«Βιαστική» χαρακτήρισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης την αντίδραση του Ν. Ανδρουλάκη για την απόφαση του ΣτΕ σχετικά με τις παρακολουθήσεις.
Ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ, μιλώντας Ραδιόφωνο των Παραπολιτικών 90,1 εξήγησε τους λόγους:
Η απόφαση ακύρωσης αφορά το νόμο του 2021 που περιείχε καθολική και χωρίς προϋποθέσεις απαγόρευση χορήγησης στοιχείων στον ενδιαφερόμενο δηλαδή τον νόμο που ίσχυε πριν τις αλλαγές που κάναμε μετά από όσα συνέβησαν, τις παραδοχές που κάναμε, τα γεγονότα δηλαδή του 2022. Η απόφαση του ΣτΕ δεν καταλαμβάνει τη νεότερη διάταξη την οποία φέραμε.
Το 2022, όπως είχαμε δεσμευτεί μετά τα γεγονότα, τις παραδοχές που κάναμε αν θυμάστε τον Πρωθυπουργό και στη Βουλή και στις ομιλίες του που είπε, μετά την ανάληψη της ευθύνης που υπήρχε, ότι πρέπει να έρθει ένας νέος νόμος ο οποίος ήρθε και ψηφίστηκε για τη νεότερη ρύθμιση, αυτό δηλαδή που φέραμε μετά τα γεγονότα. Το ΣτΕ αναφέρει ότι συνιστά ένα σύστημα με εσωτερική συνοχή», δηλαδή ουσιαστικά αποδέχεται τη λογική του
Με βάση την απόφαση του ΣτΕ η αίτηση του κ. Ανδρουλάκη θα κριθεί από την ολομέλεια της ΑΔΑΕ.
Τέλος, ο κ. Μαρινάκης σημείωσε ότι υπάρχει και ένα άλλο σκέλος της απόφασης και είναι σημαντικό:
«Το ΣτΕ αποφάνθηκε ότι η προσβαλλόμενη πράξη κατά το μέρος που απέρριψε το αίτημα του αιτούντος, να ενημερωθούν, δηλαδή, ο πρόεδρος της Βουλής και οι αρχηγοί των κοινοβουλευτικών κομμάτων, αν θυμάστε που είχε πει και για το περιεχόμενο της εισαγγελικής διάταξης για την άρση στο απόρρητο των επικοινωνιών, αιτιολογείται νομίμως, ο δε αντίθετος λόγος, ο λόγος περί του αντιθέτου ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δηλαδή εν μέρει την απορρίψει κιόλας.
Άρα για να καταλαβαίνουν οι ακροατές, αυτό που λένε ότι κατέρρευσε ο νόμος που ψήφισε η Κυβέρνηση μετά από τα γεγονότα του 2022, αποδεχόμενοι ότι πρέπει να έχουμε μια πιο αυστηρή ρύθμιση, την οποία ψηφίσαμε, δεν ευσταθεί, δεν προκύπτει από την απόφαση. Είναι αναμενόμενο προφανώς, το είχαμε πει και εμείς ότι ο νόμος του 2021 ήταν ελλιπής. Ήταν ένας νόμος ο οποίος έπρεπε να αλλάξει, τον αλλάξαμε και από κει και πέρα βέβαια αυτό η απόφαση επί της ουσίας το επικυρώνει».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επεσήμανε ότι «οι πρώτοι που αναγνωρίσαμε ότι υπήρχε ζήτημα ήμασταν εμείς, ο Πρωθυπουργός. Θυμάστε και το διάγγελμα που έβγαλε τον Αύγουστο του 2022. Άμεση ανάληψη ευθύνης, άμεση ανάληψη πρωτοβουλιών, να αλλάξει η νομοθεσία. Ποτέ δεν κρυφτήκαμε. Είπαμε ότι το συγκεκριμένο νομικό καθεστώς περί καθολικής απαγόρευσης ενημέρωσης έπρεπε να αλλάξει και μια σειρά από άλλες πρωτοβουλίες που πήραμε, αυστηρότερα φίλτρα, αυστηρότερη νομοθεσία. Για αυτό ακριβώς μάλιστα υπήρχε και αυτή η άμεση κινητοποίηση της Κυβέρνησης».
