Με «μαξιλάρι» ταμειακών διαθεσίμων περίπου 34 δισεκ. ευρώ, ξεκινάει το νέο κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο, τη διαχείριση του κρίσιμου κεφαλαίου του Δημοσίου Χρέους, το οποίο αν και μεσοπρόθεσμα έχει ρυθμιστεί δεν παύει να αποτελεί το μεγάλο «αγκάθι» της ελληνικής οικονομίας.
Εν αναμονή της επιστροφής της χώρας μας στην επενδυτική βαθμίδα τους επόμενους μήνες, πρώτο στόχο θα αποτελέσει η «επαφή» με τις αγορές, καθώς το φετινό πρόγραμμα δανεισμού έχει ουσιαστικά ολοκληρωθεί και δεν απαιτούνται ιδιαίτερες κινήσεις.
Θέμα ημερών είναι και η πρώτη συνάντηση του νέου υπουργού Οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη και του υφυπουργού Θάνου Πετραλιά με την ηγεσία του ΟΔΔΗΧ, προκειμένου να καθοριστούν τα επόμενα βήματα στις αγορές, με πιθανή τη νέα προεξόφληση διμερών δανείων του πρώτου Μνημονίου, καθώς και εμβληματικές νέες εκδόσεις ομολόγων.
Σε κάθε περίπτωση, όλα αυτά τοποθετούνται χρονικά, μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.
Μέχρι σήμερα το ελληνικό δημόσιο μέσω των προγραμματισμένων εκδόσεων ομολόγων αλλά και των τριών δημοπρασιών ομολόγων που έχουν ήδη υλοποιηθεί δανείστηκε 6,9 δισ. ευρώ, καλύπτοντας επί της ουσίας το πρόγραμμα δανεισμού που είχε ανακοινώσει στα τέλη της περασμένης χρονιάς ο ΟΔΔΗΧ και οτιδήποτε αντλείται εφεξής σε συνδυασμό με τα ταμειακά διαθέσιμα και το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του προϋπολογισμού, καθιστά εφικτή την «επιθετική» διαχείριση του δημοσίου χρέους.
Σε τούτο συνηγορούν και οι θετικές αντιδράσεις των οίκων αξιολόγησης στο αποτέλεσμα των εκλογών, όπως επιβεβαίωσαν τα χθεσινά report Standard and Poor’s και Moody’s την ώρα που οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων συνέχιζαν να υποχωρούν (στο 3,5% η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου, κάτω και από το Ιταλικό).
Αξίζει να σημειωθεί ωστόσο, ότι η αναμενόμενη ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, έχει σε μεγάλο βαθμό προεξοφληθεί, επομένως θεωρείται πως η διάσπαση του φράγματος του 3% απαιτεί περισσότερες «εκπλήξεις», πέραν των αυτονόητων: αυστηρή τήρηση των δημοσιονομικών στόχων, παροχές με μέτρο και συνέχιση των μεταρρυθμίσεων.