι τακτικός ελιγμός για την ασφαλέστερη πραγματοποίηση του. Είναι αυτό ακριβώς που αποκαλεί ο Λένιν προδοτικός συμβιβασμός στον «Αριστερισμό», όπου μιλάει για τα δύο είδη συμβιβασμών, κάνοντας σαφή διάκριση ανάμεσα στον αναγκαίο τακτικό συμβιβασμό και τον προδοτικό όπου ξεπουλάς τις αρχές σου.
Αυτός είναι ο λόγος που αυτή η πολιτική του ΚΚΕ και του Συνασπισμού έχει δημιουργήσει τόσο μεγάλες μαζικές διαφωνίες στη βάση τόσο του ΚΚΕ όσο και της ΚΝΕ, αλλά και στη μεγάλη μάζα των αριστερών. Κι αυτό παρ’ όλο ότι το σύνολο σχεδόν του ημερήσιου τύπου1 προπαγανδίζει και λιβανίζει καθημερινά αυτήν την πολιτική, κολακεύει τις ηγεσίες. Αποκρύβει και συσκοτίζει το πραγματικό και κοινωνικό της περιεχόμενο, ψευδολογεί ασύστολα ενάντια στους διαφωνούντες, παρουσιάζοντας τους άλλοτε σαν δογματικούς άλλοτε σαν αντίθετους στη «συμφιλίωση», άλλοτε σαν συντηρητικούς2.
__________________________
1. Οι δύο γνωστές εφημερίδες που τη χτυπάνε, το κάνουν από μια σκοπιά πασόκικη και αντικομμουνιστική με αποτέλεσμα να ζημιώνουν περισσότερο τους διαφωνούντες παρά αυτούς που χτυπάνε.
2. Παρουσιάζοντας το μαύρο άσπρο. Η συμπεριφορά αυτή του τύπου, να παρουσιάζει τους σταλινικούς ηγέτες σαν δημοκράτες και το δικαίωμα στη διαφωνία και στην αυτονομία ιδιαίτερα σε ζητήματα στρατηγικής σαν σταλινική αυθαιρεσία, δείχνει όλη την αντιδραστική πρακτική συστηματικής παραπληροφόρησης και απο-πληροφόρησης του σημερινού τύπου. Αν ο Συνασπισμός δεν υποστήριζε σήμερα την κυβέρνηση της ΝΔ, για το ίδιο αυτό ζήτημα της σχέσης ΚΚΕ-ΚΝΕ, η θέση του Τύπου θάταν ακριβώς η αντίθετη, θαχαμε καθημερινά σ’ όλες τις φυλλάδες δεκάδες πηχιαίους πρωτοσέλιδους τίτλους, δεκάδες πύρινα άρθρα όπου «δημοκράτες», δεξιοί, «αντιεξουσιαστές», «ανανεωτικοί της αριστεράς» θα κατακεραύνωναν με αγανάχτηση την αδιόρθωτη σταλινική ηγεσία Φλωράκη-Φαράκου που δεν είναι σε θέση να συλλάβει τα μυνήματα της περεστρόικα και που θα υπεράσπιζαν σε επίπεδο αρχών το ιερό δικαίωμα της νεολαίας στη διαφωνία.
