Την «άμεση παρέμβαση της ΕΕ για αποκλιμάκωση στη Μέση Ανατολή» ζήτησε πριν από λίγο από τη Βαρσοβία ο ευρωβουλευτής και μέλος της Επιτροπής Ασφάλειας και Άμυνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Νικόλας Φαραντούρης.
Στη σκιά του πολέμου Ισραήλ-Ιράν συνεδριάζει από το απόγευμα της Παρασκευής στην πρωτεύουσα της Πολωνίας η Διακοινοβουλευτική Αντιπροσωπεία ΕΕ-ΗΠΑ (κογκρέσο), μέλος της οποίας είναι ο Έλληνας ευρωβουλευτής.
Όπως δήλωσε στα μέσα μαζικής ενημέρωσης ο Νικόλας Φαραντούρης, «Ουάσιγκτον και Τεχεράνη βρίσκονταν πολύ κοντά στην επίτευξη προκαταρκτικής συμφωνίας μετά τις διαπραγματεύσεις των τελευταίων μηνών, κάτι το οποίο θα συνιστούσε διπλωματική νίκη του Πρόεδρου Τράμπ και θα έδινε σημαντική οικονομική ανάσα στην Τεχεράνη. Οι συνομιλίες δεν πρέπει να διακοπούν», καταλήγει ο Έλληνας ευρωβουλευτής.
Ως προς τις οικονομικές επιπτώσεις, ο Νικόλας Φαραντούρης εκτιμά ότι «οι τιμές του πετρελαίου θα εκτοξευθούν τις επόμενες ημέρες, εάν μάλιστα το Ιράν περιορίσει τη διέλευση από τα στενά του Χορμούζ απ’ όπου μεταφέρεται το 30% της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου».
Επιπρόσθετα, τίθεται όπως είπε «ζήτημα ασφάλειας των θαλάσσιων μεταφορών και γενικότερα της ναυσιπλοΐας ιδίως από την αναμενόμενη ενεργοποίηση των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα, παρά την κατάπαυση του πυρός που είχαν συμφωνήσει στις αρχές Μαΐου με τη μεσολάβηση του Ομάν».
Ιστορικό:
Τον Ιούλιο του 2015 τα πέντε μόνιμα μέλη του του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, συν Γερμανία, ΕΕ και Ιράν, είχαν καταλήξει σε συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης στη βάση της Συνθήκης για τη μη διασπορά των πυρηνικών όπλων. Σύμφωνα με τους επιθεωρητές του ΟΗΕ, οι αυστηροί όροι που είχαν τεθεί εμφανίζονταν να γίνονται σεβαστοί. Κατόπιν τούτων το Ιράν θα μπορούσε να εμπλουτίζει ουράνιο μόνο για την παραγωγή ενέργειας. Η συμφωνία είχε θεωρηθεί διπλωματική επιτυχία του αμερικανού Προέδρου Ομπάμα. Ωστόσο το 2018 με την εκλογή Τραμπ, οι ΗΠΑ απέσυραν την υπογραφή τους και εν συνεχεία επανέφεραν τις κυρώσεις στο Ιράν. Με την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων, τους τελευταίους μήνες, φάνηκε ότι τα δύο μέρη ήταν πολύ κοντά σε μία προκαταρκτική συμφωνία, η επίτευξη της οποίας όμως πλέον θεωρείται εξαιρετικά αβέβαιη.