Στη δημοσιότητα δόθηκε η απόφαση της συνεδρίασης της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία συνεδρίασε το Σάββατο.
Αναλυτικά η απόφαση:
“Στις 20 Σεπτεμβρίου, ο ΣΥΡΙΖΑ σημείωσε μια ακόμα μεγάλη εκλογική νίκη, μετά από εκείνη του Ιανουαρίου, όταν για πρώτη φορά στην Ελλάδα συγκροτήθηκε κυβέρνηση με κορμό τη ριζοσπαστική Αριστερά, βασική εντολή της οποίας ήταν η κατάληξη σε συμφωνία με τους δανειστές για τη διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους και την εφαρμογή ενός προγράμματος κατά της λιτότητας. Μετά από επτά μήνες σκληρής διαπραγμάτευσης, την οποία αναγνώρισαν όχι μόνο οι Έλληνες και οι Ελληνίδες, αλλά όλοι οι λαοί της Ευρώπης, και παρά το μεγαλειώδες ΟΧΙ στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, η κυβέρνηση βρέθηκε αντιμέτωπη με έναν στυγνό εκβιασμό ο οποίος την οδήγησε στην αποδοχή μας ιδιαίτερα δύσκολης συμφωνίας, που παρότι δεν ξεφεύγει ριζικά από την κυρίαρχη αντίληψη, περιέχει σημαντικές βελτιώσεις σε σχέση με το προηγούμενο καθεστώς και αφήνει δυνατότητες για την εφαρμογή πολιτικών κοινωνικής προστασίας και οικονομικής ανάπτυξης την επόμενη περίοδο.
Μετά από όσα συνέβησαν, η προσφυγή στις κάλπες ήταν δημοκρατικά επιβεβλημένη. Το αποτέλεσμα των εκλογών έδειξε ότι ο λαός εκτίμησε τη σκληρή διαπραγμάτευση και την ειλικρίνεια της κυβέρνησης και θεώρησε ότι η υποχώρηση απέναντι σε υπέρτερες δυνάμεις ήταν αναγκαστική.
Η πλειοψηφία της κοινωνίας μας θεωρεί ότι είμαστε η πολιτική δύναμη που θα υλοποιήσει τη συμφωνία με τη μέγιστη δυνατή κοινωνική ευαισθησία, γιατί επί έξι μήνες παρακολουθούσε την κυβέρνηση να διαπραγματεύεται για τα δίκαια του λαού και της χώρας, έχοντας απέναντί της πολύ ισχυρότερους αντιπάλους οι οποίοι ασκούσαν ασφυκτικές πιέσεις. Σε αυτή την προσπάθεια της κυβέρνησης ήταν και παραμένει κρίσιμη η ενεργή παρουσία και παρέμβαση του λαϊκού παράγοντα. Το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα ήταν μια ιστορική στιγμή, μια στιγμή ανάτασης για τον ελληνικό λαό, αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη.
Λαϊκή εντολή
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου μιλήσαμε με ειλικρίνεια στον ελληνικό λαό. Απευθυνθήκαμε σε εξαιρετικά μεγάλο εύρος ψηφοφόρων και τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ εκπροσώπησε πλειοψηφικά τους μισθωτούς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, τους ανέργους, τους μικρομεσαίους καθώς και τους νέους, τις γυναίκες, τις λαϊκές γειτονιές, τα αστικά κέντρα.
Δώσαμε τη μάχη απέναντι στους εκπροσώπους του παλιού κατεστημένου και σε όσους τους στηρίζουν. Από τα ΜΜΕ της διαπλοκής, έως το σύμπλεγμα των συμφερόντων που είχε σκοπό να ξεμπερδέψει με την Αριστερά.
Πολεμήσαμε έχοντας απέναντί μας όλο το φθαρμένο σύστημα, πολιτικό, μιντιακό και οικονομικό που ευθύνεται για την ελληνική τραγωδία. Κάναμε παρένθεση το δικό τους σχέδιο της αριστερής παρένθεσης και της αναβίωσης του παλιού κατεστημένου.
