Ο Μάνφρεντ Βέμπερ, κορυφαίος γερμανός πολιτικός στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, απέκλεισε οποιαδήποτε συνεργασία με το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), το οποίο σημειώνει θεαματική άνοδο των ποσοστών του στις δημοσκοπήσεις.
Άλλοι πολιτικοί και παρατάξεις στη Γερμανία έχουν ξεκαθαρίσει εδώ και χρόνια πως δεν έχουν καμία πρόθεση να συνεργαστούν με το AfD, που ιδρύθηκε πριν από δέκα χρόνια και θυμίζει σε πολλούς πολίτες της χώρας το ναζιστικό της παρελθόν.
Ωστόσο σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση, η παράταξη αυτή είναι πλέον το μεγαλύτερο κόμμα της Γερμανίας με 21% των προθέσεων ψήφου εάν καταμετρηθούν χωριστά τα ποσοστά των δυο σχηματισμών της δεξιάς, της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU) και της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU).
Τα στοιχεία των δημοσκοπήσεων και πρόσφατες νίκες του ακροδεξιού κόμματος σε τοπικές εκλογές έχουν θορυβήσει τόσο το Βερολίνο όσο και τις Βρυξέλλες και ο κ. Μάνφρεντ αποφάσισε να τοποθετηθεί δημόσια.
Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ, δεξιά), της μεγαλύτερης παράταξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τόνισε στον όμιλο μέσων ενημέρωσης Funke κατά τη διάρκεια συνέντευξής του που δημοσιεύεται σήμερα πως το «τείχος προστασίας» παραμένει.
Τόνισε ότι η AfD έχει σκοπό να καταστρέψει το CDU και το CSU, στο οποίο ανήκει.
«Για αυτό τον λόγο για εμάς δεν είναι απλά πολιτικός ανταγωνιστής, είναι αντίπαλος, ο εχθρός», επέμεινε.
Οι επόμενες ευρωεκλογές στη Γερμανία θα διεξαχθούν την 9η Ιουνίου 2024.
Το AfD λέει πως σκοπός του είναι να καταργηθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το κόμμα έχει τα υψηλότερα ποσοστά του στην πάλαι ποτέ ΓΛΔ, στην ανατολική Γερμανία.
Εξάλλου ο κ. Βέμπερ προειδοποίησε όλους όσοι ψηφίζουν την παράταξη της γερμανικής ακροδεξιάς πως θέτουν σε κίνδυνο τις μισές και πλέον θέσεις εργασίας στη χώρα.
«Ζούμε από τις εξαγωγές. Και όποιος αμφισβητεί την ευρωπαϊκή ενιαία αγορά ρίχνει τσεκούρι στην ευημερία μας. Ταυτόχρονα, η ασφάλεια της Γερμανίας τίθεται σε κίνδυνο» διότι το AfD δεν είναι παρά πιόνι «του Πούτιν», πρόσθεσε ο κεντροδεξιός πολιτικός αναφερόμενος στον πρόεδρο της Ρωσίας, τον Βλαντίμιρ Πούτιν.