Η ελληνική αγορά εργασίας συνεχίζει να παλεύει με τις συνέπειες μιας δεκαπενταετούς οικονομικής αστάθειας
Παρά την αυξανόμενη ζήτηση για εργαζομένους σε συγκεκριμένους κλάδους, οι πληγές που άφησαν τα μνημόνια, η πανδημία και η οικονομική κρίση δεν έχουν επουλωθεί πλήρως. Η ελληνική αγορά εργασίας συνεχίζει να παλεύει με τις συνέπειες μιας δεκαπενταετούς οικονομικής αστάθειας, η οποία προκάλεσε μαζικές απώλειες θέσεων εργασίας.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, η κρίση οδήγησε στην απώλεια τουλάχιστον 305.000 θέσεων εργασίας, με τη βιομηχανία και τη μεταποίηση να δέχονται το μεγαλύτερο πλήγμα. Απώλειες καταγράφηκαν και στον πρωτογενή τομέα, όπως η γεωργία και η κτηνοτροφία, αν και σε μικρότερη κλίμακα.
Παρά τα βήματα προς την ανάκαμψη, η αγορά εργασίας παραμένει σε δύσκολη θέση. Η ανεργία μειώνεται με αργούς ρυθμούς, ενώ πολλές επιχειρήσεις συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν προκλήσεις που εμποδίζουν τη δημιουργία νέων, ποιοτικών θέσεων εργασίας.
Επιχειρήσεις
Η αδυναμία προσαρμογής στην τεχνολογική εποχή
Ένα από τα πιο ανησυχητικά ευρήματα της έκθεσης είναι η αργή ανάπτυξη θέσεων εργασίας υψηλής τεχνολογίας. Παρόλο που η τεχνολογία αποτελεί βασικό μοχλό ανάπτυξης διεθνώς, η Ελλάδα παραμένει πίσω. Οι θέσεις απασχόλησης σε τομείς καινοτομίας και τεχνολογίας είναι περιορισμένες, ενώ αντίθετα, ο τομέας των υπηρεσιών συνεχίζει να αναπτύσσεται, διατηρώντας την ελληνική οικονομία προσκολλημένη σε παραδοσιακές δραστηριότητες που δεν συμβαδίζουν πάντα με τις σύγχρονες απαιτήσεις.
Η έκθεση υπογραμμίζει την ανάγκη αναδιάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας, με έμφαση στην καινοτομία, την ψηφιακή μετάβαση και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Αυτή η αλλαγή είναι απαραίτητη ώστε η χώρα να κινηθεί προς ένα πιο βιώσιμο και εξωστρεφές αναπτυξιακό μοντέλο.
Σύγκριση με το παρελθόν – Σημαντικές απώλειες στον δευτερογενή τομέα
Η σύγκριση των στοιχείων μεταξύ 2009 και 2024 αποκαλύπτει τη δραματική συρρίκνωση του δευτερογενούς τομέα.
Συγκεκριμένα:
Δευτερογενής τομέας: Έχασε 264.300 θέσεις εργασίας, με το 2024 να αντιστοιχεί μόλις στο 72,6% των θέσεων του 2009.
Πρωτογενής τομέας: Κατέγραψε απώλειες 75.100 θέσεων εργασίας.
Τομέας υπηρεσιών: Παρουσίασε αύξηση, με το μερίδιό του στην απασχόληση να φτάνει το 73,1% το 2024, έναντι 67,4% το 2009.
Ωστόσο, ενώ η αύξηση των θέσεων στις υπηρεσίες μπορεί να φαίνεται θετική, το ποσοστό εργαζομένων σε κλάδους υψηλής τεχνολογίας παραμένει εξαιρετικά χαμηλό. Το 2023, μόλις το 3,4% των εργαζομένων στην Ελλάδα απασχολούνταν σε δυναμικούς τεχνολογικούς κλάδους – το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό στην ΕΕ. Επιπλέον, το ποσοστό εργαζομένων στη μεταποιητική βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας είναι μόλις 0,8%, κατατάσσοντας την Ελλάδα στις τελευταίες θέσεις της ΕΕ, μαζί με τη Ρουμανία και την Κροατία.
Χαμηλό τεχνολογικό αποτύπωμα και ανάγκη αλλαγής πορείας
Παρότι παρατηρείται κάποια πρόοδος στις τεχνολογικές υπηρεσίες, η Ελλάδα υστερεί σημαντικά σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η αργή μετάβαση προς ένα πιο καινοτόμο και τεχνολογικά προηγμένο οικονομικό μοντέλο δείχνει ότι απαιτείται μια στρατηγική και στοχευμένη προσέγγιση για την ενίσχυση της καινοτομίας και τη δημιουργία νέων, δυναμικών θέσεων εργασίας.
Το οικονομικό μοντέλο της χώρας χρειάζεται επανασχεδιασμό, με προτεραιότητα στην εκπαίδευση, την κατάρτιση στις νέες τεχνολογίες και την προώθηση της επιχειρηματικότητας σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας. Μόνο έτσι μπορεί η Ελλάδα να εξασφαλίσει μια βιώσιμη ανάπτυξη που θα προσφέρει ποιοτικές θέσεις εργασίας και θα προσαρμοστεί στις σύγχρονες απαιτήσεις της παγκόσμιας οικονομίας.