Από την πρώτη στιγμή προκήρυξης των εκλογών αναπτύχθηκε μια προσπάθεια απαξίωσης της διαδικασίας έκφρασης της λαϊκής βούλησης. Υποστηρίχθηκε ότι, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, η νέα κυβέρνηση δεν θα έχει κανένα περιθώριο άσκησης πολιτικής πέρα από την εφαρμογή του νέου μνημονίου. Η λυσσασμένη προσπάθεια, όμως, των ίδιων πολιτικών και οικονομικών δυνάμεων να επιβάλουν μια κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού (ή, τουλάχιστον, τη συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού στο κυβερνητικό σχήμα) αναδεικνύει την κρισιμότητα που έχει η σημερινή κυβέρνηση και άρα μια μεγάλη αντίφαση με το παραπάνω επιχείρημα. Η αντίφαση προκύπτει από τρεις βασικούς λόγους:
α. Η διαδικασία της διαπραγμάτευσης περιλαμβάνει ακόμα μια σειρά από κρίσιμες μάχες πάνω σε ανοιχτά μέτωπα.
β. Η υλοποίηση των μέτρων θα αποτελέσει μια συγκρουσιακή διαδικασία, πάνω στην οποία μια κυβέρνηση της αριστεράς θα προσπαθήσει να μειώσει τις αρνητικές επιπτώσεις για την κοινωνική πλειοψηφία.
γ. Υπάρχει μεγάλο εύρος πολιτικών πρωτοβουλιών που μπορούν να παρθούν εκτός της επικράτειας του μνημονίου. Πρωτοβουλίες που μπορούν να συμβάλλουν σε μια διαφορετική κατεύθυνση, για την υπεράσπιση της αξιοπρέπειας, της δημοκρατίας και των κοινωνικών αναγκών της μεγάλης πλειοψηφίας.
Ακριβώς για τους παραπάνω λόγους, το ποιά κυβέρνηση θα προκύψει, αποτελούσε μια κρίσιμη μάχη. Την κρισιμότητα αυτή κατανόησαν, από τη δική του σκοπιά ο καθένας, τόσο τα οικονομικά και πολιτικά νεοφιλελεύθερα κέντρα, όσο και η πλειοψηφία του λαού.
Ο ελληνικός λαός, με τη ψήφο του, αρνήθηκε να σκύψει το κεφάλι, να αποδεχτεί ότι τίποτα δεν γίνεται, ότι είναι μάταιο να αγωνίζεται για το δίκαιο.
Αρνήθηκε να δεχτεί ότι οι υποστηρικτές της ακραίας λιτότητας είχαν δίκιο για όσα έκαναν τα προηγούμενα χρόνια. Να δεχτεί ότι η επιτροπεία, η μειωμένη κυριαρχία, η φτώχεια είναι η μοίρα μας. Κι ας το προσπάθησαν η Ν.Δ., το ΠΑΣΟΚ, το ΠΟΤΑΜΙ και οι νεοναζί της Χρυσής Αυγής.
Οι ίδιες δυνάμεις που έκαναν ό,τι μπορούσαν για να χάσει ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές, δίνουν με πείσμα τη μάχη για την νοηματοδότηση του εκλογικού αποτελέσματος. Ισχυρίζονται ότι η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί ψήφο νομιμοποίησης και συναίνεσης γύρω από τα νέα μέτρα. Αντιθέτως, η στήριξη στον ΣΥΡΙΖΑ έγινε στη βάση ότι αγωνιστήκαμε με όλες μας τις δυνάμεις για να πετύχουμε ό,τι καλύτερο μας επέτρεπε ένας πολύ αρνητικός συσχετισμός δύναμης.
Η αύξηση της αποχής πρέπει, βεβαίως, να μας απασχολήσει το επόμενο διάστημα. Χωρίς να παραβλέπουμε την αποστράτευση αριστερού κόσμου, τα κύρια αίτια της αποχής πρέπει να αναζητηθούν στη γενικότερη κρίση και απαξίωση του πολιτικού συστήματος. Το στοίχημα για τον ΣΥΡΙΖΑ, το στοίχημα για την Αριστερά σε όλο τον κόσμο είναι να αποδείξει ότι η εμπλοκή στην πολιτική διαδικασία, η συμμετοχή στο κοινωνικό γίγνεσθαι αξίζει τον κόπο και δια μέσου αυτής μπορεί να αλλάξει η ζωή μας. Η Αριστερά πρέπει να κερδίσει το στοίχημα της πολιτικής συμμετοχής και αυτό δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο δια του παραδείγματος, είτε μιλάμε για την πολιτική πράξη και το κυβερνητικό έργο, είτε για κοινωνική δράση που να παράγει απτά αποτελέσματα.
