Θάνος Τσίρος • thtsiros@naftemporiki.gr
Τον φιλόδοξο στόχο αποκλιμάκωσης της αναλογίας του χρέους προς το ΑΕΠ στo 119% – δηλαδή σχεδόν 100 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα σε σχέση με το ιστορικό υψηλό της πανδημίας – θα ενσωματώνει ο πολυετής προϋπολογισμός της Ελλάδας.
Η ελληνική πλευρά θα δρομολογήσει για την επίτευξη του στόχου νέες, πρόωρες αποπληρωμές χρέους με έμφαση στα διμερή δάνεια του πρώτου μνημονίου, τα οποία προγραμματίζεται να εξοφληθούν πλήρως τουλάχιστον 10 χρόνια πριν από την προγραμματισμένη ημερομηνία.
Την επόμενη βδομάδα κατατίθεται στη Βουλή το τελικό σχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού, το οποίο θα προβλέπει αναλογία χρέους προς το ΑΕΠ στο 138,1%, ποσοστό ελαφρά αυξημένο σε σχέση με την πρόβλεψη που είχε ενσωματωθεί στο προσχέδιο του προϋπολογισμού.
Ταυτόχρονα θα παρουσιαστεί και ο πολυετής προϋπολογισμός για την περίοδο 2026-2029 με βασική πρόβλεψη ότι η αναλογία χρέους προς το ΑΕΠ θα περιοριστεί στο 119% μέχρι το τέλος της τετραετίας, δηλαδή το 2029.
Τον στόχο για μείωση της αναλογίας του χρέους προς το ΑΕΠ κάτω από το 120% για πρώτη φορά μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα αποκάλυψε, μιλώντας στο Bloomberg, ο υπουργός Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης: «Θα συνεχίσουμε να πετυχαίνουμε πρωτογενή πλεονάσματα 2,8%, ενώ καταγράφουμε την ταχύτερη αποκλιμάκωση χρέους.
Θυμηθείτε ότι μετά τον Covid το χρέος ήταν στο 210%. Το σχέδιό μας για το 2026 είναι να διαμορφωθεί στο 137,6% και πριν από το τέλος της δεκαετίας ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ να υποχωρήσει κάτω από το 120%».
Το μακρινό 2008
Υπενθυμίζεται ότι η τελευταία φορά που η αναλογία χρέους προς ΑΕΠ βρέθηκε κάτω από το 120% του ΑΕΠ ήταν το 2008, όταν η αναλογία είχε διαμορφωθεί στο 111% περίπου.
Από το 2009 άρχισε η εκτόξευση (128,5% το 2009, 147,8% το 2010, 175,1% το 2012 που έφερε και το «κούρεμα» του PSI), ενώ η υψηλότερη τιμή στην ιστορία της χώρας ήταν το 209,9% του 2020 λόγω της πανδημίας, αλλά και της αναδρομικής εγγραφής στο χρέος των τόκων που θα αρχίσουν να αποπληρώνονται μετά το 2032.
Το τελικό σχέδιο του προϋπολογισμού αναμένεται να κατατεθεί την Πέμπτη στη Βουλή. Όσον αφορά το χρέος, θα προβλέπει περαιτέρω μείωση της αναλογίας του. Τα στοιχεία τόσο για το 2025 όσο και για το 2026 θα τύχουν «διορθώσεων» σε σχέση με αυτά που είχαν αναφερθεί στο προσχέδιο, καθώς έχουν μεσολαβήσει διάφορες αλλαγές:
1. Η μείωση του ονομαστικού ΑΕΠ κατά περίπου ένα δισ. ευρώ το 2024, κάτι που θα επηρεάσει και τα μεγέθη του 2025 και του 2026.
2. Η πρόθεση του υπουργείου Οικονομικών να πατήσει «γκάζι» όσον αφορά την υλοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης ώστε να μη χαθούν πόροι. Αυτό συνεπάγεται ότι οι εκταμιεύσεις δανείων για το 2026 εκτιμώνται πλέον σε πάνω από 6 δισ. ευρώ, πέραν του προγράμματος χρηματοδότησης που θα υλοποιήσει ο ΟΔΔΗΧ για την επόμενη χρονιά (σ.σ.: και το οποίο υπολογίζεται ότι θα ανέλθει στα 8 δισ. ευρώ).
3. Η απόφαση του ΟΔΔΗΧ να κλείσει το πρόγραμμα χρηματοδότησης για το 2025 χωρίς να κάνει την τελευταία δρομολογημένη επανέκδοση χρέους, κάτι που σημαίνει ότι δεν θα δανειστεί η Ελλάδα περί τα 200-250 εκατ. ευρώ.
Για την επίτευξη του στόχου μείωσης της αναλογίας του χρέους προς το ΑΕΠ στο 138% το 2026 θα δρομολογηθούν νέες, πρόωρες αποπληρωμές χρέους. Εκτός από την καταβολή των 5,3 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο για την αποπληρωμή των διμερών δανείων, θα υπάρξει ανάλογη κίνηση και το 2026. Ο στόχος για πρόωρη εξόφληση ολόκληρου του GLF 10 χρόνια πριν από τον προγραμματισμένο χρόνο παραμένει στο τραπέζι.
Ο ρόλος της ανάκτησης του «Α» για τα ομόλογα
Την επιστροφή του 120% στην αναλογία χρέους/ΑΕΠ η Ελλάδα θα επιδιώξει να τη συνδυάσει και με την περαιτέρω αναβάθμιση των ελληνικών ομολόγων, ώστε να ανακτηθεί το «Α».
Μετά τις αναβαθμίσεις που έγιναν μέσα στο 2025, οι περισσότεροι οίκοι κατατάσσουν την Ελλάδα μία βαθμίδα πάνω από την επενδυτική, δηλαδή στο BBB. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζονται ακόμη δύο βαθμίδες.
Η ανάκτηση του «Α» ανοίγει τον δρόμο για εκδήλωση αγοραστικού ενδιαφέροντος για τα ελληνικά ομόλογα και από άλλες πλευρές, κυρίως από την Ιαπωνία. Τα ιαπωνικά επενδυτικά κεφάλαια δεν τοποθετούνται σε κρατικά ομόλογα αν δεν υπάρχει αξιολόγηση «Α» από τους μεγαλύτερους οίκους αξιολόγησης του πλανήτη.
Η ανάκτηση του «Α» απαιτεί αρκετό χρόνο υλοποίησης, καθώς για τη μετάβαση από τη μία βαθμίδα στην άλλη οι οίκοι μπορεί να αφήσουν να περάσει χρονικό περιθώριο δύο ή και περισσότερων ετών. Το 2026, το ζητούμενο είναι να αναβαθμιστούν τουλάχιστον οι προοπτικές της οικονομίας, να γίνει δηλαδή «μισό βήμα» από τους περισσότερους οίκους.
Με εξαίρεση τη Scope που αναβάθμισε τις προοπτικές την προηγούμενη εβδομάδα, όλοι οι υπόλοιποι οίκοι χαρακτηρίζουν σταθερές τις προοπτικές. Από εκεί και πέρα, το 2027 είναι προγραμματισμένες οι εθνικές εκλογές και η παράμετρος της πολιτικής σταθερότητας λαμβάνεται πολύ σοβαρά υπόψη στις αξιολογήσεις.