Το Ινστιτούτο Εργασίας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ), παρουσιάζει τα εμπειρικά ευρήματα της πρώτης δημοσκοπικής έρευνας για την ποιότητα της εργασίας στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, το 52% του συνόλου των ερωτώμενων δήλωσε ότι εργαζόταν παραπάνω ώρες από αυτές που όριζε η σύμβασή του.
Σκοπός της έρευνας είναι να διερευνηθούν διαστάσεις της ποιότητας της εργασίας, όπως το φυσικό της περιβάλλον, η ένταση της εργασίας, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας, η εργασιακή επισφάλεια κ.ά., βάσει των ίδιων των ατομικών εμπειριών και των απόψεων των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα.
Αντικείμενο του συγκεκριμένου κειμένου είναι η διάσταση της ποιότητας του εργασιακού περιβάλλοντος που αφορά τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας.
Συγκεκριμένα, το παρόν κείμενο πολιτικής εξετάζει τις πραγματικές συνθήκες διευθέτησης του χρόνου εργασίας στο εργασιακό περιβάλλον της Ελλάδας, όπως αυτές αποτυπώνονται στις απαντήσεις των ερωτώμενων της δημοσκοπικής έρευνας.
Στο 52% οι υπερωρίες
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, το 52% του συνόλου των ερωτώμενων δήλωσε ότι εργαζόταν παραπάνω ώρες από αυτές που όριζε η σύμβασή του.
Το 48% εργαζόταν στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο, το 50% σε δραστηριότητες παροχής καταλύματος και υπηρεσιών εστίασης, καθώς και στη μεταποίηση, το 70% στις κατασκευές και το 44% στην ενημέρωση-επικοινωνία και σε δραστηριότητες σχετικές με την υγεία και την κοινωνική μέριμνα.
Την ίδια στιγμή, το 29% των ανδρών και το 11% των γυναικών δήλωσαν ότι εργάζονταν από 6 και πάνω ώρες την εβδομάδα από αυτές που όριζε η Σύμβαση Εργασίας τους. Το 12% της ηλικιακής ομάδας άνω των 55 ετών, το 10% της ηλικιακής ομάδας 35-54 ετών και το 5% της ηλικιακής ομάδας 17-34 ετών, ανέφεραν ότι εργάζονταν πάνω από 10 ώρες την εβδομάδα. Πάνω από 6 ώρες την εβδομάδα δήλωσαν το 15% όσων εργάζονταν σε επιχειρήσεις που απασχολούσαν 1-9 άτομα, το 22% σε επιχειρήσεις με 10-49 άτομα, το 25% σε επιχειρήσεις με 50-250 άτομα και το 32% σε επιχειρήσεις άνω των 250 ατόμων.
Επιπλέον, το 66% των ανδρών και το 63% των γυναικών, το 56% της ηλικιακής ομάδας 17-34 ετών, το 68% της ηλικιακής ομάδας 35-54 ετών και το 68% της ηλικιακής ομάδας άνω των 55 ετών, δήλωσαν είτε ότι δεν αμείβονταν καθόλου είτε ότι αμείβονταν μόνο για ένα μέρος της υπερεργασίας τους.
Σημειώνεται ότι το 68% των κατόχων μεταπτυχιακού ή διδακτορικού διπλώματος, το 50% εκείνων με πτυχίο ΑΕΙ/ΤΕΙ και εκείνων με τεχνική εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση, το 38% των αποφοίτων λυκείου και το 30% με εκπαίδευση έως και το γυμνάσιο, ανέφεραν ότι δεν αμείβονταν καθόλου για τις επιπλέον ώρες εργασίας τους. Είτε ότι δεν αμείβονταν καθόλου ή ότι αμείβονταν μόνο για ένα μέρος της υπερεργασίας τους δήλωσαν το 79% των εργαζομένων στην ενημέρωση-επικοινωνία, το 77% των εργαζομένων στην εκπαίδευση, το 77% των εργαζομένων σε επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες, το 65% των εργαζομένων σε δραστηριότητες σχετικές με την υγεία και την κοινωνική μέριμνα, το 65% των εργαζομένων στις κατασκευές, το 63% των εργαζομένων στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο, καθώς και στην επισκευή μηχανοκίνητων οχημάτων, το 57% των εργαζομένων στη μεταποίηση και το 65% των εργαζομένων σε δραστηριότητες παροχής καταλύματος και υπηρεσιών εστίασης.
Την ίδια απάντηση έδωσαν το 60% των ερωτώμενων σε επιχειρήσεις που απασχολούσαν 1-9 άτομα, το 64% στις επιχειρήσεις 10-49 ατόμων, το 70% στις επιχειρήσεις 50-250 ατόμων και το 68% στις επιχειρήσεις άνω των 250 ατόμων.
Το 57% των ανδρών και το 55% των γυναικών ανέφεραν ότι εργάζονταν από ένα και πάνω Σαββατοκύριακο τον μήνα, το 17% των ανδρών και το 10% των γυναικών ότι εργάζονταν νύχτα πάνω από 2 φορές τον μήνα και το 10% των ανδρών και το 7% των γυναικών ότι βίωναν συχνά ή πολύ συχνά απροειδοποίητη αλλαγή βάρδιας.
Το 43% της ηλικιακής ομάδας 17-34 ετών, το 42% της ηλικιακής ομάδας 35-54 ετών και το 39% της ηλικιακής ομάδας άνω των 55 ετών, δήλωσαν ότι εργάζονταν πάνω από 2 Σαββατοκύριακα τον μήνα, ενώ το 15% της ηλικιακής ομάδας 35-54 ετών, το 14% της ηλικιακής ομάδας άνω των 55 ετών και το 13% της ηλικιακής ομάδας 17-34 ετών, δήλωσαν ότι εργάζονταν νύχτα πάνω από 2 φορές τον μήνα.