Παράλληλα, η σταθεροποίηση των ποσοστών της Χρυσής Αυγής, παρά την εν εξελίξει δίκη μελών της Κοινοβουλευτικής της Ομάδας και τη δημόσια ανάληψη της πολιτικής ευθύνης για τη δολοφονία Φύσσα από τον αρχηγό της, καταδεικνύει ότι απαιτείται πιο ενεργητική θεσμική, κοινωνική και πολιτική δράση για την αναχαίτιση του νεοφασιστικού φαινομένου και της δράσης της εγκληματικής, ναζιστικής οργάνωσης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει μια πολιτική δύναμη που δεν αποδέχεται τον νεοφιλελεύθερο μονόδρομο. Στόχος μας παραμένει ο απεγκλωβισμός από τις αιτίες που μας οδήγησαν στα μνημόνια, από το οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού σε Ελλάδα και Ευρώπη. Με βάση αυτόν τον στόχο θα σχεδιάζουμε και τις καθημερινές μας μάχες, γνωρίζοντας ότι έχουμε να αποφύγουμε δύο εξίσου επικίνδυνα μονοπάτια. Από τη μια αυτό της Αριστεράς που δεν τολμάει να καταπιαστεί με την αλλαγή των συσχετισμών στο σήμερα, και από την άλλη της Αριστεράς που ενσωματώνεται στον κυρίαρχο τρόπο άσκησης πολιτικής.
Το κόμμα μας και η κυβέρνησή μας, θα επιδιώξουν να αντιμετωπίσουν τις υπαρκτές δεσμεύσεις του προγράμματος με τη μάχη στα «ανοιχτά μέτωπα» και με την εφαρμογή ενός παράλληλου προγράμματος. Ταυτόχρονα, οφείλουμε να είμαστε έτοιμοι να αξιοποιήσουμε κάθε δυνατότητα που ενδεχομένως δημιουργηθεί στο μέλλον από τις οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις στην Ελλάδα, την Ευρώπη και τον κόσμο, προκειμένου να επιτευχθεί η ταχύτερη δυνατή διέξοδος από το καθεστώς επιτροπείας.
Η δύναμη που μας κράτησε όρθιους μέσα σε αυτή τη μάχη ήταν η πλειοψηφία του λαού. Η αποφασιστικότητά του και το πείσμα με το οποίο πάλεψε, τόσο την εβδομάδα του δημοψηφίσματος, όσο και στις τελευταίες εκλογές, κατάφερε να ανατρέψει τους σχεδιασμούς των αντιπάλων μας εντός και εκτός χώρας. Η κοινωνική σχέση που οικοδόμησε ο ΣΥΡΙΖΑ με αυτόν τον κόσμο αποτελεί τη δυνατότητά μας να καταφέρουμε να προχωρήσουμε την απομείωση–ελάφρυνση του χρέους, την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, τη συνολική βελτίωση της οικονομίας, ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στη σταδιακή αποδέσμευση από την επιτροπεία και τις σκληρές μνημονιακές πολιτικές, να προχωρήσουμε στις μεγάλες συγκρούσεις στο εσωτερικό της χώρας.
Ευρώπη: Παρά τις δυσκολίες, διευρύνουμε τη συμμαχία κατά της λιτότητας
Η στάση αντίστασης της ελληνικής κυβέρνησης στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης, καθώς και η διεθνοποίηση του «ελληνικού ζητήματος» πυροδότησε την προηγούμενη περίοδο την ανάπτυξη ενός πρωτόγνωρου ευρωπαϊκού και διεθνούς κινήματος αλληλεγγύης στην Ελλάδα και αντίστασης στην πολιτική της λιτότητας.
