Search
Close this search box.
Search

Ευρωζώνη: «Καμπανάκι» κινδύνου για Γαλλία, Γερμανία – Βαθαίνουν τα προβλήματα στις οικονομίες

Πριν 4 ώρες

Σε «ασφυκτικό κλοιό» βρίσκεται πλέον ο βαθύς «πυρήνας» της Ευρωζώνης, με τη Γαλλία σε δημοσιονομική δίνη και τη γερμανική βιομηχανία να κλυδωνίζεται με σημείο αιχμής την κορωνίδα της ευρωπαϊκής αγοράς αυτοκινήτου, την Volkswagen, η οποία βρίσκεται στα πρόθυρα να κλείσει εργοστάσια στη Γερμανία, δημιουργώντας ρήγμα σε μία παράδοση 87 ετών.

Η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε το προηγούμενο τρίμηνο, παρά τις προσδοκίες για ανάκαμψη καθώς η Κίνα, από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους της Γερμανίας, έχει κατεβάσει ταχύτητα περιορίζοντας τη ζήτηση και η κυβέρνηση συνασπισμού του Όλαφ Σολτς γίνεται όλο και πιο αντιδημοφιλής.

Την ίδια στιγμή, η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του ευρώ έχει επιδεινώσει τη δημοσιονομική της εικόνα και τα βαριά προβλήματα της μεταποίησης καταδεικνύουν το μέγεθος των προκλήσεων, σε μία περίοδο που η Ευρωζώνη καλείται να τονώσει την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητά της για να μπορέσει να επιβιώσει έναντι των κορυφαίων ανταγωνιστών της. Ακόμη χειρότερα, η ανάκαμψη φαίνεται να απέχει ακόμη πολύ, με την πολιτική και γεωπολιτική αβεβαιότητα να επιδεινώνει την κατάσταση και να απομακρύνει τις προσδοκίες για άμεση επίλυση των προβλημάτων.

Επιδείνωση δημοσιονομικών σε Γαλλία

Σήμερα, ο απερχόμενος υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, Μπρουνό Λεμέρ, προειδοποίησε για επιδείνωση των δημοσιονομικών της χώρας, η οποία απειλεί να αυξήσει περαιτέρω το έλλειμμα του προϋπολογισμού εν μέσω πολιτικού αδιεξόδου. Σε επιστολή που έστειλε σε βουλευτές και η οποία διέρρευσε στους FT, ο Λεμέρ απέδωσε αυτή τη δυσάρεστη εξέλιξη στα χαμηλότερα του αναμενομένου φορολογικά έσοδα και στις πρόσθετες δαπάνες σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.

Ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών έκανε λόγο για ανεξέλεγκτη αύξηση των δαπανών από τοπικές αρχές, οι οποίες θα μπορούσαν να ανεβάσουν το λογαριασμό κατά 16 δισ. ευρώ σε σχέση με το πρόγραμμα σταθερότητας 2024-2027. Αυτό σημαίνει ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα θα μπορούσε να αυξηθεί τουλάχιστον στο 5,6% του ΑΕΠ, με βάση αναθεωρημένες προβλέψεις του γαλλικού υπουργείου Οικονομικών.

Η εξέλιξη αυτή λαμβάνει χώρα την ώρα που ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν αδυνατεί να διορίσει νέο πρωθυπουργό και να σχηματίσει μία βιώσιμη κυβέρνηση, δύο μήνες μετά τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές. Η πολιτική αυτή παράλυση καθιστά πολύ πιο δύσκολη τη διαδικασία κατάρτισης του προϋπολογισμού για το 2025, ο οποίος θα δώσει τόσο στην Κομισιόν όσο και στους οίκους αξιολόγησης ένα πρώτο δείγμα γραφής για το πώς το Παρίσι σχεδιάζει να τιθασεύσει τις δαπάνες του. Ένα έλλειμμα στο 5,6% του ΑΕΠ το 2024 σημαίνει ότι θα ξεπεράσει το στόχο του 5,1% για φέτος, υπερβαίνοντας και το 5,5% του 2023, γεγονός που υπονομεύει την οικονομική αξιοπιστία Μακρόν, καθώς έχασε ήδη τον περυσινό στόχο του 4,9%.

Αξιωματούχος της ΕΕ διαμήνυσε στο Παρίσι ότι οι απαιτούμενες μειώσεις δαπανών της Γαλλίας με βάση τους αναθεωρημένους δημοσιονομικούς κανόνες δεν πρόκειται να αλλάξουν και ότι θα απαιτηθεί τεράστια προσπάθεια για την επιστροφή του ελλείμματος στο 3%. Ο Μακρόν και η κυβέρνησή του έχουν προς το παρόν δεσμευθεί να επαναφέρουν το έλλειμμα στο στόχο του 3% έως το 2027, όμως κάτι τέτοιο ενδεχομένως να απαιτήσει μεγαλύτερες μειώσεις δαπανών.

Ήδη, οι Βρυξέλλες έχουν βάλει τη Γαλλία σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος υποχρεώνοντάς την σε πιο αυστηρή δημοσιονομική πολιτική, εν μέσω ωστόσο πολλών ερωτηματικών για το εάν το Παρίσι είναι σε θέση να ακολουθήσει αυτό το μονοπάτι. Ερωτηματικά υπάρχουν επίσης και για το εάν η όποια νέα κυβέρνηση σχηματιστεί θα είναι σε θέση να περάσει τον προϋπολογισμό του 2025, μία διαδικασία που έχει προγραμματιστεί για τον Οκτώβριο. Τα κόμματα της Αντιπολίτευσης έχουν δώσει το στίγμα τους ότι θα καταψηφίσουν τον προϋπολογισμό, λέγοντας ότι ο Μακρόν προσπαθεί να τους δώσει οικονομικά μαθήματα κατηγορώντας τα ότι προσπαθούν να πλήξουν τη Γαλλία.

Σε δεινή θέση η Γερμανία

Aπό την άλλη πλευρά, η Γερμανία δέχεται το ένα χτύπημα μετά το άλλο, αντιμέτωπη με στασιμότητα και με σειρά προκλήσεων, από τη μετανάστευση και το υψηλότερο ενεργειακό κόστος έως τη δημοσιονομική αυστηρότητα και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Το εκλογικό αποτέλεσμα της Κυριακής στη Θουριγγία και Κάτω Σαξονία (έδρα της αυτοκινητοβιομηχανίας) με την ανάδειξη του ακροδεξιού κόμματος AfD σε πρώτη και δεύτερη πολιτική δύναμη αντίστοιχα επέφερε καίριο πλήγμα σε έναν κυβερνητικό συνασπισμό που ήδη κλυδωνιζόταν με βασικό σημείο αιχμής δημοσιονομικά ζητήματα.

Οι πολιτικές εξελίξεις αναμένεται να ασκήσουν περαιτέρω πιέσεις στην κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς και να εντείνουν τις διαφωνίες μεταξύ των τριών εταίρων, δείχνοντας πόσο κατακερματισμένο είναι το πολιτικό σκηνικό στην χώρα. Την επομένη των εκλογών έγινε γνωστό ότι η κορυφαία αυτοκινητοβιομηχανία της Γερμανίας αλλά και της Ευρώπης, η VW, εξετάζει το ενδεχόμενο να κλείσει εργοστάσια στη Γερμανία, διακινδυνεύοντας μία μετωπική σύγκρουση με τα πανίσχυρα γερμανικά συνδικάτα, σε ένα βήμα που αντικατοπτρίζει τα μεγάλα προβλήματα της ευρωπαϊκής αγοράς αυτοκινήτου γενικότερα.

Η VW υπήρξε μέρος του μεταπολεμικού οικονομικού θαύματος της Γερμανίας, χτίζοντας την αυτοκρατορία της επί δεκαετίες – αγοράζοντας τη Skoda στη Τσεχία, τη Bentley στη Βρετανία και τη Lamborghini στην Ιταλία μεταξύ των 10 brands της σε πέντε ευρωπαϊκές χώρες.

Αγνοώντας για πολλά χρόνια την υπερπαραγωγικότητα και την κάμψη της ανταγωνιστικότητάς τους, οι γίγαντες της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας προβαίνουν σε άνευ προηγουμένου κινήσεις για να μειώσουν το κόστος. Οι λόγοι είναι σαφείς: οι προσπάθειες της Ευρώπης να ανταγωνιστούν τις κινεζικές αυτοκινητοβιομηχανίες και την Tesla στην ηλεκτροκίνηση απέτυχαν παταγωδώς.

Αναλυτές της Citigroup αναφέρουν ότι η VW αναγνωρίζει τελικά πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση, κάτι που εν τέλει δείχνει ότι μέσα στο σημερινό δύσκολο γεωπολιτικό κόσμο η Ευρώπη έχασε τη μάχη. Με τις πωλήσεις αυτοκινήτων να εξακολουθούν να είναι κατά ένα-πέμπτο χαμηλότερες από τα προ της πανδημίας επίπεδα στην Ευρώπη, κατασκευαστές, συμπεριλαμβανομένων των VW, Stellantis και Renault, έχουν αυτή τη στιγμή σε λειτουργία περισσότερα από 30 εργοστάσια τα οποία θεωρούνται μη κερδοφόρα, σύμφωνα με στοιχεία της Just Auto. Σε αυτά συμπεριλαμβάνεται και αυτό στο Βόλφσμπουργκ, που είναι και το μεγαλύτερο στην Ευρώπη.

Επιπλέον, η Γερμανία έγινε τον προηγούμενο μήνα μακράν η λιγότερο ελκυστική αγορά της Ευρώπης, σύμφωνα με έρευνα της BofA στην οποία συμμετείχαν διαχειριστές κεφαλαίου. Επίσης, οι γερμανικές τράπεζες έχουν αυξήσει τις προβλέψεις τους για επισφάλειες κατά 50% στη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου, ενώ οι εταιρικές χρεοκοπίες αυξήθηκαν περίπου 30% την ίδια περίοδο, αγγίζοντας το υψηλότερο επίπεδο σε διάρκεια δεκαετίας, σύμφωνα με την εταιρεία αξιολόγησης καταναλωτικών πιστώσεων Creditreform. Η γερμανική αγορά βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα ιδιαίτερα δύσκολο δεύτερο εξάμηνο, λαμβάνοντας υπόψη την επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της εταιρικής κερδοφορίας, τη μεγάλη έκθεση της Γερμανίας στην Κίνα, τα διαρθρωτικά προβλήματα της βιομηχανίας και τη γεωπολιτική αβεβαιότητα, όπως εκτιμούν στρατηγικοί αναλυτές του Bloomberg Intelligence.

 

Δημοφιλη

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Search
Close this search box.