Σαν να μην γνώριζε ότι όταν συγκρούεται το συναίσθημα με τη λογική νικάει το συναίσθημα. Σαν να μην γνώριζε ότι ένα τμήμα της κοινής γνώμης αναζητεί σε μόνιμη βάση θεωρίες συνωμοσίας και ότι σ’ αυτό προστέθηκαν μεγάλα τμήματα της εκλογικής βάσης όλων των κομμάτων της Αντιπολίτευσης τα οποία θεωρούν ότι βρήκαν το θέμα να ρεφάρουν.
Ωστόσο, ακόμα και μ’ αυτά σαν δεδομένα, τα αποτελέσματα όλων των δημοσκοπήσεων δείχνουν στην εκτίμηση ψήφου αυτά:
Τι δείχνουν αυτά τα αποτελέσματα; Ότι αν και υπάρχουν σοβαρά προβλήματα για τα οποία οι πολίτες δεν είναι ικανοποιημένοι από την Κυβέρνηση ή έχει διαταραχτεί η εμπιστοσύνη τους προς αυτήν (αντιμετώπιση ακρίβειας, Τέμπη, γάμος ομόφυλων ζευγαριών κυρίως γιατί το συντηρεί ως θέμα η Εκκλησία) διατηρεί μια μεγάλη διαφορά από τον δεύτερο και πάλι ΣΥΡΙΖΑ κατά 19.9% και κατά 20.9% από το τρίτο και πάλι ΠΑΣΟΚ. Κινδυνεύει;
Όχι ως προς την πρωτιά και με μεγάλη διαφορά, ναι ως προς την απόλυτη επίδοσή της που θα επιβεβαιώνει την κυριαρχία της και δεν θα αφήνει περιθώρια για σενάρια αποσταθεροποίησης από την επομένη των ευρωεκλογών και αμφισβήτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών.
Η «συνταγή» είναι απλή:
- Να στείλει μήνυμα στην κοινωνία ότι συνέλαβε το μήνυμα πριν η κοινωνία το στείλει στις κάλπες.
- Να αντιμετωπίσει τη χαλαρότητα ψήφου
- Να δημιουργήσει προσδοκία για μια νέα αρχή αξιοποιώντας το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι τον Κ. Μητσοτάκη εμπιστεύονται οι πολίτες και ότι από αυτόν περιμένουν λύσεις.
Την ίδια στιγμή οι δυνάμεις της Κεντροαριστεράς δεν εισπράττουν συνολικά κάτι. Δείχνουν αδύναμες. ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ διαγκωνίζονται για τη δεύτερη θέση, κάτι που δεν συγκινεί και ιδιαίτερα την κοινωνία που έχει τα δικά της προβλήματα σε ένα πήχη του 15% και μη βλέποντας ότι πιθανότατα στον ανταγωνισμό για τη δεύτερη – τρίτη θέση μπορεί να βρεθεί «στα πόδια τους» ο Κ. Βελόπουλος.
Κάπου εκεί βρίσκεται το μυστικό για την πρόταση δυσπιστίας με την επίκληση του άρθρου του «ΒΗΜΑΤΟΣ» που ειδικά το ΠΑΣΟΚ έτρεξε πρώτο να στηριχτεί πάνω του και να πάρει την πρωτοβουλία.
Ωστόσο, πριν καλά-καλά προχωρήσει η συζήτηση στη Βουλή φαίνονται οκτώ τουλάχιστον λάθη:
ΠΡΩΤΟΝ: Η πρόταση δυσπιστίας μπορεί να συντηρήσει τρεις μέρες ακόμα το θέμα των Τεμπών στην κορυφή της αντιπαράθεσης, αλλά πάντα οι προτάσεις δυσπιστίας συσπειρώνουν την εκάστοτε κυβερνητική παράταξη και αυτό θα συμβεί και τώρα
ΔΕΥΤΕΡΟ: Όταν η τελευταία συζήτηση για τα Τέμπη ολοκληρώθηκε πριν πολύ λίγες μέρες και δεν βρέθηκε κανένας πολιτικός αρχηγός να θέσει θέμα πρότασης δυσπιστίας και το θέτει ο Ν. Ανδρουλάκης μετά το δημοσίευμα, δίνει το περιθώριο να κατηγορηθεί ότι βρίσκεται σε συντονισμό με τη διαπλοκή ή ότι τουλάχιστον κάνει λάθος από άγχος γιατί σε ένα μήνα έχει χάσει 2%-3% στις διάφορες δημοσκοπήσεις.
ΤΡΙΤΟ: Όταν η πρόταση δυσπιστίας συνυπογράφεται και συν διαμορφώνεται από ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, θα πρέπει να αναμένεται ότι ένα ποσοστό κεντρώων και κεντροαριστερών ψηφοφόρων αρχίζει να ανησυχεί, γιατί δεν πιστεύει σε τέτοιες συμπλεύσεις και συνεργασίες.
Ωστόσο, δεν είναι και η μόνη συνεργασία. Τους τελευταίους μήνες αυτά τα κόμματα μαζί με το Κ.Κ.Ε. και τα κόμματα της πέραν της Ν.Δ Δεξιάς και την Ακροδεξιά που κατά τα άλλα την καταγγέλλουν, καταψηφίζουν τα πάντα (επιστολική ψήφο, ποινικοί κώδικες, μη Κρατικά Α.Ε.Ι) δείχνοντας μια ισοπεδωτική τακτική που δεν πείθει. Δεν είναι τυχαίο ότι η αντιπολιτευτική πολιτική ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ δεν ικανοποιεί πάνω από το 10% της κοινής γνώμης και πάνω από το 25% των ψηφοφόρων τους.
ΤΕΤΑΡΤΟ: Όταν μια τέτοια συνεργασία υπονομεύεται από τον ίδιο τον Πρόεδρο του πρώτου σε δύναμη αυτή τη στιγμή κεντροαριστερού κόμματος ΣΥΡΙΖΑ που δηλώνει ευθαρσώς ότι η συζήτηση θα είναι ένα show χωρίς ουσία και κοκορομαχία, η πρωτοβουλία έχει πεθάνει πριν ξεκινήσει.
ΠΕΜΠΤΟ: Όταν προχωράς διαδικασία δυσπιστίας, υποτίθεται είσαι έτοιμος να αντιμετωπίσεις τις παρενέργειες που μπορεί να προκύψουν. Είναι σίγουρα τα κόμματα που συνυπέγραψαν, ότι θα ήθελαν να βρεθούν μπροστά στο απρόοπτο να περάσει η πρότασή τους και να βρεθούν μπροστά σε διπλές εκλογές; Δεν το νομίζω και για την ιστορία αναφέρω ότι σε δημοσκοπήσεις που πέραν των Ευρωεκλογών τίθεται ερώτημα και για ενδεχόμενες Βουλευτικές εκλογές, η Ν.Δ. εισπράττει κατά μ.ό. 2%-2.5% επιπλέον με ότι αυτό σημαίνει.
ΕΚΤΟ: Όταν ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ μιλάει για παραίτηση του Πρωθυπουργού και βουλευτικές και μάλιστα με ξένους επιβλέποντες φέρνει στην επιφάνεια μια άνευ όρων τοξικότητα ένα επικίνδυνο αντισυστημισμό.
Τα ίδια πιστεύουν και τα άλλα κόμματα; Δεν έχει σημασία αν το ΠΑΣΟΚ κρατάει αποστάσεις, μαζί με το κόμμα αυτού του Προέδρου συνυπογράφει. Ωστόσο, η αναφορά αιτήματος εκλογών και μόνο βοηθάει την Κυβέρνηση να «βουλευτικοποιήσει» τις εκλογές χτυπώντας τη χαλαρότητα ψήφου.
ΕΒΔΟΜΟ: Μια συζήτηση δυσπιστίας είναι συζήτηση εφ’ όλης της ύλης και όχι μόνο για τα Τέμπη. Και αν ο κ. Σ. Κασσελάκης θέτει ζήτημα ουσιαστικά κινδύνου νοθείας και άλλοι πολιτικοί αρχηγοί και στελέχη κομμάτων της Αντιπολίτευσης δεν έχουν υστερήσει σε συνεχείς καταγγελίες και πολεμική κατά του Κ. Μητσοτάκη αλλά και χαρακτηρισμούς που πλήττουν τη χώρα.
Αναφέρω ενδεικτικά τις καταγγελίες περί αγέλης εξουσίας, καταπάτησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων γενικευμένης διαφθοράς, συγκάληψης, απουσίας Κράτους Δικαίου. Φαντάζομαι, ότι ο Πρωθυπουργός θα στείλει μήνυμα «The game is over».
ΟΓΔΟΟ: Η πρόταση δυσπιστίας με αφορμή το δημοσίευμα κάνει πολλούς να σκέφτονται πια ότι η πρωτοβουλία δεν απορρέει από ευαισθησία για την αλήθεια για τα Τέμπη, αλλά από μια εντυπωσιοθηρία και στόχευση στην ευκολία της συγκίνησης. Και ότι η αίσθηση λαϊκών δικαστηρίων θυμίζει σε πολλούς την περίοδο 2011-2015. Συμβάλει επομένως στην επανασυσπείρωση δυνάμεων που τα πολέμησαν όλα αυτά γύρω από τη Ν.Δ.
Ο απόηχος της συζήτησης για την πρόταση δυσπιστίας θα φανεί στο αμέσως επόμενο διάστημα. Ωστόσο, όταν ξεκινάς με τόσα λάθη…
* Ο Ζαχαρίας Ζούπης είναι διευθυντής ερευνών της Opinion Poll και το άρθρο δημοσιεύτηκε στο liberal.gr