Μια άλλοτε στενή σχέση φαίνεται πως οδεύει προς οριστική ρήξη, με φόντο μια νέα αντιπαράθεση. Ο Έλον Μασκ, με ανάρτησή του στην πλατφόρμα X, καταφέρθηκε με δριμύτητα εναντίον του νομοσχεδίου που είχε χαρακτηρίσει ο Ντόναλντ Τραμπ ως «μεγάλο και όμορφο», αποκαλώντας το «αηδιαστική αθλιότητα» — σχόλιο που αντικατοπτρίζει το τεταμένο κλίμα μεταξύ των δύο ανδρών.
Η αιφνιδιαστική επίθεση του Μασκ εξέπληξε το επιτελείο του Τραμπ, καθώς έγινε γνωστή εν μέσω συνέντευξης Τύπου στον Λευκό Οίκο και λίγες μόνο ημέρες μετά την αποχώρηση του επιχειρηματία από κυβερνητικό ρόλο. Αν και στο παρελθόν είχε εκφράσει επιφυλάξεις για το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, η κριτική του παρέμενε έως πρόσφατα συγκρατημένη.
Το χρονικό της κόντρας
Η απότομη μεταστροφή του ύφους του αποδίδεται, σύμφωνα με πηγές που επικαλείται το Axios και που γνωρίζουν τη σχέση των δύο ανδρών, σε τέσσερις βασικές αιτίες:
– Πρώτον, η κατάργηση της φορολογικής έκπτωσης για τα ηλεκτρικά οχήματα που επηρεάζει άμεσα την Tesla. Η εταιρεία είχε ήδη δαπανήσει τουλάχιστον 240.000 δολάρια σε lobbying υπέρ του μέτρου, χωρίς επιτυχία.
– Δεύτερον, η απομάκρυνσή του από τη θέση του άμισθου «ειδικού κυβερνητικού υπαλλήλου» στον Λευκό Οίκο, καθώς δεν του επετράπη να παρατείνει τη θητεία του πέραν των 130 ημερών που προβλέπει ο νόμος.
– Τρίτον, η απόρριψη της πρότασης του Μασκ να χρησιμοποιηθεί το δορυφορικό δίκτυο Starlink της SpaceX για τον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας στις ΗΠΑ, με την ομοσπονδιακή αρχή αεροπορίας να προβάλλει τεχνικές και θεσμικές αντιρρήσεις.

Το σημείο καμπής
Το σημείο καμπής ήρθε το βράδυ του Σαββάτου, όταν ο Τραμπ απέσυρε ξαφνικά την υποψηφιότητα του στενού συμμάχου του Μασκ, Τζάρεντ Άιζακμαν, για τη θέση του διοικητή της NASA. Στον Λευκό Οίκο επικράτησε η εντύπωση ότι πίσω από την απόφαση βρισκόταν ο διευθυντής Προσωπικού του προέδρου, Σέρτζιο Γκορ, ο οποίος είχε συγκρουστεί επανειλημμένα με τον Μασκ.
Ωστόσο, άλλοι αξιωματούχοι διέψευσαν αυτό το σενάριο, υποστηρίζοντας ότι Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές αντέδρασαν στην επιλογή Άιζακμαν λόγω της στήριξής του σε Δημοκρατικούς υποψηφίους, με αποτέλεσμα να επιλεγεί τελικά πιο «πιστός» πολιτικά υποψήφιος.