__________________________
Αυτός τέλος είναι ο λόγος που εξηγεί όλη την πρόσφατη συμπεριφορά του ΚΚΕ και του Συνασπισμού. Απ’ τη μια έχει μεταβληθεί σε χυδαίο απατεώνα που εμπαίζει το λαό (σκάνδαλο δεν είναι μόνο να κλέβεις αλλά και να εμπαίζεις το λαό με τους φακέλλους, δήλωσε ο βουλευτής του Συνασπισμού Κάππος) κι απ’ την άλλη σε μόνιμο καρπαζοεισπράκτορα που δεν προλαβαίνει να μετράει τις σβουριχτές σφαλιάρες της ΝΔ, παρ’ όλες τις φιλότιμες προσπάθειες των φυλλάδων αλλά και της ΝΔ να τις παρουσιάσουν σαν χάδια, Γιατί όταν έχεις πάρει τη μεγάλη απόφαση να παραιτηθείς απ’ τις αρχές σου, να στηρίξεις το αστικό πολιτικό σύστημα που «κινδυνεύει με κατάρρευση» απ’ τα σκάνδαλα, όπως θάλεγε και η Δαμανάκη, δεν διστάζεις πια μπροστά σε τίποτε. Τα δέχεσαι όλα πια αφού όλα φαντάζουν μηδαμινά κι ασήμαντα μπροστά σ’ αυτήν τη στρατηγική απόφαση. Και το λαό θα εξαπατήσεις μιλώντας του για προοδευτική κυβέρνηση, θα τον εμπαίζεις ότι κάνεις «κάθαρση» ενώ πας για παραγραφή, θα τον εξαπατήσεις προσπαθώντας να εξαγνίσεις τη ΝΔ, λόγω της αναγκαίας αναστήλωσης του συστήματος ενώ ξέρεις ότι οι Νεοδημοκράτες δεν είναι απλά συντηρητικοί αλλά απατεώνες, λυμεώνες του ενός τρισεκατομμυρίου των προβληματικών, ίδιοι αν όχι χειρότεροι απ’ τους κλέφτες Πασόκους, θα εμπαίζεις το λαό με προκλητικά λαϊκίστικο τρόπο, ότι δήθεν καήκανε οι φάκελλοι ενώ όλα τα στοιχεία τους πέρασαν στους κομπιούτερ και το ηλεκτρονικό φακέλλωμα σήμερα κάνει θραύση. Και τον Τούρκο αγωνιστή θα συναινέσεις να παραδοθεί στους Τούρκους φασίστες δήμιους του, βγάζοντας εκ των υστέρων ανέξοδες υποκριτικές διαμαρτυρίες. Και στον Παλαιστίνιο Χαμντάν θα κάνεις την πάπια επιτρέποντας την αυριανή έκδοση του στους Αμερικάνους.
Τίποτε πια δεν μένει που να μπορείς ν’ αρνηθείς, που νάχει για σένα κάποια αξία. Οι υποχωρήσεις, οι παλινωδίες, η αυτογελοιοποίηση θάρχονται η μία μετά την άλλη. Και την ιδιωτική τηλεόραση θα προσφέρεις αυθαίρετα και χαριστικά στους εμπόρους δήλητηρίου-εκδότες και το Βαρδινογιάννη. Και στη συμβολική αύξηση του ψωμιού, αλλά και στα είδη πρώτης ανάγκης των Σουπερ-μάρκετς σ’ ένα μόνο μήνα κατά 10-20% θα συναινέσεις. Αλλά και στην αυριανή σκληρή λιτότητα, στη νέα μείωση των μισθών και της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων θα συμφωνήσεις, υποχωρώντας και σ’ αυτό το ζωτικό για τους εργαζομένους ζήτημα. Εκεί όμως που οι υποχωρήσεις, οι παλινωδίες και η αυτογελοιοποίηση θα ξεπεράσει κάθε όριο είναι το ζήτημα της απλής αναλογικής και της κατάργησης του «συν ένα» αλλά και της διενέργειας εκλογών το αργότερο στις 5 Νοέμβρη, ομολογώντας πια έτσι κυνικά ότι η «κάθαρση» είναι κοροϊδία. Ποτέ ίσως πολιτικό κόμμα δεν απεμπόλησε όλες τις διακηρύξεις του και τις αρχές του, σε τόση έκταση και σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα με τέτιο εξευτελισμό.
