Θέση για τον «εμφύλιο» που μαίνεται στον ΣΥΡΙΖΑ πήρε σήμερα και ο Θοδωρής Δρίτσας ο οποίος με μια μακροσκελή ανάρτησή του ζητά από τον Στέφανο Κασσελάκη να… αποχωρήσει και να φτιάξει δικό του κόμμα!
Συγκεκριμένα αναφέρει «δεν μπορώ να σκεφτώ άλλη δημοκρατική διέξοδο στο διαγραφόμενο αδιέξοδο, από το να συνειδητοποιήσει ο ίδιος ο Στέφανος Κασσελάκης το κακό που ήδη έχει κάνει με τις επιλογές του και τα προσωπικά σχέδιά του και να πάρει τη γενναία απόφαση να θέσει εαυτόν εκτός ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία και να ιδρύσει ένα νέο κόμμα, όπως το θέλει. Να αφήσει δηλαδή ελεύθερο το πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό του κόμματός μας να αναζητήσει ενωτικές διεξόδους μέσα από διαφωνίες, όπως ξέρει πολύ καλά να κάνει δεκαετίες τώρα. ΚΑΘΑΡΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ!…»
Αναλυτικά η ανάρτησή του
Προβληματίστηκα και μου γεννήθηκαν κάποιες σκέψεις και η επιθυμία να τις δημοσιοποιήσω.
Το άκουσα, το κατέγραψα, προβληματίστηκα, απόρησα, πικράθηκα, ανησύχησα. Εντάξει, να φύγουν οι «παλιοί». Για να έρθει τί; Εγώ ξέρω ότι και στη ζωή και στην τέχνη και στη δουλειά και στην πολιτική, το παλιό και το νέο πάνε μαζί. Συγκρουόμενα πολλές φορές, αλλά μαζί. Για να υπάρχει εγγονός, προϋποτίθεται ότι υπάρχει παππούς. Για να υπάρχει εγγονή, προϋποτίθεται ότι υπάρχει γιαγιά. Και βέβαια, διαμεσολαβούν μανάδες και πατεράδες. Όπως ακριβώς ο τεχνίτης μεταφέρει τα μυστικά της μαεστρίας του στον εκπαιδευόμενο παραγιό κι εκείνος στη συνέχεια βάζει τη δική του σφραγίδα στα νέα δημιουργήματα, που μπορεί και να είναι διαφορετικά από τον «δάσκαλο». Αλλά απ’ αυτόν ξεκινάνε.
Όμως, στην αξιοσημείωτα δαπανηρή για τα ήθη και έθιμα του πολιτικού μας χώρου, καμπάνια του, δεν είχε φροντίσει καθόλου μα καθόλου, να παρουσιάσει τις πολιτικές σκέψεις και απόψεις του, για κανένα από τα κρίσιμα θέματα που ταλανίζουν την ελληνική κοινωνία. Κανένας προγραμματικός λόγος, σε πλήρη αντίθεση με την καμπάνια της Έφης Αχτσιόγλου, του Ευκλείδη Τσακαλώτου, του Νίκου Παππά, του Στέφανου Τζουμάκα. Επομένως, εγώ τουλάχιστον, δεν κατάλαβα ποια είναι όλα αυτά που θα αλλάξουν, ποιο είναι το φως και ποιες ανύπαρκτες δεσμεύσεις του δεν θα προδώσει ο νέος Πρόεδρος.
Η αλήθεια είναι ότι, υπήρχε μία και μόνη εξαίρεση. Τα ατομικά δικαιώματα. Είναι καπρίτσιο της ζωής και της Ιστορίας ότι, όσες και όσοι σήμερα εναντιωνόμαστε στον Στέφανο Κασσελάκη, την υπεράσπιση αυτών των δικαιωμάτων την είχαμε σε πρώτη γραμμή χρόνια τώρα και σκωπτικά μας έλεγαν «δικαιωματιστές» που φοβίζουμε τους κεντρώους και έτσι θα χάσουμε τις εκλογές.
Η συνέχεια, όμως, μετά την εκλογή του, ήταν εντελώς διαφορετική. Ο Στέφανος Κασσελάκης έχει απόψεις για την οικονομία, τα εργασιακά και το κεφάλαιο (βλ. ομιλία του στη Συνέλευση του ΣΕΒ), για την «πατριωτική Αριστερά» (σαφής υπόκλιση στον εθνικισμό), λες και στην Ελλάδα η Αριστερά δεν ήταν πάντα πατριωτική επειδή ακριβώς μ’ αυτήν την κατηγορία εκτελέστηκαν, βασανίστηκαν και φυλακίστηκαν χιλιάδες αγωνιστές με το νόμο 509, για την στάση της ελληνικής Αριστεράς απέναντι στο παλαιστινιακό και για πολλά άλλα. Την ίδια στιγμή αυθαίρετα και αντικανονικά, ο νέος Πρόεδρος προχώρησε στην καθαίρεση και αντικατάσταση του εκπροσώπου τύπου και του δ/ντη της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και αρνήθηκε ενώ ήταν υποχρεωμένος, να υλοποιήσει την με μεγάλη πλειοψηφία Απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής για άμεση σύγκληση του Έκτακτου Συνεδρίου, ως ενιαία και αδιαίρετη διαδικασία, δηλαδή, μαζί Εκλογή Προέδρου-Έκτακτο Συνέδριο.
