Με εντατικό ρυθμό συνεχίζονται οι έρευνες της αστυνομίας για τον εντοπισμό εμπλεκομένων στη στυγερή δολοφονία του 19χρονου Άλκη στη Θεσσαλονίκη. Σε τελευταία ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ. έγινε γνωστό ότι συνελήφθησαν άλλα τέσσερα άτομα. Πρόκειται για τρεις Έλληνες, έναν Αλβανό, όλοι τους ηλικίας από 20-23 ετών και σεσημασμένοι για κατοχή ναρκωτικών και μαχαιριών. Οι εμπλεκόμενοι στο έγκλημαπροέρχονται από τον σύνδεσμο του ΠΑΟΚ.
Στους έξι που αναζητούνται και ο 20χρονος που διέφυγε στην Αλβανία, σε βάρος του οποίου έχει εκδοθεί ένταλμα σύλληψης.
Συνολικά έχουν εκδοθεί δέκα εντάλματα σύλληψης, ενώ στοιχεία και φωτογραφίες για τον 20χρονο αλβανικής καταγωγής, συνεργό στη δολοφονία, δόθηκαν νωρίτερα στη δημοσιότητα.
Αναλυτικά η ανακοίνωση της ΕΛΑΣ:
«Ανακοινώνεται ότι, στο πλαίσιο συνεχιζόμενων ερευνών για υπόθεση που αφορά στην ανθρωποκτονία 19χρονου ημεδαπού, που έλαβε χώρα την 01-02-2022, στην περιοχή Χαριλάου, εκδόθηκαν σήμερα δέκα (10) Εντάλματα σύλληψης. Εντοπίστηκαν και συνελήφθησαν ήδη τέσσερις (4) εκ των εμπλεκομένων. Οι έρευνες συνεχίζονται. Για οποιαδήποτε άλλη εξέλιξη, θα ακολουθήσει νεότερη ενημέρωση».
Υπενθυμίζεται ότι αύριο απολογείται ο 23χρονος, ο οποίος κατηγορείται για τη δολοφονική επίθεση, με οπαδικά κίνητρα.
Τις εξελίξεις στις έρευνες για την άνανδρη δολοφονία του Άλκη Καμπανού στην περιοχή Χαριλάου στη Θεσσαλονίκη, σχολίασε με ανακοίνωση του ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Τάκης Θεοδωρικάκος, ο οποίος είχε τονίσει από την πρώτη στιγμή ότι αποτελεί ζήτημα τιμής για την Ελληνική Αστυνομία, η σύλληψη των δραστών.
«Είχαμε πει από την πρώτη στιγμή ότι είναι ζήτημα τιμής για την Ελληνική Αστυνομία, για την δικαιοσύνη ,για την πολιτεία συνολικά , η έρευνα για τη δολοφονία του 19χρονου Άλκη να φτάσει μέχρι το τέλος. Να βρεθούν οι ένοχοι και να οδηγηθούν στην δικαιοσύνη. Αυτό ήταν και είναι το καθήκον του κράτους δικαίου και αυτό γίνεται πραγματικότητα τώρα. Άμεση απόδοση δικαιοσύνης και πρωτοβουλίες για να μπει τέλος σε αυτή την παράλογη βία και τον χουλιγκανισμό», τονίζει ο κ. Θεοδωρικάκος.
Το ματωμένο δρεπάνι της δολοφονίας του Άλκη
Το φως της δημοσιότητας βλέπει φωτογραφία από το φονικό όπλο με το οποίο στυγεροί δολοφόνοι αφαίρεσαν τη ζωή του 19χρονου Άλκη στη Θεσσαλονίκη. Όπως φαίνεται στη φωτογραφία το εργαλείο του θανάτου, είναι ένα κόκκινο δρεπάνι πάνω στο οποίο υπάρχει ακόμα αίμα.
Πρόκειται, όπως έδειξαν οι εργαστηριακές εξετάσεις, για το αίμα τόσο του Άλκη, όσο και ενός εκ των δύο φίλων του που τραυματίστηκαν και οδηγήθηκαν στο νοσοκομείο.
«Χρέος της αστυνομίας να διελευκανθεί η υπόθεση»
Ο Χρήστος Συμεωνίδης, γ.γ. Ένωσης Αστυνομικών Θεσσαλονίκης, τόνισε πως η ελληνική αστυνομία θα κάνει ότι πρέπει να διελευκανθεί η υπόθεση και θα μαζέψει τα απαιτούμενα στοιχεία, ώστε να οδηγηθεί η υπόθεση σε δίκη.
«Πιστεύω ότι όλα έγιναν όπως έπρεπε να γίνουν. Από την πρώτη στιγμή η αστυνομία θεώρησε ότι είναι χρέος στην οικογένεια του Άλκη η διελεύκανση της υπόθεσης και υπόσχεται ότι θα το κάνει», δήλωσε.
«Αν είχαν συλλέξει υλικό DNA από τη γιάφκα θα ταυτοποιούσαν τους υπόπτους»
Eν τω μεταξύ, για αστοχίες και αδυναμίες στην έρευνα των αρχών για τη δολοφονία του Άλκη έκανε σήμερα λόγο ο Αλέξης Κούγιας.
«Επισκέφτηκα χθες την οικογένεια του Άλκη. Δεν μπορείς να το περιγράψεις εάν δεν το ζήσεις. Ήταν μία απόλυτη ευτυχισμένη οικογένεια μέχρι τα ξημερώματα της Τετάρτης. Αυτή τη στιγμή έχει συλληφθεί μόνο ένας, ο οποίος αρνείται την ενοχή του. Αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα για την ελληνική κυβέρνηση, το υπουργείο Πολιτικής Προστασίας, την ελληνική αστυνομία και ιδιαίτερα την αστυνομία Θεσσαλονίκης», είπε ο Αλέξης Κούγιας στο MEGA.
«Διαβεβαίωσα τους γονείς του ότι θα κάνουμε τα πάντα για να συγκεντρώσουμε όλα τα στοιχεία, αρκεί η αστυνομία να μας βοηθήσουν. Ανησυχούν που οι δράστες μένουν ασύλληπτοι, ανησυχούν ότι ένας ένας φεύγουν για την Αλβανία, όταν οι αλβανικές αρχές και η αλβανική δικαιοσύνη δεν εκδίδουν τους δράστες στην Ελλάδα, ακόμα και όταν υπάρχουν διεθνή εντάλματα σύλληψης».
Ο κ. Κούγιας τόνισε πως η αστυνομία δεν φρόντισε να συλλέξει υλικό DNA και δαχτυλικά αποτυπώματα από τα όπλα που βρέθηκαν στη γιάφκα, κάτι που θα τους οδηγούσε σε ταυτοποίηση των δραστών και θα είχαν αποδεικτικά στοιχεία που δεν αμφισβητούνται.