Η στρατηγική αυτή μπορεί να μην υπήρξε αρκετή για να ανατρέψει αποφασιστικά τον εξαιρετικά δυσμενή συσχετισμό δύναμης στην Ε.Ε. και την Ευρωζώνη, και να μας επιτρέψει να διασφαλίσουμε μια ριζικά καλύτερη συμφωνία για την Ελλάδα, αλλά κατόρθωσε να προκαλέσει ρωγμές στο πολιτικό μπλοκ της νεοφιλελεύθερης συναίνεσης.
Η Ευρώπη αποτελεί τον ελάχιστο γεωγραφικά πολιτικό χώρο όπου η Αριστερά οφείλει να δίνει τις μάχες της για να αλλάξει τους συσχετισμούς και να τιθασεύσει τα προτάγματα των αγορών. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η σημαντική πρωτοβουλία μας για την ενεργό συμμετοχή του Ευρωκοινοβουλίου στην υλοποίηση της συμφωνίας.
Στην περίοδο αυτή, στην πανευρωπαϊκή συμμαχία κατά της λιτότητας συγκλίνουν και συναντιούνται πλέον κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις ευρύτερες της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, συμπεριλαμβανομένων πολλών κομμάτων της οικογένειας των Ευρωπαίων Πρασίνων, αλλά και θεσμικών εκπροσώπων, τάσεων και ομαδοποιήσεων από σοσιαλιστικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, καθώς και σημαντικών ευρωπαϊκών εργατικών συνδικάτων, που μέχρι σήμερα ηγεμονεύονται πολιτικά από τη σοσιαλδημοκρατία.
Η πρόσφατη εκλογή του Τζέρεμι Κόρμπιν στην ηγεσία του Εργατικού Κόμματος Αγγλίας αποτελεί μια σημαντική εξέλιξη στην κατεύθυνση της ενίσχυσης του ευρωπαϊκού μετώπου κατά της λιτότητας, αφού σηματοδοτεί την αριστερή στροφή ενός σοσιαλδημοκρατικού κόμματος που αποτέλεσε την «ατμομηχανή» της νεοφιλελεύθερης μετάλλαξης των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών τις δύο προηγούμενες δεκαετίες.
Η μεγάλη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις 20 Σεπτεμβρίου έστειλε πανευρωπαϊκά το μήνυμα ότι η Αριστερά δεν ηττήθηκε, αλλά έγινε για ακόμα μια φορά αποδέκτης της εμπιστοσύνης της κοινωνικής πλειοψηφίας, των λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας.
Ακολουθήθηκε δε από ένα ιδιαίτερα θετικό εκλογικό αποτέλεσμα στην Πορτογαλία, όπου το αδελφό μας κόμμα, Μπλόκο της Αριστεράς, διαψεύδοντας κάθε προεκλογική εκτίμηση, κατέγραψε το μεγαλύτερο ποσοστό στην ιστορία του υπερβαίνοντας το 10%, και κατέστη τρίτη, ρυθμιστική πολιτική δύναμη στη χώρα, μη επιτρέποντας στο συνασπισμό της δεξιάς να κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία. Η άμεση μετεκλογική πρωτοβουλία του ΚΚ Πορτογαλίας και του Μπλόκο για κάλεσμα προς το Σοσιαλιστικό Κόμμα για το σχηματισμό μιας φιλολαϊκής κυβέρνησης κατά της λιτότητας, ανεξαρτήτως της έκβασής της τις επόμενες ημέρες, ανοίγει νέες προοπτικές για μια Αριστερά που επιλέγει να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο προτείνοντας λύσεις διεξόδου στο λαό, αντί να μένει θεατής στη γωνία των εξελίξεων.
Την επόμενη περίοδο, έχουμε μπροστά μας μια σειρά από κρισιμότατες μάχες που υπερβαίνουν το εθνικό πεδίο και απαιτούν πανευρωπαϊκή κινητοποίηση, όπως αυτή για την απομείωση των δημοσίου χρέους, ή αυτή για την απόρριψη της Διατλαντικής Συνθήκης Εμπορίου ΗΠΑ-ΕΕ (TTIP). Επίσης, σε παγκόσμιο επίπεδο, τον ερχόμενο Δεκέμβρη λαμβάνει χώρα στο Παρίσι η Συνδιάσκεψη του ΟΗΕ για την αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής. Είναι αναγκαίο να γίνει κατορθωτή η σύνταξη και αποδοχή μιας νέας συμφωνίας, που θα αντικαταστήσει το Πρωτόκολλο του Κιότο για τη μείωση των αέριων ρύπων, μιας συμφωνίας φιλόδοξης, νομικά δεσμευτικής, η οποία θα συμπεριλάβει όλα τα κράτη και όλους τους μεγάλους ρυπαντές.
