Γιατρός του Εθνικούς Συστήματος Υγείας της Βρετανίας (NHS) σκότωσε τον πατέρα της συντρόφου του και παραλίγο να προκαλέσει τον θάνατο και της ίδιας της γυναίκας και της μητέρας της, δηλητηριάζοντάς τους με μια ουσία η οποία είναι πολύ δημοφιλής στους δολοφόνους, όπως αναφέρεται σε δικαστική απόφαση.
Τι είναι το θάλλιο
Το χημικό στοιχείο θάλλιο είναι πολύ μαλακό, εύπλαστο, αργυρόλευκο, και τοξικό μέταλλο. Περίπου το 60 % με 70 % της παραγωγής θαλλίου χρησιμοποιείται στη βιομηχανία ηλεκτρονικών και το υπόλοιπο στη φαρμακοβιομηχανία και στην υαλουργία. Επίσης χρησιμοποιείται στους υπέρυθρους ανιχνευτές ενώ εξαιτίας της μεγάλης του τοξικότητας χρησιμοποιήθηκε παλιότερα ως ποντικοφάρμακο και εντομοκτόνο. Τόσο το στοιχείο όσο και οι ενώσεις του είναι πολύ τοξικές και θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με μεγάλη προσοχή. Το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων στις ΗΠΑ υποστηρίζουν ότι το θάλλιο, ένα βαρύ μέταλλο, “είναι άγευστο και άοσμο και έχει χρησιμοποιηθεί από δολοφόνους ως δηλητήριο που δεν ανιχνεύεται”.
“Είναι πραγματικά τρομακτικό το γεγονός ότι οποιοσδήποτε γιατρός που έχει δώσει τον όρκο του Ιπποκράτη μπορεί να είναι υπεύθυνος για τη δολοφονία κάποιου άλλου και την απόπειρα δολοφονίας άλλων ανθρώπων” τόνισε ο Σάιμον Μπρους, μέλος της νομικής ομάδας της γυναίκας και δικηγόρος με ειδικότητα στο οικογενειακό δίκαιο.
“Η δολοφονία του πατέρα και η απόπειρα δολοφονίας της γυναίκας και της μητέρας της, είναι εκτός της κλίμακας του ασυνήθιστου” πρόσθεσε. Ο γιατρός και η πρώην πλέον σύντροφός του έχουν ένα παιδί μαζί.
Σύμφωνα με τον Guardian, ο δικαστής απαγόρευσε να δοθούν στη δημοσιότητα τα στοιχεία του γιατρού, της συντρόφου και του παιδιού τους.
Πώς έδρασε ο δολοφόνος-γιατρός
Πάντως, ο δικαστής κατά την ανάγνωση της απόφασης είπε ότι ο δολοφόνος ήταν γιατρός που γεννήθηκε στη Βουλγαρία, ο οποίος μετεγκαταστάθηκε στη Βρετανία στο τέλος της δεκαετίας του 2000. Ο γιατρός είχε σχέση με τη γυναίκα, επίσης βουλγαρικής καταγωγής, η οποία έλαβε τη βρετανική υπηκοότητα. Το παιδί τους γεννήθηκε το 2010.
Ο γιατρός πρόσθεσε θάλλιο στην καφετιέρα, όταν αυτός, η τότε σύντροφός του, ο ενός έτους γιος τους και οι γονείς της ήταν διακοπές στη Βουλγαρία τον Σεπτέμβριο του 2012. Η γυναίκα και οι γονείς της ήπιαν τον καφέ από την καφετιέρα ενώ ο ίδιος ο γιατρός έφτιαξε στιγμιαίο καφέ για τον εαυτό του. Ο πατέρας της γυναίκας πέθανε δύο ημέρες μετά ενώ οι δύο γυναίκες αρρώστησαν βαριά. Ωστόσο επέζησαν από το δηλητήριο. Λίγο αργότερα ο γιατρός και η γυναίκα χώρισαν. Η βουλγαρική αστυνομία ερεύνησε την υπόθεση δηλητηρίασης και ανέκρινε τον γιατρό, ενώ ενημερώθηκε και η βρετανική Μητροπολιτική Αστυνομία. Ωστόσο, δεν του απαγγέλθηκαν κατηγορίες για ποινικό αδίκημα.
“Οι συνθήκες του θανάτου του πατέρα μου και η σκέψη πόσο υπέφερε από την επίδραση του δηλητηρίου τις τελευταίες του ώρες θα με στοιχειώνουν για πάντα. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί τον αφόρητο πόνο η μητέρα μου κι εγώ βιώσαμε ως αποτέλεσμα της δηλητηρίασης τις πρώτες έξι εβδομάδες μετά την κατάποση του δηλητηρίου” είπε η γυναίκα στον Guardian.
“Κάθε μέρα υποφέρω φοβερά με τη σκέψη ότι έφερα έναν δολοφόνο στο σπίτι των γονιών μου και πως ο πατέρας μου πέθανε ως συνέπεια αυτής της ενέργειάς μου. Είναι εφιάλτης αυτό που έχω περάσει”.
Μετά τον χωρισμό, ο γιατρός κίνησε νομικές διαδικασίες το 2018 σε μια προσπάθεια να έχει επαφή με τον γιο του. Εκείνη υποστήριξε ότι δεν έπρεπε να έχει οποιαδήποτε επαφή με τον γιο τους αφού είχε δηλητηριάσει τους γονείς της και την ίδια.
Έπειτα από μία πενθήμερη ακροαματική διαδικασία ο δικαστής στο δικαστήριο οικογενειακού δικαίου αποφάσισε υπέρ της μητέρας καθώς σημείωσε ότι βάσει πιθανοτήτων ήταν σωστός ο ισχυρισμός της ότι ο γιατρός είχε δηλητηριάσει την ίδια και την οικογένειά της.
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, η πρώην σύντροφος του γιατρού είπε πως επέμενε να φύγουν από τη Βουλγαρία για τη Βρετανία όταν άρχισαν να εκδηλώνονται τα συμπτώματα της δηλητηρίασης. Είπε πως μόλις επέστρεψαν στη Μεγάλη Βρετανία, δεν τη στήριξε να βρει ιατρική βοήθεια. Τα μαλλιά της άρχισαν να πέφτουν και ξαφνικά υπέστη απώλεια βάρους. Αργότερα διαπιστώθηκε ότι τόσο η ίδια όσο και οι γονείς της είχαν δηλητηριαστεί.
Όπως είπε ο δικαστής, ο γιατρός για να καλύψει τα ίχνη του, είπε ψέματα στους συναδέλφους του γιατρούς, που προσπαθούσαν να εντοπίσουν την πηγή της ασθένειας της γυναίκας, ότι η σύντροφός του μπορεί να πάσχει από το σύνδρομο Guillain-Barré, μια σπάνια και σοβαρή πάθηση των νεύρων. Σύμφωνα με τον δικαστή, ο γιατρός κατά την εξέτασή του έδειχνε ανειλικρινής και έπεφτε σε αντιφάσεις. “Σε γενικές γραμμές, τον βρήκα ως έναν αρκετά μη ικανοποιητικό μάρτυρα”, σημείωσε ο δικαστής.
Ο γιατρός πλέον δεν εργάζεται. Μέσω των δικηγόρων του δήλωσε: “Αρνείται κατηγορηματικά τους ισχυρισμούς της γυναίκας ότι δηλητηρίασε την ίδια και τους γονείς της. Δήλωσε ότι το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψιν του το γεγονός ότι δεν υπήρχαν άμεσα στοιχεία που να επιβεβαιώνουν τους ισχυρισμούς [της πρώην συντρόφου του]”.