«Το νέο φορολογικό νομοσχέδιο δεν αφορά μόνο τους ελεύθερους επαγγελματίες. Κακώς δίνει αυτή την εντύπωση» επισήμανε ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Χάρης Θεοχάρης, μιλώντας στην εκπομπή «Συνδέσεις». «Απλά έχουμε ένα διακηρυγμένο στόχο, ο οποίος είναι να κλείσουμε το κενό του ΦΠΑ που εμφανίζει η χώρα μας, σύμφωνα με την τελευταία μελέτη της Κομισιόν που βγήκε την περασμένη εβδομάδα και υπολογίζεται σε 3,2 δισ. ευρώ. Ένα 17,8% των δυνητικών εσόδων, που θα μπορούσαμε να έχουμε από τον ΦΠΑ. Στόχος μας είναι να φτάσουμε στο 9% το 2026» σημείωσε, διευκρινίζοντας πως «αυτό θα μας φέρει περίπου 2 δισ. ευρώ από τον ΦΠΑ».
«Αυτό λοιπόν το νομοσχέδιο έχει μια σειρά από μέτρων, πολλών ειδών. Γιατί η φοροδιαφυγή είναι ένα πολυδαίδαλο, μια Λερναία Ύδρα που λειτουργεί με πολλαπλούς τρόπους και συνεπώς χρειάζεται συντονισμένα μέτρα και ένα στρατηγικό σχέδιο για να την αντιμετωπίσουμε. Έχουμε λοιπόν μια σειρά από μέτρα περιορισμού χρήσης των μετρητών, αξιοποίησης των νέων τεχνολογιών για δημιουργία δεδομένων, myDATA ηλεκτρονική τιμολόγηση κλπ., διαφάνειας των ελέγχων και αποτελεσματικότητας των ελέγχων και φυσικά νέων φορολογικών συστημάτων σε δύο τομείς. Ο ένας είναι ο τομέας της βραχυχρόνιας μίσθωσης και ο άλλος ο τομέας των ελεύθερων επαγγελματιών» συμπλήρωσε.
«Οι πιέσεις του κόσμου και από την πλευρά των μισθωτών και των συνταξιούχων και των υπολοίπων είναι ότι επιτέλους οι ελεύθεροι επαγγελματίες πρέπει να δηλώσουν τα ελάχιστα και αυτό που ερχόμαστε να κάνουμε είναι μια ήπια προσαρμογή, και ουσιαστικά αναγνωρίζει μια βασική αλήθεια ότι ο ελεύθερος επαγγελματίας είναι και υπάλληλος του εαυτού του και ανεξαρτήτως των εσόδων – εξόδων που μπορεί να είναι αληθινά ή μπορεί να είναι πλασματικά, έχει μια αξία η εργασία του και βάζουμε 3 – 4 αντικειμενικά κριτήρια βάσει των οποίων υπολογίζουμε αυτή την εισφερόμενη αξία που βάζει ο ίδιος» ανέφερε.
«Δεν είναι δυνατόν να δηλώνει ο ελεύθερος επαγγελματάς λιγότερα από τον κατώτατο μισθό ενός εργάτη»
Όπως είπε για τα αντικειμενικά κριτήρια που μπαίνουν για τους ελεύθερους επαγγελματίες, «Αυτά είναι πρώτα από όλα ο κατώτατος μισθός. Δεν είναι δυνατόν να δηλώνει κάποιος λιγότερα από τον κατώτατο μισθό που παίρνει ένας εργάτης. Το δεύτερο κριτήριο είναι το μισθολογικό κόστος. Τι δίνει σε έναν υπάλληλο του»και ανέφερε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα: «Ηλεκτρολόγος με 58.000 ευρώ τζίρο, μηδέν έσοδα, μηδέν κέρδη, 28.000 ο βοηθός του. Ο βοηθός ηλεκτρολόγου δηλώνει έσοδα 28.000 και ο ηλεκτρολόγος ο ίδος 0. Δεν είναι δυνατόν λοιπόν να μη δηλώνει και να μη φορολογείται όσο ο υπάλληλος και και σε σχέση και με τον τζίρο του».
«Τα μέτρα συνεργάζονται μεταξύ τους και όλα μαζί φέρνουν το αποτέλεσμα» ανέφερε. «Αν το αφήσουμε το σύστημα ως έχει, θα πρέπει να κάνει η ΑΑΔΕ διασταυρώσεις σε 735.000 ελεύθερους επαγγελματίες και στους υπόλοιπους που δηλώνουν κάτω από 10.000 ευρώ (το 71% δηλώνει κάτω από 10.000 ευρώ) να τους κάνει διασταυρώσεις, να βρει 200.000 που είναι ενδιαφέροντες και να ελέγξει τους 2.000, διότι δεν έχουμε 200.000 ελεγκτές να πάρουν από μια υπόθεση και να αρχίσουν να τρέξουν. Εδώ έρχεται το φορολογικό σύστημα, πιάνει τη μεγάλη μάζα και ουσιαστικά μετακινεί τη φορολογική τους επιβάρυνση από 0 έως 1.000 ευρώ που είναι τώρα, (το 48% πληρώνει 0 έως 1.000 ευρώ) και τη μετακινεί στο 1 έως 3.000 ευρώ. Το 56% θα πληρώνει 1.000 έως 3.000 ευρώ. Όχι μια υπέρογκη φορολόγηση. Αφήνει τους ελεγκτές να κυνηγήσουν τα μεγάλα ψάρια».
«Το φορολογικό σύστημα δεν είναι καθόλου χάδι στους ισχυρούς»
Για την κριτική της αντιπολίτευσης ότι με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο η κυβέρνηση «Βάζει ψαλίδι στους μικρούς και χαϊδεύουν τους ισχυρούς» απάντησε:
«Το φορολογικό σύστημα δεν είναι καθόλου χάδι στους ισχυρούς. Το φορολογικό σύστημα, το οποίο βλέπει ότι κάποιος δηλώνει και πληρώνει φόρο 30, 35, 40.000 ευρώ, γιατί θεωρείται συνεπής, δεν φουσκώνει τα έξοδά του, δεν μηδενίζει τις δηλώσεις του, του μειώνει και το τέλος επιτηδεύματος, το οποίο πράγματι είχε κατηγορηθεί ότι ήταν ένα χαράτσι. Όμως αφήνει τους ελεγκτές να κοιτάξουν μήπως αυτός που δηλώνει 30.000 θα έπρεπε να δηλώνει 60. Τώρα έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν αυτό, γιατί ξέρουμε ότι δεν χρειάζεται να εστιάσουν στους υπόλοιπους 550.000».