Ταυτόχρονα, στο πολιτικό πεδίο, η έκβαση των προσεχών εκλογικών αναμετρήσεων στην Ισπανία και την Ιρλανδία θα επηρεάσει σημαντικά τις εξελίξεις στην Ευρωζώνη και την ΕΕ, γι’ αυτό και στόχος μας είναι η ανάληψη δράσης για την αποφασιστική ενίσχυση των αριστερών δυνάμεων στις χώρες αυτές.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Ευρωπαϊκή Αριστερά θα εντατικοποιήσουν τις πρωτοβουλίες για την περαιτέρω διεύρυνση της κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας δυνάμεων που απορρίπτουν τη στρατηγική της λιτότητας και του νεοφιλελεύθερου αυταρχισμού και στηρίζουν την εναλλακτική πορεία της Ευρώπης προς την ανάπτυξη και την αποκατάσταση της δημοκρατίας και των θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων.
Προτεραιότητες για την επόμενη περίοδο
Ο ελληνικός λαός, με την ετυμηγορία του, έδωσε εντολή σταθερότητας, μια ισχυρή εντολή για κυβέρνηση τετραετίας μετά τη δύσκολη περίοδο της διαπραγμάτευσης. Μέσα σε αυτή την τετραετία υπάρχει η ξεκάθαρη εντολή να ξεκινήσουμε και μια μεγάλη πορεία τομών, ρήξεων και μεταρρυθμίσεων προκειμένου να αλλάξουμε ριζικά την Ελλάδα, να αποκαταστήσουμε αδικίες, να ξεριζώσουμε ριζωμένες αντιλήψεις στο κράτος και την κοινωνία, να κινητοποιήσουμε τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία σε μια κατεύθυνση δημοκρατικής και παραγωγικής αναγέννησης της χώρας μας μετά από την προηγούμενη καταστροφική πενταετία, που είναι στοιχεία του παράλληλου προγράμματος.
Χρειάζεται σκληρή και συντονισμένη προσπάθεια, με άμεσο ορίζοντα τη συζήτηση για την απομείωση του χρέους και την άρση, το συντομότερο δυνατόν, των Capital Controls.
Η διαπραγμάτευση για τη διευθέτηση του χρέους θα αποτελέσει κομβικό σημείο, όχι μόνο για τα δημόσια οικονομικά του ελληνικού κράτους, αλλά και για τα στρατηγικά διακυβεύματα της Ε.Ε., για τη σχέση του ευρωπαϊκού πλεονασματικού βορρά με τον υπερχρεωμένο νότο. Θα αποτελέσει την έναρξη της αλλαγής στην καρδιά της Ευρώπης.
Παράλληλα, κρίσιμο είναι το ζήτημα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών που θα διασφαλίσει πλήρως τις καταθέσεις και που ταυτόχρονα θα οδηγήσει στην εξυγίανση του πιστωτικού συστήματος από τα λεγόμενα «κόκκινα» δάνεια.
Η επιτυχής έκβαση αυτών των δύο κρίσιμων διαδικασιών, που προβλέπονται στη συμφωνία, έως το τέλος του έτους, είναι ίσως ο πιο κρίσιμος κάβος για την αρχή της ανάκαμψης. Αν αυτά πάνε καλά, τότε η οικονομία μπορεί να επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς το δεύτερο εξάμηνο του 2016 και παράλληλα να προωθηθούν μέτρα πολιτικής και στόχοι σε όλα τα θέματα που υπερβαίνουν την ατζέντα και τους περιορισμούς της συμφωνίας. Πρόκειται για παρεμβάσεις που θα έχουν αποκλειστικά το δικό μας πρόσημο, της αξιοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Για να καλυφθούν οι ανάγκες της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, θα πρέπει να βρεθούν τα απαραίτητα εναλλακτικά, παράλληλα μέτρα. Μέτρα ισοδύναμα, που να μην ανακατανέμουν τη φτώχεια, αλλά να στοχεύουν στην αναδιανομή των βαρών και των εισοδημάτων, προς όφελος των λαϊκών και των μεσαίων στρωμάτων. Στη διαδικασία αυτή, το κόμμα μας δεν μπορεί να περιοριστεί σε ρόλο παρατηρητή, αλλά οφείλει, μέσω των συλλογικών του εμπειριών, επεξεργασιών και αποφάσεων, να επηρεάσει ενεργητικά την κυβερνητική πολιτική.