Για να καταλήξει: «Εμείς δεν είμαστε μια Κυβέρνηση που προσπαθούμε να κάνουμε το άσπρο μαύρο αλλά ούτε διαβάζουμε τις αποφάσεις των δικαστηρίων όπως μας συμφέρουν. Την πραγματικότητα αντιμετωπίσαμε και αυτή την πραγματικότητα εν τοις πράγματι επιβεβαιώνει και αυτή η απόφαση»
Κυβερνητικές πηγές: H αίτηση Ανδρουλάκη θα κριθεί από την ολομέλεια της ΑΔΑΕ – Η απάντηση στην απόφαση του ΣτΕ για την άρση απορρήτου
«Η αίτηση του Νίκου Ανδρουλάκη θα κριθεί από την ολομέλεια της ΑΔΑΕ» αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, σε σχέση με την απόφαση του ΣτΕ να κάνει εν μέρει δεκτή την αίτηση ακύρωσης του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών του.
Συγκεκριμένα, οι κυβερνητικές πηγές υποστηρίζουν τα εξής:
- Η ακύρωση αφορά τον νόμο του 2021 που περιείχε καθολική και χωρίς προϋποθέσεις απαγόρευση της χορήγησης στοιχείων στον ενδιαφερόμενο.
- Η απόφαση του ΣτΕ δεν καταλαμβάνει τη νεότερη διάταξη την οποία φέραμε το 2022, όπως είχαμε δεσμευθεί μετά τα γεγονότα. Για τη νεώτερη ρύθμιση το ΣτΕ αναφέρει μάλιστα ότι συνιστά ένα «σύστημα με εσωτερική συνοχή», άρα ουσιαστικά αποδέχεται τη λογική του.
- Με βάση την απόφαση του ΣτΕ, η αίτηση του κ. Ανδρουλάκη θα κριθεί από την ολομέλεια της ΑΔΑΕ.
Ανδρουλάκης για ΣτΕ: Ιστορική ημέρα
Νωρίτερα, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ έκανε λόγο για ιστορική μέρα αναφερόμενος στην απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με την οποία νόμος του 2021 που εφαρμόστηκε στην υπόθεση παρακολουθήσεων απαγορεύοντας την ενημέρωση του κρίθηκε αντισυνταγματικός.
«Σήμερα είναι η πρώτη νίκη του κράτους δικαίου απέναντι στο παρακράτος των υποκλοπών που οργάνωσε το Μέγαρο Μαξίμου. Σήμερα το πρωί η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε αντισυνταγματικό το νόμο που η κυβέρνησή σας ψήφισε για να καλύψετε το παρακράτος των υποκλοπών. Το νόμο που απαγόρευε την ενημέρωση των παρακολουθούμενων», υπογράμμισε και προανήγγειλε ότι τη Δευτέρα το πρωί θα συναντήσει τον επικεφαλής της ΑΔΑΕ Χρήστο Ράμμο, προκειμένου να τον ενημερώσει.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ τόνισε, επίσης, ότι η συγκεκριμένη απόφαση αποτελεί την απάντηση στις «συκοφαντίες του ΣΥΡΙΖΑ και του προέδρου του που είχαν το θράσος να με διαβάλουν και να υποστηρίζουν ότι είμαι εκβιαζόμενος. Πήρατε και εσείς την απάντησή σας για τα ψέματά σας», είπε χαρακτηριστικά και κατέληξε λέγοντας:
«Οι συκοφαντίες της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ είχαν στόχο να πλήξουν την πολιτική μου διαδρομή και αξιοπρέπεια. Σήμερα οι συκοφάντες γελοιοποιήθηκαν. Σήμερα είναι η πρώτη μεγάλη ήττα του παρακράτους των υποκλοπών και μια πρώτη μεγάλη νίκη του κράτους δικαίου. Αποδεικνύεται με την απόφαση αυτή, που είναι και ήττα προσωπική του Πρωθυπουργού, γιατί ο ίδιος έδωσε το πράσινο φως να φτιαχτεί ένας αντισυνταγματικός νόμος που στόχο είχε να κρύψει και να συγκαλύψει τις πομπές του ίδιου και του κ. Δημητριάδη. Σήμερα, λοιπόν, το κράτος δικαίου που υπονομεύσατε για να συγκαλύψετε τις ευθύνες σας, σάς απάντησε. Σήμερα απεδείχθη περίτρανα ότι όποιος κινείται θεσμικά, δεν είναι ευάλωτος, αλλά είναι ισχυρός.