Γιατί τί ακριβώς θα ήθελε και απαιτεί ο νέος Πρόεδρος; Να γίνει αποδεκτή αυτή η τόσο αντιδημοκρατική και παραπλανητική στάση του, που πλήττει βάναυσα τις συνειδήσεις όλων μας; Να μην υπάρχουν διαμαρτυρίες και μάλιστα, σε σκληρό τόνο; Αυτά δεν είναι υπονόμευση ούτε του κόμματος ούτε κανενός. Είναι οφειλόμενη στην ιστορία μας, υπεράσπιση αρχών και αξιών.
Δεν βρίσκω καταλληλότερες λέξεις στην ελληνική γλώσσα, από τις λέξεις, εξαπάτηση και παραπλάνηση. Μαθαίνω μάλιστα, ενδεικτικά βέβαια (δεν έχω κάνει δημοσκόπηση), ότι αυτή η αίσθηση εξαπάτησης και παραπλάνησης καταγράφεται ήδη σε σημαντικό αριθμό ανθρώπων που τον ψήφισαν ως Πρόεδρο, με βάση όσα γνώριζαν και με τα δικά τους κριτήρια.
Προκύπτει επομένως αβίαστα το συμπέρασμα ότι, η νίκη του Στέφανου Κασσελάκη στηρίχθηκε κατά βάση σε μία ενστικτώδη επιθυμία κάποιων ανθρώπων μέσα από την απόγνωση της οδυνηρής ήττας, να βρεθεί ο «από μηχανής θεός» και να φέρει την «Κάθαρση» στο Δράμα. Οι άνθρωποι, οι πολίτες, τα μέλη του κόμματος, έχουν κάθε δικαίωμα στην υποκειμενική κρίση. Οι λαοί επίσης έχουν δικαίωμα σε δύσκολες στιγμές, να… πιάνονται από τα μαλλιά τους και το έχουν κάνει πολλές φορές. Όμως, ο Στέφανος Κασσελάκης ενέχεται, γιατί αυτά τα δικαιώματα δεν τα έχει ο ίδιος και κανένας υποψήφιος Πρόεδρος δεν δικαιούται να αποκρύπτει τα πραγματικά του σχέδια, τις απόψεις του και το πρόγραμμά του και να αντικαθιστά αυτήν την πολύ σοβαρή παράλειψη, με την ιδιαίτερα δαπανηρή και προσωποκεντρική καμπάνια του.
Επομένως, μπορούμε να το πούμε πια με βεβαιότητα ότι το «να φύγουν οι παλιοί» ο ίδιος το σχεδίασε, ο ίδιος το καλλιέργησε, ο ίδιος το εκμαίευσε με πονηρούς και απατηλούς τρόπους πριν εκλεγεί, ανεχόμενος μάλιστα και μη αντιδρώντας στις αθλιότητες των υποστηρικτών του στο διαδίκτυο. Είναι δυνατόν να κατηγορούνται συντρόφισσες και σύντροφοι με τεράστια ιστορία και ανιδιοτελή προσφορά, ότι έχουν ιδιοκτησιακή αντίληψη για το κόμμα και ότι δεν ενδιαφέρονται για τα πραγματικά προβλήματα της χώρας και της ελληνικής κοινωνίας;
Γίνεται δυστυχώς φανερό ολοένα και περισσότερο κάθε μέρα που περνάει ότι, ο Στέφανος Κασσελάκης αναδεικνύεται σε παράγοντα περαιτέρω αποσταθεροποίησης και διάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία.
Δεν πιστεύω ότι υπάρχουν μέλη του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία συμπεριλαμβανομένου ακόμα και του Στέφανου Κασσελάκη που συνειδητά επιθυμούν και μάλιστα έχουν ως στόχο να βλάψουν το κόμμα μας. Στην Αριστερά μάθαμε (ιδιαίτερα οι παλιοί), να υπερασπιζόμαστε -πολλές φορές με φανατισμό, οξύτητα και υπερβολές- αξίες και αρχές. Ιδιαίτερα σε στιγμές κρίσης, όπως αυτές που περνάμε. Εδώ ακριβώς είμαστε. Και έχουμε χρέος είτε ψηφίσαμε τον Κασσελάκη είτε όχι, να μην απαξιώσουμε ακόμα περισσότερο την Αριστερά και το μέλλον της στα μάτια και στα αισθήματα της ελληνικής κοινωνίας, παίρνοντας πάντα υπόψη ότι, εδώ δεν μπορούμε παρά να μιλάμε για την ενότητα της Αριστεράς και όχι για την ενότητα γενικώς.