Search
Close this search box.
Search

Σαν σήμερα 2 Δεκεμβρίου: Εντοπίζεται και εκτελείται ο ναρκοβαρώνος Πάμπλο Εσκομπάρ

Πριν 4 έτη

Σαν σήμερα, στις 2 Δεκεμβρίου του 1993, δολοφονείται ο πλέον διαβόητος έμπορος ναρκωτικών, ο Πάμπλο Εσκομπάρ.

Γεννήθηκε στο χωριό Ριονέγρο της Αντιόχειας, τρίτο παιδί του αγρότη Αμπέλ ντε Χεσούς Εσκομπάρ και της δασκάλας Εμίλτα Γκαβίρια.

Στόχος του ήταν να ασχοληθεί με τις επιστήμες, όμως απέτυχε, με αποτέλεσμα σταδιακά να ασχολείται με παράνομες δραστηριότητες. Ξεκίνησε πουλώντας τσιγάρα που τα αγόραζε από λαθρέμπορους και αργότερα ναρκωτικές ουσίες.

Όλα αυτά έγιναν όταν ο Πάμπλο ήταν μόνο 20 ετών.

Στα 32 του έβγαζε 1.000.000 δολάρια την εβδομάδα και το 1989 υπολογιζόταν πως ήταν ο έβδομος πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο.

Στη συνέχεια μετέφερε και τεράστιες ποσότητες ναρκωτικών σε χώρες με μικρή σημασία στον οικονομικό τομέα, όπως το Περού και η Βολιβία.

Δημιούργησε το εγκληματικό καρτέλ του Μεδεγίν, το οποίο τον βοήθησε να αποδράσει από την Κολομβία για να φύγει με το ιδιωτικό του τζετ για τη χώρα του Εκουαδόρ λίγες μέρες αργότερα.

Το 1991 οι άνθρωποι του Εσκομπάρ είχαν σκοτώσει 27.100 ανθρώπους, εκ των οποίων οι 600 ήταν αστυνομικοί.

Ο πόλεμος εναντίον του Πάμπλο Εσκομπάρ έληξε στις 2 Δεκεμβρίου 1993.

Τον βρήκαν να κρύβεται στο Λος Ολίβος, μια μεσαίας τάξης περιοχή στην πόλη Μεδεγίν, και οι αρχές τον έκλεισαν σε μια μάχη με τον σωματοφύλακά του Αλβάρο ντε Ζεσούς Aγουδέλο (γνωστός και ως «El Limón»).

Λος Ολίβος: Η μέρα που τέλειωσαν όλα για τον El Patron

Στις 2 του μήνα, το βαν με την κινητή ομάδα παρακολούθησης τηλεπικοινωνιών, είχε πιάσει δουλειά στην μεσοαστική γειτονιά του Λος Ολίβος, όταν οι άνδρες που είχαν βάρδια άκουσαν την φωνή του El Patron.

Ο πιο διάσημος ναρκοβαρώνος του κόσμου δεχόταν ευχές για τα γενέθλια του από την σύζυγο και τα παιδιά του, μια μέρα αφότου είχε κλείσει τα σαράντα τέσσερα χρόνια του.

Ήταν τα πιο μοναχικά γενέθλια της ζωής του ανθρώπου που έκανε την κοκαΐνη το πιο εξαγώγιμο προϊόν της Κολομβίας, χτίζοντας μια «ματωμένη» αυτοκρατορία.

Όταν «κλείδωσαν» το σήμα και εντόπισαν την κατοικία -ο αστικός μύθος θέλει έναν τεχνικό μέσα στο βαν να είδε τον Εσκομπάρ να στέκεται με το ακουστικό στο παράθυρο- έστειλαν σήμα και μια επίλεκτη ομάδα ανδρών της Search Block της DEA, ξεκίνησε για την επιχείρηση.

Ο Στιβ Μέρφι πήγε μαζί τους σε μια από αυτές τις ημέρες που σημαδεύουν για πάντα τη ζωή ενός ανθρώπου, ταγμένου σε ένα σκοπό, να συλλάβει τον πιο επικίνδυνο βαρώνο ναρκωτικών του κόσμου.

Θα ήθελε να είναι μαζί του και ο Πένια, αυτός που είχε κάνει τα πάντα για να πιάσει τον Εσκομπάρ υιοθετώντας το γνωστό γνωμικό «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου».

Εκείνη την σημαδιακή Πέμπτη ο Πάμπλο ήταν επιτέλους στο σπίτι που είχαν εντοπίσει οι διώκτες του, μαζί με τον Τζον Μπούργκος που είχε το παρατσούκλι «Λιμόν» και έμελλε να είναι ο τελευταίος του σωματοφύλακας.

Όταν οι κομάντος απέκλεισαν το δρόμο, η ξαφνική ησυχία διακόπηκε από τα σκυλιά που γάβγιζαν και ο Εσκομπάρ αποχαιρέτησε ξαφνικά τη γυναίκα του και σηκώθηκε ανήσυχος από την καρέκλα.

Την ίδια στιγμή άκουσε την πόρτα της εισόδου να σπάει και αμέσως μαζί με το Λιμόν οπλίστηκαν και άρχισαν να κατεβαίνουν τη σκάλα, για να αμυνθούν.

Οι σφαίρες έπεσαν σαν το χαλάζι

Οι κομάντος της Search Block μαζί με τον Μέρφι άρχισαν να πυροβολούν κατά ριπάς και ο υπέρβαρος πλέον ναρκέμπορος υποχώρησε μαζί με τον σωματοφύλακα του.

Ο τελευταίος πληγώθηκε πρώτος από τις σφαίρες των κομάντος φτάνοντας στο παράθυρο που έβγαζε στην ταράτσα, αλλά κατάφερε να βγει και να ακολουθήσει το αφεντικό του.

Το σχέδιο τους ήταν πηδώντας από σπίτι σε σπίτι να βγουν σε κάποιο δρόμο, αλλά κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ, αφού ο Λιμόν θερίστηκε από τις σφαίρες της ειδικής μονάδας που είχε σαν στόχο της να συλλάβει τον Εσκομπάρ.

Ο τελευταίος έτρεχε όταν δέχτηκε την πρώτη σφαίρα στο πόδι και άλλες τέσσερις στο σώμα του και έπεσε πυροβολώντας προς τα πίσω, ενώ ο Μέρφι έτρεχε προς το μέρος του σαν αφηνιασμένος.

Μέχρι να φτάσει κοντά του άλλη μια σφαίρα πιθανότατα από ελεύθερο σκοπευτή σε κοντινή απόσταση είχε πετύχει τον Εσκομπάρ στο κεφάλι αφήνοντας τον νεκρό.

Ο πράκτορας της DEA κοίταξε τον άνθρωπο που «χιόνισε» με κοκαΐνη όλη την υφήλιο και αιματοκύλησε την ίδια του τη χώρα, φτάνοντας στο σημείο να εκβιάζει ακόμη και τον πρόεδρο Γκαβίρια προκειμένου να γλιτώσει την έκδοση στις ΗΠΑ.

Ήταν ξυπόλητος, ένα κορμί γεμάτο από σφαίρες χωρίς ζωή ενώ οι Κολομβιανοί κομάντος πανηγύριζαν πάνω από την σωρό του, φωνάζοντας και γελώντας.

Πήρε την φωτογραφική μηχανή του και αποθανάτισε την στιγμή, ενώ πόζαρε και ο ίδιος λίγη ώρα αργότερα χαμογελαστός έχοντας στα πόδια του το κουφάρι του Εσκομπάρ.

Το νέο άρχισε να διαδίδεται ταχύτατα στο Μεντεγίν, ενώ η μητέρα του ναρκοβαρώνου που πήγαινε να τον δει, το έμαθε μέσα στο λεωφορείο, ακούγοντας την είδηση από το φορητό ραδιοφωνάκι ενός επιβάτη που καθόταν κοντά της.

Την στιγμή που όλοι άρχιζαν να πανηγυρίζουν και να αγκαλιάζονται αυτή ήταν μόνη της, μαζί με τα δάκρυα που έτρεχαν από τα μάτια της για τον γιο που λάτρευε.

Ο Μέρφι αντίθετα, πήρε τηλέφωνο αμέσως μόλις ηρέμησε, τον άνθρωπο που πρωτοστάτησε μαζί του στο κυνήγι του Πάμπλο, τον Χαβιέ Πένια, που μόλις σήκωσε το ακουστικό άκουσε τη λέξη περίμενε: «Τελείωσε».

Ήταν παντρεμένος με τη Μαρία Βικτόρια, την οποία νυμφεύτηκε όταν εκείνη ήταν μόλις 15 χρόνων και αυτός 26. Είχε δύο παιδιά, τον Χουάν Πάμπλο και τη Μανουέλα.

Δημοφιλη

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Search
Close this search box.