“H νέα συμφωνία που έκλεισε η κυβέρνηση Τσίπρα έφερε καταιγίδα μέτρων για μισθωτούς, συντάξεις, νέους φόρους, η αύξηση στη φορολογία των αγροτών, εξαφανίστηκε σιωπηλά, λαμβάνοντας αναβολή για αργότερα”.
Έτσι ξεκινά το άρθρο των New York Times, το οποίο ασκεί κριτική στους αγρότες και στα προνόμια που απολαμβάνουν. Κάνει λόγο για “μαϊμού” αγρότες, ενώ δίνει και συμβουλές στον Αλέξη Τσίπρα για το πως θα νοικοκυρέψει τον κλάδο. Αναφορά και στα μπλόκα των αγροτών με τα τρακτέρ που απειλούν συχνά τη χώρα και εμποδίζουν τις αλλαγές που οφείλει η κυβέρνηση να κάνει.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας New York Times, οι πιστωτές έχουν πιέσει όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις να περιορίσουν τις παροχές στους αγρότες, ωστόσο δεν είχαν το κουράγιο να το κάνουν πράξη. Κάνει ιδιαίτερα αναφορά σε εκείνους που είναι αγρότες μόνο στα… χαρτιά, υπογραμμίζοντας ότι εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων, που έχουν άλλα επαγγέλματα και μπορούν να καλλιεργούν μικρό μέρος της γης τους, ισχυρίζονται ότι είναι αγρότες προκειμένου να επωφελούνται από τις φοροαπαλλαγές και τις επιχορηγήσεις για τον κλάδο. Για παράδειγμα, τονίζει η εφημερίδα, δικηγόροι και γιατροί καλλιεργούν ελιές στη βόρεια Ελλάδα, παρότι το κλίμα είναι ακατάλληλο και μετά παίρνουν κρατικές αποζημιώσεις για κατεστραμμένες σοδειές.
«Εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων, που έχουν άλλα επαγγέλματα και μπορούν να καλλιεργούν μικρό μέρος της γης τους, ισχυρίζονται ότι είναι αγρότες προκειμένου να επωφελούνται από τις φοροαπαλλαγές και τις επιχορηγήσεις για τον κλάδο», ενώ για τις μεταρυθμίσεις που ποτέ δεν γίνονται αναφέρει πως:«Οι δανειστές, έχουν πιέσει τις προηγούμενες κυβερνήσεις να περιορίσουν τα προνόμια στους αγρότες. Αλλά καμία κυβέρνηση δεν είχε το κουράγιο να το κάνει, εν μέρει γιατί οι αγρότες είναι σεβαστοί σε αυτή τη χώρα αλλά και εξαιτίας της προθυμίας που έχουν δείξει να κλείσουν δρόμους με τα τρακτέρ τους».
Όπως σημειώνει η εφημερίδα, ο κ. Τσίπρας δεν μπορεί να αναβάλει την επιβολή μέτρων στον αγροτικό κόσμο, καθώς οι δανειστές έχουν υπολογίσει ότι το κράτος θα συγκεντρώσει επιπλέον 2,24 δισ. δολάρια αυξάνοντας τους φόρους και περιορίζοντας τα προνόμια των αγροτών.