Το σκεπτικό του ΣτΕ για την άρση απορρήτου
Ειδικότερα, το ΣτΕ έκρινε: «Η ρύθμιση του άρθρου 87 του ν. 4790/2021, με το οποίο θεσπίσθηκε στην περίπτωση επιβολής του μέτρου άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας η πλήρης απαγόρευση της δυνατότητας ενημέρωσης του θιγόμενου, μετά τη λήξη του μέτρου, ακόμη και όταν δεν υφίσταται διακινδύνευση των σκοπών εθνικής ασφάλειας που οδήγησαν στην επιβολή του, αποτελεί υπέρμετρο περιορισμό του απαραβίαστου της επικοινωνίας, που δεν δικαιολογείται στο πλαίσιο της λειτουργίας του κράτους δικαίου, και, συνεπώς, αντίκειται στα άρθρα 19 παρ. 1 του Συντάγματος, 5 παρ. 1 και 15 παρ. 1 της οδηγίας 2002/58, 7, 8 και 11 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και 8 της ΕΣΔΑ και είναι ανίσχυρη.
Επομένως, η προσβαλλόμενη πράξη, κατά το μέρος που ερείδεται στην ανωτέρω ανίσχυρη διάταξη, είναι μη νόμιμη, και για το λόγο αυτό, που βασίμως προβάλλεται, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, η πράξη αυτή να ακυρωθεί εν μέρει και η υπόθεση να αναπεμφθεί στην Α.Δ.Α.Ε. για νέα, νόμιμη κρίση, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 5 του ν. 2225/1994, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή της με την κριθείσα ως ανίσχυρη διάταξη του άρθρου 87 του ν. 4790/2021, διότι, όπως έγινε δεκτό, ο νεώτερος ν. 5002/2022 δεν είναι εφαρμοστέος σε εκκρεμή αιτήματα γνωστοποίησης στον θιγόμενο μέτρου άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών του ληφθέντος υπό προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς· τούτο δε διότι με τον νεώτερο αυτό νόμο εισήχθη ένα νέο νομοθετικό καθεστώς που καταλαμβάνει όλη τη διαδικασία επιβολής της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, από την υποβολή του σχετικού αιτήματος και την έγκριση του επίμαχου μέτρου έως την γνωστοποίηση της άρσης του.
Το καθεστώς αυτό αποτελεί ένα σύστημα με εσωτερική συνοχή, οι ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις του οποίου προσιδιάζουν στις αιτήσεις άρσης του απορρήτου που υποβάλλονται δυνάμει του διατάξεών του, προκειμένου να διεκπεραιωθούν κατά τις ειδικές ρυθμίσεις του και τις εγγυήσεις που το ίδιο θεσπίζει.
Τούτο επιρρωνύεται από την απουσία μεταβατικών διατάξεων, ισχύει δε κατά μείζονα λόγο προκειμένου για πολιτικά πρόσωπα, όπως ο αιτών, για τα οποία προβλέπεται ειδική δημόσια αρχή για την κίνηση της διαδικασίας υποβολής του αιτήματος άρσης του απορρήτου και ειδικό όργανο για την χορήγηση της πρώτης από τις δύο συνολικά απαιτούμενες άδειες έγκρισής του».
Αντίθετα, το ΣτΕ αποφάνθηκε ότι «η προσβαλλόμενη πράξη, κατά το μέρος που απέρριψε το αίτημα του αιτούντος να ενημερωθούν ο Πρόεδρος της Βουλής και οι αρχηγοί των κοινοβουλευτικών κομμάτων για το περιεχόμενο της εισαγγελικής διάταξης περί άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών του, αιτιολογείται νομίμως, ο δε περί του αντιθέτου λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος».