Κάποιες έρευνες εκτιμούν ότι η παγκόσμια αγορά της ΑΙ – που περιλαμβάνει το hardware, το software και τις υπηρεσίες – θα αυξάνεται με μέσο ετήσιο ρυθμό 18,6% μεταξύ του 2022 και του 2026, με το μέγεθός της να φθάνει τα 900 δισ. δολάρια το έτος αυτό, ενώ άλλες εκτιμούν ότι θα ξεπεράσει τα 1,5 τρισ. δολάρια το 2030.
Οι παγκόσμιες επενδύσεις venture capital σε νεοφυείς επιχειρήσεις (start-ups) τεχνητής νοημοσύνης υπερτριπλασιάστηκαν από το 2015 έως το 2023, φτάνοντας σε σχεδόν 98 δισ. δολάρια από 31 δις. δολάρια, ενώ κορυφώθηκαν το 2021, όταν έφτασαν στα 213 δισ. δολάρια με αύξηση 2,3 φορές σε σχέση με το 2020. Το μεγαλύτερο μέρος από τα κεφάλαια αυτά κατευθύνθηκε προς επιχειρήσεις ΑΙ στις ΗΠΑ και την Κίνα.
Ακολουθώντας την τάση της συνολικής αγοράς venture capital (VC), οι συνολικές επενδύσεις σε εταιρείες ΑΙ μειώθηκαν πάνω από 50% μεταξύ του 2021 και του 2023 (από 213 δις. δολάρια σε 98 δις. δολάρια). Η εξέλιξη αυτή ήταν συνέπεια των γενικότερων επιφυλάξεων των επενδυτών, εν μέσω αύξησης των επιτοκίων και των πληθωριστικών πιέσεων.
Ωστόσο, η δημιουργική ΑΙ αποτέλεσε εξαίρεση σε αυτή την τάση, με τις επενδύσεις VC στον κλάδο αυτό να κάνουν άλμα από 1,3 δισ. δολάρια το 2022 σε 17,8 δισ. δολάρια πέρυσι, με αποτέλεσμα το ποσοστό τους στις συνολικές επενδύσεις VC στην ΑΙ να αυξηθεί από μόλις 1% στο 18,2%. Κυρίως ήταν η επένδυση της Microsoft στην OpenAI, ύψους 10 δις. δολαρίων, που συνέβαλε στο άλμα αυτό.
Πολλοί εστιάζουν στους κινδύνους που κρύβει η τεχνητή νοημοσύνη, αλλά είναι βέβαιο ότι αυτή θα φέρει και μεγάλα οφέλη για τις οικονομίες και τις κοινωνίες. Η αύξηση της παραγωγικότητας, η προώθηση της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας και η συμβολή στην αντιμετώπιση παγκόσμιων προβλημάτων, όπως η κλιματική κρίση, είναι κάποια από τα βασικά μελλοντικά οφέλη, όπως συμφώνησαν οι χώρες της G7 μέσα από τη «διαδικασία της Χιροσίμα» για τη δημιουργική ΑΙ που έθεσαν πέρυσι σε κίνηση. Οι χώρες της G7 συμφώνησαν επίσης ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορέσει να επιλύσει πιεστικά κοινωνικά προβλήματα, όπως η βελτίωση της υγειονομικής φροντίδας και η επίτευξη των στόχων του ΟΗΕ για τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Από την άλλη πλευρά, ένας από τους κινδύνους από τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης αφορά στην προοπτική να μεταμορφώσει σημαντικά την αγορά εργασίας.
Σύμφωνα με έκθεση του ΔΝΤ για την ευρωπαϊκή οικονομία, σε αντίθεση με προηγούμενα κύματα αυτοματισμών που επηρέασαν κυρίως τους εργαζόμενους με λιγότερα προσόντα, ο αντίκτυπος της ΑΙ θα μπορούσε να επεκταθεί και σε εργαζόμενους με μεγαλύτερες δεξιότητες. Αν και η ΑΙ προβλέπεται να αυξήσει την παραγωγικότητα και να ενισχύσει τα εισοδήματα κάποιων εργαζομένων, μπορεί ταυτόχρονα να κρύβει τον κίνδυνο απαξίωσης και μείωσης των εισοδημάτων για άλλους.
Πρόσφατη έρευνα του ΔΝΤ δείχνει ότι περίπου το 60% των θέσεων εργασίας στην ΕΕ είναι δυνητικά εκτεθειμένες στην ΑΙ. Το καλό νέο, σημειώνει, είναι ότι πάνω από τους μισούς από τους εκτεθειμένους εργαζόμενους είναι πιθανό να αυξήσουν την παραγωγικότητα και τα εισοδήματά τους λόγω της τεχνητής νοημοσύνης. Ωστόσο, για τους άλλους μισούς, οι δουλειές των οποίων θα γίνονταν πιο αυτόματες, η ευρεία υιοθέτηση τεχνολογιών ΑΙ θα προκαλούσε κινδύνους απώλειας θέσεων εργασίας και περιορισμό των εισοδηματικών προοπτικών τους, διευρύνοντας τις υφιστάμενες ανισότητες στα εισοδήματα και την παραγωγικότητας εντός και μεταξύ των χωρών και καθυστερώντας την εισοδηματική σύγκλιση.
«Η έκταση, στην οποία οι χώρες της ΕΕ και εκτός αυτής θα μπορούσαν να μοχλεύσουν την ΑΙ προς όφελος όλων εξαρτάται από το πόσο καλά προετοιμασμένες είναι για να διευκολύνουν την καθολική αποδοχή των τεχνολογιών που βασίζονται σε αυτή, μετριάζοντας συγχρόνως τους σχετικούς κινδύνους», σημειώνει το ΔΝΤ.