Search
Close this search box.
Search

Ανδρέας Βορύλλας* για προϋπολογισμό 2026: Η Κυβερνητική αισιοδοξία συγκρούεται µε την πραγματικότητα

Πριν 3 ώρες

Ο προϋπολογισμός του 2026 παρουσιάστηκε από την κυβέρνηση ως απόδειξη µιας Ελλάδας που «τρέχει πιο γρήγορα από την Ευρώπη». Υψηλότερη ανάπτυξη, µείωση του χρέους, ενίσχυση των εισοδηµάτων: αυτή είναι η επίσηµη αφήγηση. Ωστόσο, πίσω από τη βιτρίνα των αριθµών, η πραγµατικότητα που καταγράφουν στα στοιχεία -και κυρίως στην καθηµερινότητα των πολιτών- είναι πολύ διαφορετική.

Πρώτον, η κυβερνητική πρόβλεψη για ανάπτυξη 2,4% το 2026 είναι σαφώς πιο αισιόδοξη από ότι επιτρέπουν οι πραγµατικές συνθήκες. Η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα διεθνές περιβάλλον έντονης αστάθειας: εµπορικοί πόλεµοι, γεωπολιτικές κρίσεις, ενεργειακή αβεβαιότητα. Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση υπολογίζει σαν να λειτουργεί µέσα σε κενό. Η ανάπτυξη των τελευταίων ετών δεν οφείλεται σε διαρθρωτικές τοµές, αλλά σε συγκυριακούς παράγοντες: την ανάκαµψη µετά την πανδηµία, τον τουρισµό, τα ευρωπαϊκά κονδύλια και τις κρατικές ενισχύσεις. Πρόκειται, εποµένως, για ένα µοντέλο που δεν είναι βιώσιµο, γεγονός που αναγνωρίζουν όλοι και ιδίως οι ειδικοί.

Δεύτερον, το διαχρονικό πρόβληµα της παραγωγικότητας παραµένει η «µαύρη τρύπα» της ελληνικής οικονοµίας. Η χώρα βρίσκεται περίπου 20% κάτω από τον ευρωπαϊκό µέσο όρο, ενώ στη µεταποίηση καταγράφει από τις χειρότερες επιδόσεις στην ΕΕ. Πώς, λοιπόν, µπορεί να υπάρξει διατηρήσιµη ανάπτυξη, όταν το παραγωγικό υπόβαθρο παραµένει τόσο αδύναµο; Η κυβέρνηση δεν δίνει καµία απάντηση.

Στο κόκκινο…

Την ίδια στιγµή, το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών συνεχίζει να κινείται στο κόκκινο. Το εµπορικό έλλειµµα ξεπερνά τα 22 δισ. ευρώ, αφού η Ελλάδα εισάγει πολύ περισσότερα από όσα εξάγει. Ακόµη και ο τουρισµός -η «ατµοµηχανή» της κυβέρνησης- δεν αρκεί για να καλύψει την έκταση του προβλήµατος. Το 2024 το συνολικό ισοζύγιο ήταν αρνητικό κατά 16,9 δισ. ευρώ, τάση που όχι µόνο επιµένει, αλλά ενισχύεται. Δεν πρόκειται απλώς για έναν ακόµη οικονοµικό δείκτη, αλλά είναι µια ξεκάθαρη προειδοποιητική κόκκινη σηµαία.

Όσον αφορά το δηµόσιο χρέος, η κυβέρνηση επιλέγει να εστιάζει αποκλειστικά στον λόγο χρέους προς ΑΕΠ. Στην πραγµατικότητα, όµως, το χρέος παραµένει σε δυσθεώρητα επίπεδα, αγγίζοντας τα 359,3 δισ. ευρώ το 2026. Και αυτό πριν ακόµη ξεκινήσουν, από το 2032 και µετά, οι µεγάλες λήξεις των δανείων που «πάγωσαν» µε στα χρόνια των µνηµονίων. Επιπλέον, υπάρχουν «κρυφές» υποχρεώσεις: αναβαλλόµενες φορολογικές απαιτήσεις των τραπεζών, κρατικές εγγυήσεις, δικαστικές αποφάσεις. Μια ωρολογιακή βόµβα που απλώς δεν έχει ακόµη σκάσει.

Στην πραγµατική οικονοµία, εκεί όπου ζει και δρα ο µέσος πολίτης, η εικόνα είναι ακόµη πιο ανησυχητική. Οι µικρές και πολύ µικρές επιχειρήσεις, που αποτελούν το 99,6% του συνόλου, βρίσκονται σε κατάσταση ασφυξίας. Το λειτουργικό κόστος έχει εκτοξευθεί, η ρευστότητα εξανεµίζεται, η πρόσβαση σε χρηµατοδότηση είναι ανύπαρκτη. Μία στις δύο επιχειρήσεις βλέπει µείωση τζίρου. Πού ακριβώς ανακαλύπτει η κυβέρνηση το «ευνοϊκό επιχειρηµατικό περιβάλλον»; Ίσως σε κάποια παράλληλη πραγµατικότητα. Πάντως όχι εκεί όπου λειτουργεί η πραγµατική οικονοµία και παλεύουν οι µικρές επιχειρήσεις για να επιβιώσουν.

Οι επενδύσεις προβάλλονται ως καθοριστικός πυλώνας ανάπτυξης και πολύ σωστά. Μόνο που η κυβέρνηση παραλείπει να αναφέρει ότι πάνω από το 55% της επενδυτικής ανόδου την περίοδο 2021–2025 οφείλεται αποκλειστικά στο Ταµείο Ανάκαµψης. Και αυτή η βοήθεια τελειώνει. Το 2026 η δηµόσια διοίκηση καλείται να απορροφήσει 13,2 δισ. ευρώ, ποσό πρωτοφανές για τις πραγµατικές της δυνατότητες. Αν αυτό δεν επιτευχθεί, οι επενδύσεις θα προσγειωθούν απότοµα.

Κόστος ζωής

Στο µέτωπο του κόστους ζωής, η αναντιστοιχία κυβέρνησης–πολιτών είναι ίσως η πιο κραυγαλέα. Η κυβέρνηση µιλά για «ελεγχόµενο» πληθωρισµό και αυξηµένα εισοδήµατα. Ο πολίτης, όµως, βλέπει ράφια σούπερ µάρκετ µε τιµές Ευρώπης και µισθούς Βαλκανίων. Οι πραγµατικοί µισθοί έχουν απωλέσει πάνω από 10% της αξίας τους την περίοδο 2021–2023. Η Ελλάδα βρίσκεται στο 73% της ευρωπαϊκής αγοραστικής δύναµης, ενώ το κόστος στέγασης συνεχίζει να καλπάζει. Ποια «ενίσχυση νοικοκυριού» µπορεί να ισχυριστεί η κυβέρνηση, όταν το διαθέσιµο εισόδηµα εξανεµίζεται πριν τελειώσει ο µήνας;

Το δηµογραφικό και το ασφαλιστικό αποτελούν δύο ακόµη ωρολογιακές βόµβες τις οποίες η κυβέρνηση αντιµετωπίζει επικοινωνιακά και µόνον. Το ασφαλιστικό σύστηµα ήδη παράγει ετήσιο έλλειµµα 11,67 δισ. ευρώ µεταξύ εισφορών και παροχών. Οι συνταξιοδοτικές δαπάνες αυξάνονται, οι εργαζόµενοι µειώνονται, και η κυβέρνηση περιορίζεται σε ηµίµετρα και επιδοµατικές λύσεις, αντί για ουσιαστικές µεταρρυθµίσεις.

Στο στεγαστικό, η κατάσταση έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Η ιδιοκατοίκηση έχει υποχωρήσει κατά 15 ποσοστιαίες µονάδες τα τελευταία 20 χρόνια, ενώ τα ενοίκια έχουν εκτιναχθεί. Η κυβέρνηση, όµως, εξακολουθεί να αντιµετωπίζει το πρόβληµα µε καθυστερήσεις και αποσπασµατικές παρεµβάσεις. Το αποτέλεσµα των ενεργειών τους είναι νέα ζευγάρια χωρίς προοπτική, οικογένειες σε οικονοµική ασφυξία, νέοι που συνεχίζουν να φεύγουν στο εξωτερικό.

Ακόµη και η µείωση της ανεργίας, που προβάλλεται ως µεγάλη επιτυχία, αποδεικνύεται λιγότερο λαµπερή από κοντά. Οι περισσότερες νέες θέσεις είναι µερικής ή ευέλικτης απασχόλησης, µε µισθούς που δεν επιτρέπουν αξιοπρεπή διαβίωση. Η Ελλάδα παραµένει προτελευταία σε µέσους µισθούς στην ΕΕ. Μια τέτοια «ανάπτυξη» δεν χτίζει µέλλον· χτίζει απογοήτευση.

Συνολικά, ο Προϋπολογισµός του 2026 δεν είναι ούτε καταστροφικός ούτε θριαµβευτικός. Είναι απλώς ανεπαρκής. Δεν απαντά στις πραγµατικές ανάγκες της κοινωνίας. Δεν στηρίζει την πραγµατική οικονοµία. Δεν θωρακίζει τη χώρα απέναντι στις µελλοντικές κρίσεις. Και κυρίως, δεν διαθέτει στρατηγική για παραγωγικό µετασχηµατισµό, δηµογραφική αναστροφή και κοινωνική συνοχή.

Η κυβέρνηση συνεχίζει να επενδύει στο αφήγηµα της «ισχυρής Ελλάδας». Όµως οι αριθµοί, οι επιχειρήσεις, οι εργαζόµενοι και τα νοικοκυριά δείχνουν κάτι άλλο: µια Ελλάδα που προχωρά, αλλά κουβαλώντας µαζί της όλα τα άλυτα βάρη του παρελθόντος. Και όσο αυτά τα βάρη µένουν στο περιθώριο της κυβερνητικής ατζέντας, τόσο η απόσταση µεταξύ κυβερνητικών θριαµβολογιών και κοινωνικής πραγµατικότητας θα µεγαλώνει.

Γιατί, στο τέλος, το ζήτηµα δεν είναι λογιστικό, αλλά βαθιά πολιτικό. Μια χώρα δεν προχωρά µε δείκτες-βιτρίνες, αλλά µε ανθρώπους που µπορούν να ζήσουν, να παράγουν, να ελπίζουν. Και όσο η κυβέρνηση επιµένει να κυβερνά µε όρους εντυπώσεων αντί ουσίας, τόσο η πραγµατική Ελλάδα θα µένει πίσω και αυτό όχι επειδή δεν µπορεί, αλλά επειδή την κρατούν πίσω όσοι αρνούνται να τη δουν όπως είναι.

 

* Βουλευτής Β2 Δυτικού Τοµέα Αθηνών µε τη ΝΙΚΗ

Δημοφιλη

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Search
Close this search box.