Γεννιέται στο Μπρονξ ο Lloyd Blankfein. Τα πρώτα χρόνια της ζωής του, τίποτα δεν προμήνυε ότι ο άνθρωπος αυτός θα γινόταν κάποτε ο ισχυρότερος τραπεζίτης του κόσμου και θα θεωρούνταν ο σημαντικότερος από τους «άρχοντες του σύμπαντος» της Wall Street.
Γιος ενός ταχυδρομικού υπαλλήλου, μεγάλωσε στις εργατικές κατοικίες μιας εβραϊκής γειτονιάς, όπου μοιραζόταν το ίδιο δωμάτιο με τη γιαγιά του.
Τα καλοκαίρια δούλευε ως ναυαγοσώστης και στους μεγάλους αγώνες πουλούσε χοτ ντογκ και αναψυκτικά έξω από το στάδιο των Γιάνκις. Όμως ήταν αποφασισμένος να πετύχει, για αυτό και τελείωσε το σχολείο πρώτος στην τάξη του. Οι πόρτες για το Χάρβαρντ είχαν ανοίξει, όμως σε αντίθεση με τη συντριπτική πλειοψηφία των συμφοιτητών του, που ήταν γόνοι της αφρόκρεμας των ΗΠΑ, με αριστοκρατικούς τρόπους και παχυλά καταπιστεύματα, ο Blankfein έπρεπε να δουλεύει στην καφετέρια του πανεπιστημίου για να μπορέσει να ολοκληρώσει τις σπουδές του.
Αφότου δούλεψε μερικά χρόνια ως δικηγόρος, δεν άργησε να γοητευτεί από τη Wall Street. Ωστόσο, όταν στις αρχές της δεκαετίας του 1980 έστειλε το βιογραφικό του στις μεγαλύτερες αμερικανικές επενδυτικές τράπεζες, τη Morgan Stanley, την Dean Witter και την Goldman Sachs, καμία δεν του πρόσφερε δουλειά. Εκ των υστέρων μοιάζει ειρωνικό, αλλά η Goldman Sachs απέρριψε τον μετέπειτα CEO της.
Κάπως έτσι, κατέληξε να πιάσει δουλειά στην J. Aron, μια μικρή και άσημη χρηματιστηριακή εμπορευμάτων, που παρότι είχε πρόσφατα εξαγοραστεί από την Goldman Sachs, δεν θεωρούνταν τότε παρά ο «φτωχός συγγενής» της επενδυτικής τράπεζας.
Ο επί 12 χρόνια επικεφαλής της Goldman Sachs δεν είναι μόνο ένα από τα μακροβιότερα αφεντικά του αμερικανικού banking και ένας από τους ισχυρότερους τραπεζίτες του κόσμου, αλλά και ο απόλυτος «survivor» της Wall Street. Παραδόξως, ο μάνατζερ που έμελλε να «αναστήσει» αυτή την παντοδύναμη τράπεζα μετά την κρίση του 2008, είχε δει την Goldman Sachs να του κλείνει την πόρτα στα μούτρα, όταν στα πρώτα στάδια της καριέρας του έστειλε βιογραφικό για να ζητήσει δουλειά.
Το 2006, όταν ο προκάτοχός του, Hank Paulson, άφησε τη θέση του CEO της Goldman Sachs για να γίνει υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση του George Bush, ο Blankfein κάθισε στην καρέκλα του διευθύνοντος συμβούλου.
Επρόκειτο, βέβαια, για ηλεκτρική καρέκλα, όπως θα καταλάβαιναν δύο χρόνια αργότερα όλοι οι CEOs των μεγάλων τραπεζών. Στην κρίση του 2008, η Goldman Sachs χρειάστηκε να πάρει ένα πακέτο διάσωσης που ξεπέρασε τα 10 δισ. δολάρια, όμως ήταν η πρώτη από τις τράπεζες της Wall Street που μπόρεσε να αποπληρώσει αυτή την κρατική βοήθεια μέσα σε έναν χρόνο.
Έχοντας νικήσει την κρίση αλλά και τον καρκίνο, ο Blankfein διαβεβαίωνε ότι «δεν σκοπεύει να πεθάνει στο γραφείο του». Το 2018 αποσύρθηκε από τη θέση του CEO, δίνοντας τη σκυτάλη στον David Solomon, έναν τραπεζίτη που στον ελεύθερο χρόνο του παίζει dance μουσική σε clubs.
Τι κάνει, λοιπόν, ένας πρώην άρχοντας του σύμπαντος όταν αποσυρθεί. Τα προηγούμενα χρόνια, η διαδρομή ενός απερχόμενου CEO της Goldman Sachs προς το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ έμοιαζε να είναι σχεδόν αυτόματη. Όμως οι καιροί έχουν αλλάξει και οι τραπεζίτες είναι πολύ «τοξικοί» για να μπουν στην αμερικανική κυβέρνηση.
Ο ίδιος ο Blankfein είχε παραδεχθεί σε παλαιότερη συνέντευξή του ότι θα τον ενδιέφερε κάποια κυβερνητική θέση. Αλλά όπως έλεγε, καταλαβαίνει γιατί αυτό δεν πρόκειται να συμβεί.
Σήμερα, κυκλοφορούν σενάρια μέχρι και για την επιστροφή του στην Goldman Sachs, έπειτα από δημοσιεύματα που τον θέλουν να είναι δυσαρεστημένος με τις επιδόσεις του Solomon. Ο ίδιος, πάντως, κόβει κάθε συζήτηση περί επιστροφής, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν έχει καμία διάθεση να δουλεύει και πάλι 100 ώρες την εβδομάδα. Και συνεχίζει την παρτίδα γκολφ του…