“Αυτό το καλοκαίρι θα γίνει ο εφιάλτης των μουλάδων. Θα μας δουν στα καλύτερά μας”, προσδοκά η 19χρονη Πάρια (όνομα αλλαγμένο) σε συνέντευξή της στη Deutsche Welle. Η φοιτήτρια από την Τεχεράνη γελάει και προσθέτει: “Ο καιρός γίνεται πιο ζεστός και θέλουμε να ομορφύνουμε την πόλη με τα πολύχρωμα και όμορφα ρούχα μας”. Εδώ και αρκετό καιρό η Πάρια δεν φοράει έξω στο δρόμο μαντίλα. Ακριβώς όπως και πολλές άλλες γυναίκες. „Ο αριθμός των γυναικών χωρίς μαντίλα έχει αυξηθεί σημαντικά τους τελευταίους μήνες” όπως παρατηρεί η ίδια. “Μετά τη βίαιη καταστολή των διαδηλώσεων σε ολόκληρη τη χώρα, που προκλήθηκαν από τον τραγικό θάνατο της Τζίνα Μαχσά Αμίνι κατά τη διάρκεια της αστυνομικής της κράτησης, οι γυναίκες φαίνεται να έχουν γίνει και πάλι πιο θαρραλέες και ανθεκτικές.
Ενδυμασία ως πολιτικό μέσο καταπίεσης
Το γεγονός ότι πολλές γυναίκες εμφανίζονται πλέον δημοσίως όχι μόνο χωρίς μαντίλα, αλλά και χωρίς το υποχρεωτικό ολόσωμο ένδυμα και φορώντας μόνο ένα μπλουζάκι και ένα τζιν ή ένα φόρεμα, ήταν αδιανόητο πριν από ένα χρόνο. Ακόμα και για εκείνες που αγωνίζονταν κατά του υποχρεωτικού χιτζάμπ για μεγάλο χρονικό διάστημα. Όπως η 28χρονη φωτογράφος Γκαζάλ Αμπντολαχί. Η Γκαζάλ εγκατέλειψε το Ιράν πριν από επτά μήνες, όταν οι διαδηλώσεις ήταν στο απόγειό τους. Είχε λάβει μέρος σε μια κατά τη διάρκεια της οποίας συνελήφθησαν φίλοι της.Η Γκαζάλ κατάφερε να ξεφύγει από τους αστυνομικούς και αρχικά κρύφτηκε σε γνωστούς της. Δεδομένου ότι είχε ήδη βίζα για τη Γερμανία, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα. Ωστόσο, εξακολουθεί να διατηρεί στενή επαφή με τους φίλους της στο Ιράν. Της μιλούν καθημερινά για τις εμπειρίες τους, λέει η Γκαζάλ σε συνέντευξή της στην DW. “Για παράδειγμα, μου λένε πόσο παράξενο είναι να βγαίνεις από το σπίτι χωρίς μαντίλα και χιτζάμπ. Συχνά το περιγράφουν σαν να αισθάνονται γυμνές, αλλά ταυτόχρονα το αισθάνονται πλέον σαν κάτι φυσικό και σωστό. Βρίσκω πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι όλες μού λένε πως ακόμη και σε μικρότερες και πιο συντηρητικές πόλεις, σχεδόν κανείς δεν τις κοιτάζει”.
Καταπίεση με τη βοήθεια της τεχνολογίας;
Τα τσιπ στις ταυτότητες μπορούν να αποθηκεύουν σαρώσεις ίριδας, δακτυλικά αποτυπώματα και εικόνες προσώπου. Σύμφωνα με την αστυνομία, οι γυναίκες που δεν συμμορφώνονται, θα λαμβάνουν “προειδοποιητικό μήνυμα” μέσω SMS για πιθανές κυρώσεις. Πολλές γυναίκες ελπίζουν ότι αυτό δεν θα λειτουργήσει. Στα κοινωνικά δίκτυα μπορεί να βρει κανείς ενδιαφέρουσες συζητήσεις σχετικά με αυτό. “Θέλετε να συγκρίνετε τις φωτογραφίες που τραβήξαμε στο δρόμο με τις βιομετρικές μας φωτογραφίες, με τα σοβαρά και δυστυχισμένα πρόσωπα και τις μαντίλες, και να μας ταυτοποιήσετε με αυτόν τον τρόπο; Καλή τύχη με αυτό!” γράφουν οι γυναίκες, ενθαρρύνοντας η μία την άλλη. Όμως ο κρατικός έλεγχος δεν σταματά εδώ. Καταστήματα, εστιατόρια και χώροι που εξυπηρετούν γυναίκες χωρίς χιτζάμπ απειλούνται με κλείσιμο. Ακόμη και τα νοσοκομεία και τα αεροδρόμια πρόκειται να υποβληθούν σε αυστηρότερους ελέγχους: Όσες παραβιάζουν τους κανονισμούς δεν θα επιτρέπεται να νοσηλεύονται στο νοσοκομείο ή να λαμβάνουν κάρτα επιβίβασης.
Πολλοί ειδικοί αμφιβάλλουν ότι τέτοιες προσπάθειες εκφοβισμού μπορούν να γυρίσουν πίσω το χρόνο. “Έχει επέλθει μια αλλαγή στα βάθη της κοινωνίας”, αναλύει η ερευνήτρια Χάϊλα Μαντέγκι Αμίν, θρησκειολόγος, σε συνέντευξή της στην DW. Η επιστήμονας του Πανεπιστημίου του Μύνστερ προσθέτει: “Η αλλαγή αυτή δεν περιορίζεται ούτε στα διανοούμενα ή μορφωμένα στρώματα της κοινωνίας ούτε στις μεγάλες πόλεις. Ούτε έχει διαταχθεί από τα πάνω. Αυτό που παρακολουθούμε είναι μια ισχυρή πολιτισμική αλλαγή, ένας νέος τρόπος σκέψης που μπορεί να ανοίξει το δρόμο για μεγαλύτερες αλλαγές. Δεν νομίζω ότι όσοι βρίσκονται στην εξουσία μπορούν να σταματήσουν αυτή την αλλαγή. Έχουν να κάνουν με μια επαναστατημένη γενιά που είναι ενημερωμένη και ανοιχτόμυαλη χάρη στο διαδίκτυο. Συνεχίζουν τον αγώνα της προηγούμενης γενιάς, των γονιών τους, και υποστηρίζονται από αυτούς”.