Ο Συνασπισμός και το ΚΚΕ δεν έχουν απολύτως καμιά σήμερα ελευθερία κινήσεων, είναι δέσμιοι της ΝΔ. Η πρώτη τους στρατηγική απόφαση στήριξης του παραπαίοντος πολιτικού συστήματος προκαθόρισε όλες τις μελλοντικές κινήσεις τους, με αποτέλεσμα νάχουν σήμερα δεμένα τα χέρια τους και να μην μπορούν ν’ αντιδράσουν σε οποιαδήποτε απαίτηση της ΝΔ. Στην παραμικρή διαφωνία του η ΝΔ απειλεί με διάλυση την κυβερνητική συνεργασία που σημαίνει ανοιχτή χρεωκοπία της στρατηγικής του Συ-νασπισμού, αφού έχει σαν δεδομένη και σήμερα πια τελειωμένη τη διαδικασία της «κάθαρσης»-αναστήλωσης του πολιτικού συστήματος πούναι το μόνο που την ενδιέφερε. Παρ’ ότι όμως ο Συνα-σπισμός υποχωρεί στα πάντα, αυτό δεν πρέπει να φαίνεται προς τα έξω ακόμη και για τη ΝΔ (δηλώσεις Μητσοτάκη για τις εκλογές) πούχει συμφέρον να μην οδηγήσει αυτήν την πολιτική του Συνασπισμού σε αδιέξοδο. Τέλος η παγίδευση του Συνασπισμου και του ΚΚΕ είναι τέτια που ακόμη κι αν επιχειρήσει σπάσιμο της συνεργασίας με τη ΝΔ, λόγω του ότι τα μηνύματα για το εκλογικό αποτέλεσμα θάναι ιδιαίτερα ανησυχυτικά, και αλλαγή πλεύσης προς το ΠΑΣΟΚ, πάλι δεν θα πρόκειται για αλλαγή στρατηγικής αλλά για συνέχιση των υποχωρήσεων, συνέχιση της άνευ όρων στήριξης του καθεστώτος, θα πρόκειται για μια νέα παλινωδία, με μόνη τη διαφορά ότι οι σφαλιάρες θάρχονται τώρα απ’ το ΠΑΣΟΚ κι όχι απ’ τη ΝΔ. Ο Συνασπισμός λοιπόν και τα ΚΚΕ-ΕΑΡ με τον συνεχή εμπαιγμό και την εξαπάτηση του λαού, την προδοσία αρχών και προγραμμάτων, τις συνεχείς υποχωρήσεις μπήκαν πια για καλά στο κλαμπ των απατεώνων πολιτικών και δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτε απ’ τα ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Αλλά και με τις συνεχείς παλινωδίες και την αλλοπρόσαλλη πολιτική τους κατέστησαν όχι μόνο αναξιόπιστοι και αφερέγγυοι, αλλά και φαιδροί. Και δεν είναι τυχαίο ότι ο λαός μας, με το αλάθητο πολιτικό του κριτήριο, τους αποκαλεί σήμερα Τσίρκους χωρίς βέβαια να εννοεί μόνο τον Κύρκο.
Ενώ όμως αυτή η πολιτική υποστηρίζεται απ’ το σύνολο σχεδόν του ημερήσιου τύπου και το σύνολο των ηλεκτρονικών μέσων μαζικής ενημέρωσης, υποστήριξη που δεν είχε ίσως καμιά άλλη πολιτική στην Ελλάδα μεταπολεμικά, εν τούτοις δεν περνάει στη βάση, όπως το διαπιστώνει ο καθένας στις απειράριθμες πολιτικές συζητήσεις που γίνονται απανταχού της χώρας. Όλο και μεγαλύτερες μάζες εργαζομένων, αριστερών εκφράζουν πηγαία και αυθόρμητα την αντίθεση τους, αγανακτούν, χλευάζουν αυτή την πολιτική. Γιατί όλος αυτός ο κόσμος έχει απόλυτη συνείδηση ότι η «αποσύνθεση του κοινωνικού και πολιτικού ιστού» δεν είναι αποτέλεσμα μόνο του σκανδάλου Κοσκωτά, όπως ψευδώς διατείνεται ο Συνασπισμός και οι φυλλάδες, αλλά συνέπεια και του σκανδάλου των προβληματικών προ δεκαετίας και της ατιμωρησίας των ένοχων πολιτικών και οικονομικών παραγόντων, Ατιμωρησία που συνεχίζεται σήμερα σε σχέση με το σκάνδαλο Κοσκωτά.