Επίσης, συχνά ή πολύ συχνά απροειδοποίητη αλλαγής βάρδιας βίωσαν το 7% των ατόμων ηλικίας 17-34 ετών, το 11% των ατόμων ηλικίας 35-54 ετών και το 8% της ηλικιακής ομάδας άνω των 55 ετών.
Εργασία τα Σαββατοκύριακα
Όπως επισημαίνει το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι απαντήσεις των ερωτηθέντων με βάση το επίπεδο εκπαίδευσής τους.
Το 45% όσων είχαν μεταπτυχιακό/διδακτορικό δίπλωμα, το 52% εκείνων με πτυχίο ΑΕΙ/ΤΕΙ, το 60% εκείνων με τεχνική εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση και το 63% των απόφοιτων λυκείου και όσων είχαν εκπαίδευση έως και το γυμνάσιο, δήλωσαν ότι εργάζονταν τουλάχιστον ένα Σαββατοκύριακα τον μήνα.
Πάνω από 2 φορές τον μήνα εργάζονταν νύχτα το 19% όσων είχαν τεχνική εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση, το 16% εκείνων με πτυχίο ΑΕI/ΤΕΙ και όσων είχαν εκπαίδευση έως και το γυμνάσιο και το 12% εκείνων με μεταπτυχιακό/διδακτορικό δίπλωμα, καθώς και των αποφοίτων λυκείου.
Επίσης, πάνω από 2 Σαββατοκύριακα τον μήνα ανέφεραν ότι εργάζονταν το 63% των εργαζομένων σε δραστηριότητες παροχής καταλύματος και υπηρεσίες εστίασης, το 47% στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο, το 37% στην ενημέρωση-επικοινωνία, το 32% στην εκπαίδευση και το 31% στη μεταποίηση.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, η εργασία κατά τη διάρκεια του ελεύθερου χρόνου θολώνει τα όρια μεταξύ εργασίας και ιδιωτικής ζωής.
Στο σύνολο του δείγματος το 25% δήλωσε ότι εργάστηκε στον ελεύθερο χρόνο του, για να ανταποκριθεί στις εργασιακές απαιτήσεις. Ομοίως απάντησαν το 29% των ανδρών και το 20% των γυναικών, το 38% με μεταπτυχιακό/διδακτορικό δίπλωμα, το 29% εκείνων με πτυχίο ΑΕΙ/ΤΕΙ, το 22% εκείνων με τεχνική κατάρτιση και επαγγελματική εκπαίδευση και το 18% των αποφοίτων λυκείου και όσων είχαν εκπαίδευση έως και το γυμνάσιο. Την ίδια απάντηση έδωσαν το 34% όσων εργάζονταν σε επιχειρήσεις άνω των 250 ατόμων, το 30% όσων εργάζονταν σε επιχειρήσεις 50-250 ατόμων, το 23% στις επιχειρήσεις των 10-50 ατόμων και το 17% στις επιχειρήσεις 1-9 ατόμων.
Ελάχιστες άδειες
Τέλος, όσον αφορά την ευελιξία του ωραρίου εργασίας τους, δηλαδή τη δυνατότητα των εργαζομένων να πάρουν άδεια μερικών ωρών στη διάρκεια της εργάσιμης μέρας, για να διευθετήσουν προσωπικά ή οικογενειακά θέματά τους, που υποδηλώνει μια υγιή ισορροπία μεταξύ της προσωπικής και της επαγγελματικής τους ζωής, το 43% των ανδρών και το 50% των γυναικών ανέφεραν ότι μπορούσαν να πάρουν τέτοιου είδους άδεια ελάχιστες φορές ή μόνο σε περιπτώσεις μεγάλης ανάγκης. Το ίδιο δήλωσαν το 47% της ηλικιακής ομάδας 17-34 ετών, το 45% της ηλικιακής ομάδας 35-54 ετών και το 41% ηλικίας άνω των 55 ετών. Επίσης, το 49% εκείνων που εργάζονταν σε επιχειρήσεις που απασχολούσαν 1-9 άτομα, το 48% στις επιχειρήσεις που απασχολούσαν 10-19 άτομα, το 23% στις επιχειρήσεις που απασχολούσαν 50-250 άτομα και το 13% στις επιχειρήσεις άνω των 250 ατόμων.
«Το σύνολο των ευρημάτων της έρευνας για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας αναδεικνύει την ανάγκη λήψης μέτρων και υλοποίησης ρυθμιστικών παρεμβάσεων για την προστασία της εργασίας σε πολλά επίπεδα, τα οποία περιλαμβάνουν το φύλο, την ηλικία, την εκπαίδευση, τον κλάδο δραστηριότητας και το μέγεθος των επιχειρήσεων.
Οι πολιτικές και οι δράσεις για την προστασία της εργασίας αφορούν την προστασία των εργαζομένων από την εκμετάλλευση, από κινδύνους για την υγεία τους, από απρόβλεπτα και αντικοινωνικά ωράρια εργασίας και υπερβολικά πολλές και απλήρωτες ώρες εργασίας. Η αποτελεσματικότητα των πολιτικών αυτών περιορίζει φαινόμενα παραβατικότητας και ενισχύει την ικανότητα των εργαζομένων και των οικογενειών τους να επιδιώκουν την υλική ευημερία τους, υπό συνθήκες αξιοπρέπειας, οικονομικής ασφάλειας και ίσων ευκαιριών, καθώς και να προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες εργασίας και ζωής» τονίζει το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ.