Οι σημερινές περιοχές που έχουν μεσογειακό κλίμα έδρασαν σαν καταφύγια βιοποικιλότητας, όπου διασώθηκαν πολλά φυτικά είδη, διότι κατά τη διάρκεια της τελευταίας περιόδου των παγετώνων, πριν από 10.000 χρόνια περίπου, οι περιοχές αυτές δεν καλύφτηκαν από πάγο. Κατά τις παγετώδεις περιόδους οι περιοχές με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά γεωμορφολογίας και μικροκλίματος συντηρούσαν πληθυσμούς. Η Μεσόγειος δε διαθέτει μόνο πολύ πλούσια βιοποικιλότητα, αλλά και μεγάλο αριθμό ειδών, τα οποία υπάρχουν μόνο εδώ και πουθενά αλλού στον κόσμο. Το ποσοστό ενδημικότητας είναι εξαιρετικά υψηλό.
Η Ελλάδα, εξαιτίας της γεωγραφικής θέσης αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα βιοποικιλότητας, διαθέτει διεθνώς μία από τις πλουσιότερες χλωρίδες, με σημαντικό αριθμό ενδημικών αρωματικών φυτών. Τα αρωματικά φυτά είναι ευρέως διαδεδομένα στον ελλαδικό χώρο και είναι κυρίαρχα στοιχεία της χλωρίδας της. Η μακρόχρονη παρουσία του ανθρώπου στον ελλαδικό χώρο έχει επηρεάσει τη χλωρίδα στη Μεσόγειο μέσα από τις ποικίλες δραστηριότητές του. Από την αρχαιότητα ο άνθρωπος, στηριζόμενος στην εμπειρική γνώση, έκανε χρήση των φυτών για ενίσχυση της υγείας του ή για θεραπευτικούς σκοπούς. Τα αρωματικά φυτά χρησιμοποιούνται είτε σαν αιθέρια έλαια είτε ως ξηρές δρόγες.
Η σημασία των αρωματικών φυτών περιορίστηκε τον προηγούμενο αιώνα, λόγω της βιομηχανικής παρασκευής συνθετικών χημικών υλικών, που υποκατέστησαν τα αιθέρια έλαια και τις ουσίες που λαμβάνονται από αυτά. Σήμερα η χρήση αυτών των προϊόντων δημιούργησε έντονο προβληματισμό με επακόλουθο το έναυσμα για ευρύτερη και συστηματική εκμετάλλευση των αρωματικών φυτών με εναλλακτικές μορφές καλλιέργειας και επεξεργασίας των φυσικών φυτικών συστατικών και εμπορία αυτών. Η καλλιέργεια τους ανήκει στην κατηγορία των ειδικών καλλιεργειών και αποσκοπεί στην αξιοποίηση των αρωματικών και θεραπευτικών τους ιδιοτήτων.
Η γνώση της ανάπτυξης κάθε αρωματικού φυτού έχει θεμελιώδη σημασία, διότι καθοριστική σημασία στην ποιότητα του παραγόμενου προϊόντος έχει το κλίμα (μοναδικός παράγοντας που διαφεύγει του ανθρώπινου ελέγχου), το υψόμετρο, το γεωγραφικό πλάτος μιας περιοχής, το έδαφος. Στην Ελλάδα κάθε προσπάθεια για καλλιέργεια και επεξεργασία των αρωματικών φυτών κατέληγε σε αποτυχία λόγω έλλειψης ειδικών γνώσεων, για κάθε αρωματικό φυτό. Οι γνώσεις των παραγωγών περιορίζονταν σε ορισμένες μελέτες, που αφορούσαν τους τρόπους καλλιέργειας και τα χαρακτηριστικά ορισμένων αρωματικών φυτών. Ιστορικά η έρευνα στην Ελλάδα των αρωματικών φυτών άρχισε το 1923 με το τριαντάφυλλο και το ροδέλαιο, ακολούθησαν μελέτες για το χαμομήλι, τη λεβάντα, καταγράφηκε η ελληνική αρωματική χλωρίδα με στόχο την ανάπτυξη του κλάδου των αρωματικών φυτών και το 1972 εγκαταλείφθηκε κάθε προσπάθεια. Το 1977 άρχισε η συστηματική καλλιέργεια αρωματικών φυτών και τέλειωσε το 1982, λόγω δημιουργίας διαχειριστικών ελλειμμάτων από τις παρεμβατικές δραστηριότητες των συνεταιριστικών οργανώσεων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της καλλιέργειας των αρωματικών φυτών, με μικρές εξαιρέσεις.
Ο χλωριδικός πλούτος της Ελλάδας μελετάται από ερευνητικούς και ακαδημαϊκούς φορείς σχετικά με τη φυσική εξάπλωση των ειδών, τη φυσική ποικιλότητα, τις καλλιεργητικές ανάγκες, την παραδοσιακή χρήση. Σήμερα έχει εκπονηθεί εμπεριστατωμένο εθνικό στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης για την καλλιέργεια, την επεξεργασία και την εμπορία των αρωματικών στην Ελλάδα, διότι εκτιμήσεις οδηγούν στο ότι υπάρχει σημαντικό έδαφος για την ανάπτυξη τους.
Το σχέδιο ανάπτυξης των αρωματικών θα πρέπει να αποφύγει την επανάληψη των λαθών που έχουν γίνει στο παρελθόν, εγκαταλείποντας τον κλάδο στη τύχη του. Η στόχευση του είναι η διαμόρφωση μιας αγροτικής οικονομίας παραγωγής αρωματικών προϊόντων με υψηλές προδιαγραφές ταυτότητας και ποιότητας, διασφαλίζοντας μια παραγωγική διαδικασία φιλική προς το περιβάλλον. Η προσέγγιση αυτή απαιτεί συνέργειες μεταξύ της έρευνας, εκπαίδευσης, παραγωγής, μεταποίησης, εμπορίας για να παραχθούν ανταγωνιστικά αρωματικά προϊόντα σε αυτόν τον τόπο.
Βασικοί άξονες πάνω στους οποίους θα πρέπει να στηριχτεί το μέλλον της καλλιέργειας των αρωματικών φυτών είναι η έρευνα και η εκπαίδευση. Πριν την έναρξη μιας εμπορικής καλλιέργειας αρωματικού φυτού οφείλουν οι δυνητικοί καλλιεργητές να εκπαιδευτούν σε όλα τα στάδια της καλλιέργειας, από την επιλογή του χώρου εγκατάστασης της καλλιέργειας, τις μεθόδους διαχείρισης, που πρέπει να γίνουν, ώστε να φτάσει ο αγρός σε ένα καλό επίπεδο για να δεχτεί τον πιστοποιημένο σπόρο ενδογενών ποικιλιών, στο χρόνο και στον τρόπο που θα εγκατασταθεί η καλλιέργεια. Η καλλιέργεια των αρωματικών θα αποτελέσει μία νέα εναλλακτική καλλιέργεια για τους δυνητικούς καλλιεργητές ιδιαίτερα σήμερα σε μια εποχή, που τα ελληνικής παραγωγής προϊόντα κερδίζουν με διαφορά την ψήφο εμπιστοσύνης των καταναλωτών.
Λίτσα Λιόπα – Τσακαλίδη
Αναπληρώτρια καθηγήτρια
Τ.Ε.Ι. Δυτικής Ελλάδας, Τμήμα Τεχνολόγων Γεωπόνων, aliopa@teimes.gr