Όλος αυτός ο κόσμος όχι μόνο δεν πρόκειται να συναινέσει στην αυριανή σκληρή λιτότητα, αλλά και θα την παλαίψει σκληρά. θα την παλαίψει τόσο πιο πολύ που η σημερινή πολιτική του Συνασπισμού-ΚΚΕ διέλυσε και την τελευταία απ’ τις αυταπάτες του. Έδειξε ολοκάθαρα το ρεφορμιστικό ρόλο των ΚΚΕ-Συνασπισμου, το ρόλο τους σαν δεκανίκι του παραπαίοντος συστήματος. Η συνεχιζόμενη λοιπόν ατιμωρησία αλλά και η σημερινή πολιτική πρακτική του Συνασπισμού αντί για την αναστήλωση του καταρρέοντος πολιτικού συστήματος και των θεσμών έχει σαν αποτελεσμα πάρα πέρα χρεωκοπία τους κι εξευτελισμό τους αφού ούτε η Δικαιοσύνη, ούτε οι νόμοι, ούτε η Βουλή, ούτε οι εκλογές είναι σε θέση να τιμωρήσουν τους ενόχους, κι αφού πέρα απ’ τους Νεοδημοκράτες και Πασόκους απατεώνες, οι μόνοι που διέθεταν κάποιο κύρος αποδεικνύονται και αυτοί σήμερα σαν εξίσου απατεώνες, αναξιόπιστοι και φαιδροί, που πρόδωσαν τις αρχές και τα προγράμματα τους.
ΓΙΑ ΤΗ ΛΑΪΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ ΜΕ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΜΕΣΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ. ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ ΜΕ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΣΤΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΜΟΝΑΔΕΣ. ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΤΕΛΙΚΗ ΝΙΚΗ.
Αθήνα 18-9-89
Επαναστατική Οργάνωση 17 ΝΟΕΜΒΡΗ
Υ.Γ. 1. Ένα καινούργιο στοιχείο που αποκαλύφθηκε αυτή την εβδομάδα ήρθε να υπογραμμίσει ξανά τη γελοιότητα αλλά και τη γενική συναίνεση του τύπου σ’ αυτό τον εμπαιγμό. Ο Έβερτ, που είναι ένας από τους κύριους υπουργούς και ηγέτες της ΝΔ, είχε χρηματοδοτηθεί με 10 εκατομμύρια δραχμές από τον Κοσκωτά το 86 και ψευδολόγησε χυδαία λέγοντας ότι νόμιζε δήθεν ότι τα χρήματα προέρχονταν απ’ τον εφοπλιστή Καρρά, ενώ αυτός είχε πουλήσει την Τράπεζα Κρήτης το 84, και πήρε την επιταγή της το 86. Το γεγονός αυτό, που αποσιωπήθηκε εσκεμμένα απ’ τον τύπο, έχει τεράστια σημασία γιατί δείχνει ότι ένας υπουργός μιας κυβέρνησης που σκίζεται να πείσει ότι πραγματοποιεί κάθαρση και ότι θα τιμωρήσει τους ένοχους και συνένοχους του Κοσκωτά, αποκαλύπτεται σαν ένας χυδαίος κλεπταποδόχος των κλεμμένων του Κοσκωτά, που ούτε καν έστερξε τόσο καιρό να τα επιστρέψει και χρειάστηκε να τον πιάσει στα πράσα ο Καμάρας. Δεν μπορούμε τέλος να μιλάμε για «κάθαρση» και τιμωρία όταν ένας ολόκληρος εσμός από πολιτικούς, επιχειρηματίες, κλινικάρχες, εκδότες, δημοσιογράφους έχουν τσεπώσει και συνέχισαν να τσεπώνουν μετά τη φυγή του μεγάλα ποσά από τα κλοπιμαία του Κοσκωτά, μεγαλώνοντας έτσι τη συνολική ζημιά και ρίχνοντας την στην πλάτη του λαού. Ποσά που προκλητικά αρνούνται σήμερα να επιστρέψουν. Ποιοι, πότε και πόσα επιτέλους —εκτός απ’ τους ποδοσφαιριστές και καλαθοσφαιριστές — απ’ αυτούς τους λυμεώνες επέστρεψαν τα κλεμμένα;
Υ.Γ. 2. Τα πρόσφατα γεγονότα στην ΚΝΕ και η καθαίρεση από την ηγεσία του ΚΚΕ του ΚΣ της ΚΝΕ επιβεβαιώνουν απόλυτα όσα γράφαμε πιο πάνω, τόσο για το ΚΚΕ όσο και για τον τρόπο που τα σχολίασε ο τύπος. Δείχνουν ολοκάθαρα ότι η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ ενώ ορκίζεται στο όνομα της περεστρόικα, παραμένει βαθύτατα σταλινική τόσο στις μεθόδους όσο και στο περιεχόμενο της πολιτικής του, και ότι αντίθετα απ’ ό,τι λένε οι αστικές φυλλάδες οι σταλινικές μέθοδοι συμβαδίζουν —όπως σχεδόν πάντα άλλωστε— με δεξιό πολιτικό και κοινωνικό περιεχόμενο, με το σημερινό προδοτικό συμβιβασμό με τη ληστρική αστική τάξη.
Η καθαίρεση με διοικητικό μέτρο, του ΚΣ της ΚΝΕ δεν είναι απλά αντιδημοκρατικό μέτρο αλλά κλασική και καραμπινάτη σταλινική ενέργεια που θυμίζει τις σταλινικές εκκαθαρίσεις διαφωνούντων στα τέλη της δεκαετίας του 20. Εκκαθαρίσεις που οδήγησαν στη μονολιθικότητα και τη μετέπειτα βίαιη και αιματηρή καταστολή. Είναι σταλινική μονολιθικότητα και όχι δημοκρατικός συγκεντρωτισμός. Γιατί ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός βασίζεται και έχει σαν αναγκαία προϋπόθεση την πιο πλατιά δημοκρατική συζήτηση στις γραμμές του κόμματος. Απ’ αυτήν την πολιτικό-ιδεολογική διαπάλη διαφόρων απόψεων προκύπτει η γραμμή του κόμματος και η οποιαδήποτε πολιτικό-ιδεολογική καθοδήγηση, που νομιμοποιείται πολιτικά απ’ αυτήν ακριβώς την πλατιά συζήτηση και αντιπαράθεση.
Ιδιαίτερα όμως σήμερα που έχουμε να κάνουμε με ζήτημα στρατηγικής φύσης, όπως η στήριξη της κυβέρνησης ΝΔ, που συνιστά συμβιβασμό με την ληστρική άρχουσα τάξη σε φάση μείζονος κρίσης της ελληνικής κοινωνίας, μια τέτια πλατιά συζήτηση δεν έγινε, (θάταν φαιδρό βέβαια να υποστηρίξει κανείς ότι αυτή η απόφαση στήριξης της κυβέρνησης ΝΔ εμπεριέχονταν στις αποφάσεις του προηγούμενου συνεδρίου). Δεν έγινε όχι μόνο πριν από τις εκλογές αλλά εμποδίστηκε κι εμποδίζεται συστηματικά μέχρι σήμερα, απ’ την ηγεσία του ΚΚΕ που προσπαθεί με τις σταλινικές συνταγές να αποφύγει αυτή τη συζήτηση. Καθαίρεση βουλευτή μέλους της ΚΕ, άλλων μελών δημοσιογράφων, άλλων στελεχών και τελικά του ΚΣ της ΚΝΕ. Κι αφού θάχει πια εκδιώξει όλους τους επικίνδυνους διαφωνούντες, θα μαγειρέψει το συνέδριο της, με τους δικούς της. Οι καθαιρέσεις λοιπόν γίνονται γιατί η ηγεσία δεν μπορεί να πείσει με επιχειρήματα τη βάση ότι είναι σωστή.
