Η παράδοση μετά οποιαδήποτε εκλογική αναμέτρηση θέλει τους αναλυτές να κοιτάζουν τους δείκτες του Χρηματιστηρίου για να διαπιστωθεί από τις αντιδράσεις του η υποδοχή των μεγάλων επιχειρήσεων και των οικονομικών κύκλων στη νέα κατάσταση που προκύπτει από τις κάλπες. Στην περίπτωση της Ισπανίας, το Χρηματιστήριο της Μαδρίτης μίλησε εξ αρχής και τάχθηκε αναφανδόν υπέρ μίας κυβέρνησης συμμαχίας των νικητών Σοσιαλιστών του PSOE και των κεντροδεξιών Ciudadanos.
Οι αγορές στην Ισπανία αντέδρασαν με αξιοσημείωτη ηρεμία στο αποτέλεσμα των εκλογών της 28ης Απριλίου. Είναι η πρώτη φορά που διαπιστώνεται άνοδος του χρηματιστηριακού δείκτη Ibex έπειτα από μία εκλογική αναμέτρηση και τούτο παρ’ όλο που από τις εκλογές δεν προέκυψε αυτοδυναμία. Μολονότι ο Πέδρο Σάντσεθ προκειμένου να σχηματίσει κυβέρνηση θα απαιτηθεί να αναζητήσει συμμαχίες, οι αγορές διαπιστώνουν πως υπάρχει ένα γενικό επίπεδο πολιτικής σταθερότητας, που δεν θέτει σε κίνδυνο τον σαφή ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας. Ο λόγος αυτός είναι που οδήγησε σε ανοδική πορεία τον Ibex, κατά 1% μέσα στην χθεσινή ημέρα, ενώ βελτίωση καταγράφηκε, έως τις 101 βασικές μονάδες, και στα ασφάλιστρα κινδύνου.
Οι οικονομικές ελίτ δηλώνουν orbi et urbi πως το επιδιωκόμενο θα πρέπει να είναι η «σταθερότητα και η μετριοπάθεια» και οι περισσότεροι αναλυτές που ερωτήθηκαν αμέσως μετά το εκλογικό αποτέλεσμα εκφράζουν την άποψη πως τις δύο τούτες προϋποθέσεις για την ισπανική οικονομία εξυπηρετεί καλλίτερα ένα σύμφωνο μεταξύ PSOE και Ciudadanos. Όπως δηλώνουν, μία τέτοια συνεργασία επί τη βάσει των προγραμματικών σχεδίων των δύο κομμάτων θα έδινε στην επόμενη κυβέρνηση τη δυνατότητα να σχεδιάσει μία δημοσιονομική και φορολογική πολιτική που θα ήταν ευνοϊκή για τις επιχειρήσεις και θα έφερε εις πέρας τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και να αντιμετωπίσει τις οικονομικές προκλήσεις για την Ισπανία.
Ωστόσο, άπαντες παραδέχονται πως η λύση τούτη είναι και η πιο δύσκολη: ιδίως μετά τον χθεσινό υπαινιγμό της αντιπροέδρου της κυβέρνησης Κάρμεν Κάλβο πως το PSOE θα επιδιώξει να σχηματίσει κυβέρνηση μειοψηφίας, αναζητώντας κοινοβουλευτικά ερείσματα ανά περίσταση, ενώ και μετά την αρνητική στάση των Ciudadanos, δια στόματος του στελέχους του Ινές Αριμάδας, που απέκλεισε συνεργασία με όσους συνεργάσθηκαν με τους «αυτονομιστές Βάσκους και Καταλανούς».
Οι οικονομικοί κύκλοι δεδηλωμένα πάντως δεν επιθυμούν και μία κυβέρνηση μειοψηφία του PSOE με το αριστερό Podemos και για τον λόγο αυτό έχουν καλέσει τους Σοσιαλιστές «να επιδιώξουν συμμαχίες που θα επιτρέψουν τον σχηματισμό μίας σταθερής και μετριοπαθούς κυβέρνησης». Όπως τόνιζαν κύκλοι της τράπεζας Santander στην εφημερίδα El Independiente «η συμμαχία μεταξύ PSOE και Ciudadanos κατά πάσα πιθανότητα θα άρεσε στις χρηματοοικονομικές αγορές δεδομένης της φιλελεύθερης στάσης των Ciudadanos, που γίνεται ευνοϊκότερα αποδεκτή από τον λαϊκισμό των Podemos».
Στο σημείο αυτό πολύ σημαντικό ρόλο παίζει και η στάση των οικονομικών κύκλων της Καταλωνίας. Στην ανακοίνωση του κεντρικού οργάνου τους, του Foment de Treball, ο πρόεδρός του Τζουζέπ Σάντσεθ Λίμπρε ζήτησε από την επόμενη κυβέρνηση «να προωθήσει μεταρρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί μεταξύ αυτής και των οικονομικών και κοινωνικών παραγόντων», με στόχο να ευνοηθεί ο ανταγωνισμός των επιχειρήσεων και η ανάπτυξη.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Ισπανικής Συνομοσπονδίας Επιχειρηματικών Οργανώσεων (CEOE) Αντόνιο Γαραμένδι, επίσης ζήτησε «σταθερότητα και μετριοπάθεια», υπογραμμίζοντας πως οι επιχειρήσεις θα αισθάνονταν πιο ασφαλείς υπό μία κυβέρνηση κεντρώων-κεντροαριστεράς: «ό,τι περιστρέφεται γύρω από μια κεντροαριστερή πορεία, όπως παλαιότερα γύρω από μια κεντροδεξιά, θα ήταν το καλύτερο», υπογράμμισε σε δηλώσεις του στην κρατική τηλεόραση RTVE. Σε ανακοίνωσή του το ίδιο όργανο επιμένει στη σημασία της σταθερότητας, της μετριοπάθειας, της δικαστικής ασφάλειας και του ελέγχου του προϋπολογισμού «ενώπιον των μεγάλων προκλήσεων και μεταρρυθμίσεων που έχει να αντιμετωπίσει η χώρα, προκειμένου να αποφευχθεί μία επιβράδυνση της αναπτυξιακής πορείας και για να συνεχισθεί η δημιουργία θέσεων εργασίας και πλούτου».
Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι αναλυτές συμπίπτουν και σε άλλο ένα σημείο: παρότι οι διαβουλεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης ενδέχεται να παραταθούν, το γεγονός αυτό καθαυτό δεν αναμένεται να αποτελέσει πηγή αποσταθεροποίησης, ούτε πρόκειται να επηρεάσει την δημοσιονομική και οικονομική πορεία της χώρας, η οποία θα συνεχίσει την ανάπτυξή της μέσα στην Ευρωζώνη.