Αν στην πρώτη φάση της διακυβέρνησής μας είχαμε μπροστά μας την τεράστια πρόκληση της διαπραγμάτευσης για την εξεύρεση μιας βιώσιμης συμφωνίας με τους εταίρους, σήμερα έχουμε μπροστά μας ένα ακόμη πιο δύσκολο και επίπονο έργο. Να ανοίξουμε το δρόμο για ένα νέο οικονομικό, παραγωγικό μοντέλο που θα αντιστρέφει την πορεία των εξελίξεων των τελευταίων δεκαετιών, και ειδικά της τελευταίας πενταετίας που το νεοφιλελεύθερο σχέδιο επιταχύνθηκε, βάθυνε και οδήγησε σε μεγάλες οικονομικές αναταράξεις και κυρίως σε μεγάλες κοινωνικές αδικίες, διευρύνοντας ανισότητες και βυθίζοντας στην απελπισία μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας.
Απέναντι στην αποτυχημένη αυτή νεοφιλελεύθερη συνταγή που θέλει να θεμελιώσει την όποια οικονομική ανάπτυξη πάνω σε κοινωνικά ερείπια, πάνω στην διάλυση της αγοράς εργασίας, την εξαφάνιση της μικρής παραγωγής, την βίαιη αναπροσαρμογή της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας, εμείς εισηγούμαστε ένα άλλο μοντέλο, που βάζει την κοινωνική συνοχή, τους ανθρώπους και τις ανάγκες των πολλών πάνω από τα κέρδη των λίγων.
Ένα οικονομικό μοντέλο, που στηρίζεται, αφενός, στο σεβασμό και στην προστασία της εργασίας και του περιβάλλοντος και στην αναδιανομή των φορολογικών βαρών, ώστε να στηριχτεί η ενεργός ζήτηση και, αφετέρου, στην έμφαση στην τεχνολογία και την καινοτομία, στην αξιοποίηση των υψηλών προσόντων του ανθρώπινου δυναμικού της πατρίδας μας, ώστε να στηριχτεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Στη συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης και των δανειστών υπάρχουν αρκετά σημεία ανοιχτά, για τα οποία δεν έχει καταλήξει η εφαρμοστέα πολιτική και στα οποία θα δώσουμε σκληρή μάχη με σχέδιο και αντιπροτάσεις, ώστε να διατηρήσουμε το έδαφος που κερδίσαμε στη διαπραγμάτευση και το τελικό αποτέλεσμα να είναι προς όφελος των κοινωνικών δυνάμεων που εκπροσωπούμε. Συγκεκριμένα, υπάρχουν μπροστά μας πέντε μεγάλες μάχες:
Η ρύθμιση των λεγόμενων «κόκκινων δανείων», με στόχο την προστασία της πρώτης κατοικίας όσων αποδεδειγμένα δεν έχουν να πληρώσουν.
Η επαναρρύθμιση της αγοράς εργασίας, με την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και άλλων προστατευτικών ρυθμίσεων για τη μισθωτή εργασία καθώς και ο σταθερός προσανατολισμός μας για τη σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού αλλά και της κατάργησης των διακρίσεων στην αγορά εργασίας.
Η αντιμετώπιση του ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού προβλήματος στη βάση της διατήρησης του αναδιανεμητικού ρόλου της κοινωνικής ασφάλισης, της αλληλεγγύης των γενεών, της διατήρησης των δύο αυτοτελών πυλώνων της σύνταξης (κύριας και επικουρικής), καθώς και της εξεύρεσης ισοδυνάμων, ώστε να μην πληγούν βάναυσα τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα.