Αυτή όμως η πρακτική δεν είναι μόνο σταλινική αλλά αντιλενινιστική. Για να δείξουμε καθαρά τη διαφορά συμπεριφοράς, θα διαλέξουμε εσκεμμένα ένα παράδειγμα όπου οι διαφωνούντες έχουν λαθεμένη άποψη επί της ουσίας. Όταν το Π.Γ. του Μπολσεβίκικου κόμματος συζητούσε σχεδόν επί ένα μήνα για το ζήτημα της ειρήνης του Μπρεστ-Λιτόβσκ και μετά από αλλεπάλληλες αποφάσεις — όπου ο Λένιν ήταν μειοψηφία— έφτανε στην τελική σωστή απόφαση, το τακτικό συμβιβασμό της υπογραφής της συνθήκης για την ειρήνη με τους Γερμανούς ιμπεριαλιστές, το γραφείο της κομματικής οργάνωσης της Μόσχας, που διαφωνούσε μ’ αυτήν την επιλογή, έκανε ανοιχτή προπαγάνδα ενάντια της, χωρίς ποτέ καμιά καθοδήγηση, ούτε και ο Λένιν να ζητήσει την καθαίρεση της ή τη διαγραφή τους. Έφτασαν μάλιστα μέχρι το σημείο να πάρουν ομόφωνα απόφαση μομφής (!) της ΚΕ του κόμματος και να δηλώσουν ότι δεν θα υπακούσουν πια σ’ αυτήν μέχρι το επόμενο συνέδριο, απειλώντας ανοιχτά με διάσπαση. Ο Λένιν τότε θεώρησε και έγραψε ότι όλα τα πάρα πάνω ήταν στοιχειώδες δικαίωμά τους, δεν διανοήθηκε να πάρει κανένα διοικητικό μέτρο και τους πολέμησε μόνο πολιτικο-ιδεολογικά μέσα απ’ τα έντυπα του κόμματος .
Πρέπει να πούμε ακόμη ότι η περίφημη απόφαση του 10ου συνεδρίου του 1921 για την ενότητα του κόμματος (γνωστή σαν ενάντια στις φράξιες), που περιορίζει αποφασιστικά τα δικαιώματα των διαφωνούντων, αφού επιτρέπει στην πλειοψηφία της ΚΕ να διαγράψει οποιονδήποτε ακόμη και μέλος της, με απλή πλειοψηφία κι έτσι να αλλάζει τη σύνθεση της, τη σύνθεση του Π.Γ. αλλά και του Συνεδρίου, είχε γίνει δεκτή από το Λένιν, σαν «ακραίο μέτρο», σαν «έκτακτο», που αποφασίστηκε λόγω «επικίνδυνης κατάστασης στην οποία βρίσκεται η επανάσταση» (το 1920). Αυτή η θέση άνοιξε διάπλατα το δρόμο στη σταλινική μονολιθικότητα, επιτρέποντας στη σταλινική ηγεσία να διαγράψει διαδοχικά όλους τους διαφωνούντες, και σήμερα δεν έχει απολύτως κανένα λόγο ύπαρξης. Η υλοποίηση συνεπώς αυτής της θέσης με την τελευταία καθαίρεση του ΚΣ της ΚΝΕ, απ’ την ΚΕ του ΚΚΕ μας πάει όχι στην περεστρόικα αλλά στο σταλινικό μεσαίωνα.
