«Ως γονέας σέβομαι τον πόνο τους», τόνισε ο κ. Καραμανλής, επαναλαμβάνοντας ότι νιώθει σε απόλυτο βαθμό την υποχρέωση να μιλήσει στην εξεταστική για τα Τέμπη με ειλικρίνεια, υπευθυνότητα και σεβασμό στη μνήμη των ανθρώπων που τόσο άδικα χάθηκαν.
«Προσωπικά, είμαι εδώ για να μιλήσω για όλα όπως ακριβώς γνωρίζω ότι είναι», υπογράμμισε ο κ. Καραμανλής και πρόσθεσε απευθυνόμενος στα μέλη της Εξεταστικής Επιτροπής: «Ό,τι έχω να πω, θα το πω κοιτώντας στα μάτια εσάς, τους συναδέλφους μου, αλλά και όλους τους Έλληνες και όλες τις Ελληνίδες που θέλουν να μάθουν την αλήθεια».
Ο κ. Καραμανλής ξεκαθάρισε στη συνέχεια ότι «δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να με κάνει να ωραιοποιήσω την πραγματικότητα. Αλλά δεν πρόκειται να αφήσω να αιωρούνται αναπάντητες, απόψεις ανυπόστατες».
Ξεκαθάρισε, επίσης, ότι δεν θα τροφοδοτήσει μία στείρα πολιτική, ή ακόμα χειρότερα μικροκομματική αντιπαράθεση, πάνω από ένα τέτοιο θέμα. «Είμαι εδώ, από την πρώτη στιγμή. Δεν κρύφτηκα. Δεν έπαιξα θέατρο. Και ούτε σκοπεύω να το κάνω τώρα», τόνισε ο κ. Καραμανλής και πρόσθεσε: «Ναι, λοιπόν στην αλήθεια και όχι στην πολιτική καπηλεία».
Σημείωσε επίσης ότι «η απάνθρωπη εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου δεν μπορεί να έχει θέση μέσα σε αυτήν την αίθουσα».
μενος στην παραίτηση του από τη θέση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών λίγες ώρες μετά το δυστύχημα, ο κ. Καραμανλής τόνισε: “Δεν σκέφτηκα ούτε στιγμή να κρυφτώ πίσω από ευθύνες άλλων. Παραιτήθηκα ενάντια στην πεπατημένη της πολιτικής πρακτικής σε τέτοιες περιστάσεις. Θεώρησα την πράξη αυτή, αυτονόητη.”
Σημείωσε επίσης πως «ειλικρινά, δεν με απασχόλησε λεπτό η μικρότητα ορισμένων πολιτικών αντιπάλων που την αμφισβήτησαν, ενώ οι ίδιοι ουδέποτε έχουν δείξει την ευθιξία να παραιτηθούν από οποιαδήποτε θέση, για οποιονδήποτε λόγο».
«Αν είχαν τηρηθεί οι διαδικασίες του Κανονισμού Κυκλοφορίας το δυστύχημα θα είχε αποτραπεί»
Ο κ. Καραμανλής ανέφερε ότι παρακολουθεί με προσοχή, όλες αυτές τις μέρες, τις καταθέσεις που έχουν γίνει στην Επιτροπή. «Ακούστηκαν πολλές απόψεις και δόθηκαν διάφορες πτυχές των γεγονότων. Δεν υπήρξε όμως ούτε ένας ειδικός, ούτε ένας άνθρωπος από όσους γνωρίζουν σε βάθος το αντικείμενο, το επαναλαμβάνω ούτε ένας, που να αρνήθηκε ότι αν έστω και μία πλευρά είχε τηρήσει τις διαδικασίες του Γενικού Κανονισμού Κυκλοφορίας το δυστύχημα θα είχε αποτραπεί. Από εργαζόμενους και συνδικαλιστές, μέχρι στελέχη Οργανισμών όλων των περιόδων, αλλά και τις διοικήσεις της ΡΑΣ», επισήμανε.
«Υπάρχουν σίγουρα και ορισμένοι που πριν καν αρχίσει η Εξεταστική έχουν ήδη συντάξει το πόρισμά τους εναντίον μου…. Οι περισσότεροι, όμως, θέλω να πιστεύω -και πιστεύω- ότι επιζητείτε ό,τι και όλοι οι Έλληνες: την αλήθεια» σημείωσε ο Κώστας Καραμανλής
«Και τα συστήματα άνθρωποι τα χειρίζονται»
Ο κ. Καραμανλής ανέφερε ότι έχει δεχθεί το ερώτημα «καλά, αν για όλα φταίνε κάποιοι άνθρωποι, τότε γιατί να φέρνουμε νέες τεχνολογίες στο σιδηρόδρομο;» και εξήγησε ότι «η απάντηση είναι πως όσο περισσότερο εξελίσσουμε την τεχνολογία που χρησιμοποιούμε, τόσο αναβαθμίζουμε και το επίπεδο της ασφάλειας. Γι’ αυτό άλλωστε και δώσαμε την παράταση για να ολοκληρωθεί η σύμβαση 717».
«Γι’ αυτό ξεμπλέξαμε τον γόρδιο δεσμό και επιλέξαμε να προχωρήσουν τα έργα αποφασιστικά και να τελειώσουν κι όχι να μείνουν να λιμνάζουν…» σημείωσε επίσης ο κ. Καραμανλής.
«Σε ό τι αφορά λοιπόν αυτά τα συστήματα, σαφώς και θα συνέβαλλαν στην αύξηση της ασφάλειας, αλλά δεν υπήρχε η βεβαιότητα ότι θα απέτρεπαν το δυστύχημα, γιατί και τα συστήματα αυτά άνθρωποι τα χειρίζονται», τόνισε.
«Γιατί για να είναι ασφαλή τα τραίνα, ακόμα πιο σημαντικό κι από τις πάσης φύσεως τεχνολογίες, είναι ένα: να τηρείται ευλαβικά ο κανονισμός κυκλοφορίας τους», συνέχισε ο κ. Καραμανλής και πρόσθεσε: «Αυτός ο Γενικός Κανονισμός Λειτουργίας, λοιπόν, παραβιάστηκε δυστυχώς κατά συρροήν εκείνο το μοιραίο βράδυ. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Και τέτοιες παραβιάσεις του Γενικού Κανονισμού Λειτουργίας, καμία ολοκλήρωση της 717 δεν θα μπορούσε να τις υπερνικήσει».
Εκτίμησε, ακόμα, ότι «πρέπει επιτέλους να ακουστεί αυτό, γιατί ο ελληνικός λαός και ιδίως οι οικογένειες που τις έπληξε τόσο άδικα αυτή η τραγωδία, έχουν το δικαίωμα να το γνωρίζουν» και έκλεισε την εισαγωγική του τοποθέτηση υπογραμμίζοντας «χρέος μας, η αλήθεια. Υποχρέωσή μας, η ειλικρίνεια και να αφήσουμε τις σκοπιμότητες στην άκρη».