Ο ψηφιακός βοηθός θα παρουσιαστεί την Τετάρτη στον Κυριάκο Μητσοτάκη, και την επόμενη μέρα στους δημοσιογράφους – Μέσα Δεκεμβρίου δημοπρατείται και ο υπερυπολογιστής «Δαίδαλος»
Το δημόσιο στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης. Την προσεχή εβδομάδα θα κάνει τα «αποκαλυπτήριά του στο ελληνικό κοινό ο ψηφιακός βοηθός του gov.gr, η πρώτη προσπάθεια του ελληνικού Δημοσίου να μπει στην τεχνητή νοημοσύνη, ενώ στα μέσα του τρέχοντος μήνα θα δημοπρατηθεί ο υπερυπολογιστής «Δαίδαλος», συνολικού προϋπολογισμού 50 εκατ. ευρώ. Τα παραπάνω γνωστοποίησε από τη Θεσσαλονίκη ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης Δημήτρης Παπαστεργίου, μιλώντας στο 11ο διεθνές συνέδριο με τίτλο «Νέοι Ορίζοντες στην Τεχνητή Νοημοσύνη», που διοργάνωσε η Πολιτιστική Εταιρεία Επιχειρηματιών Βορείου Ελλάδος, σε συνεργασία με το Δίκτυο Ναυαρίνο και το Ίδρυμα Konrad Adenauer.
Σύμφωνα με τον κ. Παπαστεργίου, ο ψηφιακός βοηθός θα παρουσιαστεί την Τετάρτη στον πρόεδρο της κυβέρνησης, και την επόμενη μέρα στους δημοσιογράφους. Όπως εξήγησε, το νέο ψηφιακό εργαλείο για τη δημόσια διοίκηση με χρήση τεχνητής νοημοσύνης, θα δίνει συνδυαστικές απαντήσεις σε απλά μέχρι πιο σύνθετα ερωτήματα, ενώ η λειτουργία του θα βοηθήσει τη ζωή των πολιτών. Περιγράφοντας τη βασική ιδέα του «ψηφιακού βοηθού», ο κ. Παπαστεργίου ανέφερε ότι «προσπαθούμε να δούμε πώς μπορούμε να βοηθήσουμε έναν πολίτη που ψάχνει κάτι στη δημόσια διοίκηση ή στο gov.gr, και είτε δεν μπορεί να το βρει εύκολα είτε δεν μπορεί να το εκφράσει». Ανέφερε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την περίπτωση πολίτη τρίτης χώρας που βρίσκεται υπό διεθνή προστασία και ζητεί να μάθει εάν δικαιούται βεβαίωση παραμονής.
«Το 11% των κορυφαίων προγραμματιστών τεχνητής νοημοσύνης έχει αποφοιτήσει από ελληνικά πανεπιστήμια»
Μιλώντας για την τεχνητή νοημοσύνη στη χώρα μας, ο κ. Παπαστεργίου τόνισε ότι «εκτός από ανθρώπους θέλει και υποδομές». «Τα νέα είναι καλά» όσον αφορά στις υποδομές, υπογράμμισε ο ίδιος, κάνοντας αναφορά στον ελληνικό υπερυπολογιστή «Δαίδαλος»- «ένα από τα πέντε μεγαλύτερα μηχανήματα στην Ευρώπη», όπως είπε, που θα τοποθετηθεί στο τεχνολογικό πάρκο του Λαυρίου (συνολικού προϋπολογισμού 35 εκατ. ευρώ και επιπλέον 15 εκατ. ευρώ για τις λοιπές μηχανολογικές υποδομές).
«Εκτός από το έργο αυτό πρέπει μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης σε συνεργασία και με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων όχι απλά να καταναλώνουμε, αλλά και να παράγουμε ώστε να μπορούμε να δώσουμε τα “όπλα” στην ακαδημαϊκή και ερευνητική κοινότητα να “τρέξει” διάφορες δοκιμές και “πρότζεκτ” για να συνεχίσουμε να είμαστε στην αιχμή της τεχνολογίας», τόνισε ο κ. Παπαστεργίου. Επικαλούμενος τα στοιχεία διεθνούς μελέτης, ανέφερε ότι το 11% των κορυφαίων προγραμματιστών τεχνητής νοημοσύνης έχει αποφοιτήσει από ελληνικά πανεπιστήμια.
Άννα Διαμαντοπούλου: «Σύνδεση ψηφιακών δεξιοτήτων με τις ανθρωπιστικές σπουδές»
Στο ίδιο πάνελ που μίλησε ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, με τίτλο «Τεχνητή Νοημοσύνη και Εθνική Στρατηγική», και συντόνισε ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου Δημήτρης Καιρίδης, συμμετείχε και η πρώην υπουργός και Ευρωπαία επίτροπος Άννα Διαμαντοπούλου. Η ίδια εξέφρασε την άποψη ότι η Ελλάδα παρά τα άλματα που έκανε τα τελευταία χρόνια εξακολουθεί να βρίσκεται, στην ευρωπαϊκή σύγκριση, στις τελευταίες θέσεις όσον αφορά τον ψηφιακό μετασχηματισμό στη δημόσια διοίκηση. «Ενώ κάναμε βήματα, έκαναν και οι άλλοι. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε διπλάσια και τριπλάσια ταχύτητα» επισήμανε.
Αναφερόμενη στην τεχνητή νοημοσύνη, η κ. Διαμαντοπούλου σημείωσε ότι φέρνει μεγάλες αλλαγές σε όλες τις επιστήμες. Έσπευσε όμως να εκφράσει την ανησυχία της για τη χρήση της, όπως για παράδειγμα στις περιπτώσεις δικαστικών αποφάσεων. «Το ζητούμενο είναι ποιοι βρίσκονται πίσω από τις αποφάσεις που παίρνει ο αλγόριθμος» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Θέτοντας το στοίχημα για τις νέες γενιές στη χρήση των νέων εργαλείων της τεχνολογίας, η πρώην υπουργός ιεράρχησε ως άμεση εθνική προτεραιότητα την «οριζόντια και κάθετη» εκπαίδευση των δασκάλων και καθηγητών, ενώ επισήμανε την ανάγκη αλλαγής, εκ θεμελίων, των προγραμμάτων σπουδών προς μία κατεύθυνση συνδυασμού των ψηφιακών δεξιοτήτων με τις ανθρωπιστικές σπουδές.
«Οι εκπαιδευτικοί είναι αυτοί που θα βοηθήσουν τα παιδιά να χρησιμοποιήσουν τα νέα εργαλεία» είπε, προειδοποιώντας ότι εάν δεν επιτευχθεί αυτή η σύνδεση ψηφιακών δεξιοτήτων με τις ανθρωπιστικές σπουδές «η γενιά αυτή θα έχει μειωμένη ικανότητα να ανιχνεύσει» τους κινδύνους της τεχνητής νοημοσύνης.