Τέλος δεν μπορεί να μην αναφερθούμε στον αποκρουστικό πατερναλισμό που αποπνέει η καθαίρεση και στην αναχρονιστική και αντιδραστική αντίληψη περί οργανώσεων ιμάντα μεταβίβασης των αποφάσεων του Π.Γ. Οι διάφορες οργανώσεις έχουν αυτοτελεί υπόσταση και αυτονομία, δική τους οργανωτική ζωή μόνο φαινομενικά. Στην πραγματικότητα όμως είναι απλά εκτελεστικά όργανα στην υπηρεσία του Π.Γ. Κι όσο εκτελούν τυφλά τις διαταγές έχει καλώς, αλλιώς τους διορίζουμε τους κηδεμόνες τους που θα τους πάρουν απ’ το χεράκι να τους οδηγήσουν στο σωστό δρόμο μέσα απ’ την κομματική εργασιοθεραπεία και όσους στρώσουν στο καθώς πρέπει συνέδριο.
Υ.Γ. 3. Η γενικευμένη κρίση της ελληνικής κοινωνίας και η αναγκαιότητα να παιχτούν πια όλα για όλα, οδήγησε και το γνωστό μας «αντιεξουσιαστή» στο πλήρες ξεσκέπασμά του, τον υποχρέωσε να ρίξει από μόνος του τη μάσκα, θέλοντας να κριτικάρει τον Παπανδρέου, έφτασε στο σημείο να τον κατηγορήσει «για πρόκληση προς τους θεσμούς και την ομαλή πορεία του τόπου», για «τακτική φανατισμού», να τον κατακεραυνώσει για το «εμπρηστικό του κείμενο», για την «αποχώρηση βουλευτών από την ψηφοφορία στη Βουλή» αλλά και για τη «φημολογούμενη αποχή από τις προσεχείς εκλογές». Μια τέτια κριτική μπορεί νάναι θεμιτή από άποψη αρχών κι ανεξάρτητα από το αν είναι σωστή ή όχι, για έναν αστό πολιτικό, για έναν ρεφορμιστή της αριστεράς, δεν μπορεί όμως να στέκει, απ’ την πάρα πάνω σκοπιά των αρχών, για έναν αντιεξουσιαστή. Αυτός είναι, εξ ορισμού αντίθετος σε κάθε θεσμό εξουσιαστικό και ιδιαίτερα στους σημερινούς παραπαίοντες αστικούς, που εξουσιάζουν το λαό, και συνεπώς δεν μπορεί να κριτικάρει κάποιον αστό πολιτικό —οτιδήποτε κι αν του καταλογίζει— ότι τους δυναμιτίζει, χωρίς να παραβιάζει τις ίδιες του τις αρχές και τα πιστεύω του. Έχουμε να κάνουμε λοιπόν όχι με έναν αντιεξουσιαστή αλλά με έναν μασκαρά και αγύρτη, του οποίου ο ρόλος είναι να σκορπάει σύγχυση στο χώρο της άκρας αριστεράς, και σε ορισμένους αγνούς αλλά αφελείς αντιεξουσιαστές και αναρχικούς. Κι εδώ οφείλουμε να δώσουμε μια απάντηση, σε μια ερώτηση που μας είχαν απευθύνει ορισμένοι δημοσιογράφοι στα πρώτα χρόνια της δράσης μας. Ρώταγαν τότε, θέλοντας ν’ αποδείξουν ότι δεν είμαστε αριστεροί: Γιατί δεν έγιναν στη διάρκεια της δικτατορίας, τέτιες ενέργειες σαν τις δικές σας; Η απάντηση σήμερα είναι προφανής. Με τέτιους ανθρώπους σαν τον «αντιεξουσιαστή» μας, μπορούσαν ποτέ οι αντιστασιακές οργανώσεις της άκρας αριστεράς να αναπτύξουν ένοπλη αντιστασιακή δραστηριότητα; Κι αυτό που δυστυχώς πέτυχαν τότε εμποδίζοντας αυτή την ένοπλη αντιστασιακή δράση, προσπαθούν να το πετύχουν και σήμερα.