Η αναζήτηση τρόπων στήριξης των μικρών και μεσαίων αγροτών έναντι των όποιων αρνητικών συνεπειών από όσα προβλέπει η συμφωνία για τη φορολόγησή τους
Η διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα της ενέργειας
Η δημιουργία και λειτουργία του νέου ταμείου αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας, που πρέπει να εξασφαλίζει την αξιοποίηση και όχι την εκποίησή της.
Εκτός από τον αγώνα για την αποκατάσταση της οικονομικής ομαλότητας, από τον αγώνα για την επιστροφή στην οικονομική ανάπτυξη και τη στήριξη του ελληνικού κράτους, βρισκόμαστε σήμερα αντιμέτωποι και με μια μεγάλη πρόκληση, την πρόκληση της διαχείρισης μιας μεγάλης κρίσης μέσα στην κρίση, που αποτελεί ταυτόχρονα και πρόκληση για ολόκληρη την Ευρώπη. Έχουμε να διαχειριστούμε μια τεράστια προσφυγική κρίση, η οποία φέρνει στην επιφάνεια τις μεγάλες πολιτικές συγκρούσεις που διαιρούν την Ευρώπη από τη μια άκρη στην άλλη, αλλά και την κάθε χώρα ξεχωριστά.
Η προσφυγική κρίση αποκαλύπτει την κραυγαλέα αποτυχία της κυρίαρχης ευρωπαϊκής πολιτικής τόσο ως προς την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού-προσφυγικού φαινομένου, όσο και την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας της Ε.Ε. Η ριζική αλλαγή μεταναστευτικής πολιτικής και η ανάδειξη της προσφυγικής κρίσης ως ευρωπαϊκό πρόβλημα από την ελληνική κυβέρνηση ώθησε πανευρωπαϊκές εξελίξεις και αφύπνισε τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, αναδεικνύοντας το αίτημα για μια πραγματικά ευρωπαϊκή αντιμετώπιση της κρίσης με όρους συλλογικής ευθύνης των κρατών-μελών της Ε.Ε.
Απέναντι στη λογική των φρουρίων, των τοίχων και των φραχτών, απέναντι στην ακροδεξιά ρητορεία και στη λογική που θέλει να μετατρέψει τα ευρωπαϊκά σύνορα σε πεδίο μάχης, εμείς πιστεύουμε σταθερά ότι πρέπει να δουλέψουμε σκληρά, για να αποδείξουμε στους λαούς της Ευρώπης ότι η ανθρωπιά, η αλληλεγγύη, η φιλοξενία δεν είναι ουτοπίες κάποιων ρομαντικών, αλλά είναι και παραμένουν κυρίαρχες αξίες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και μπορούν να γίνουν πολιτική πράξη.
Η ελληνική κυβέρνηση, η Ευρωπαϊκή Αριστερά, τα κοινωνικά κινήματα και οι υπόλοιπες προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν τώρα να εργαστούν για ένα ευρωπαϊκό σχέδιο ειρήνευσης για τη Μέση Ανατολή και τη Μεσόγειο, με άμεση προτεραιότητα έναν κοινά αποδεκτό οδικό χάρτη για τον τερματισμό της σύγκρουσης και τη δημοκρατική μετάβαση στη Συρία.
Παράλληλα, το επόμενο διάστημα η Αριστερά έχει να δώσει μάχες για:
την υπεράσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των ελευθεριών
την ολοκλήρωση της διαβούλευσης και τη νομοθετική προώθηση της δημοκρατικής μεταρρύθμισης στην παιδεία, ώστε να αναχαιτιστεί η καταστροφική πορεία των προηγούμενων ετών και να αποκατασταθεί η δημοκρατική λειτουργία όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης
τον εκδημοκρατισμό της Δημόσιας Διοίκησης
τον εκδημοκρατισμό των Σωμάτων Ασφαλείας
την ισότητα των δύο φύλων
την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου
την εξάλειψη του ρατσισμού, του νεοναζισμού και του φασισμού
τον πολιτισμό και την αλλαγή αναχρονιστικών συλλογικών νοοτροπιών
μέσα από θεσμικές πρωτοβουλίες αλλά και μέσα από τη συγκρότηση ενός πλατιού μετώπου των αριστερών και δημοκρατικών δυνάμεων.
Το κόμμα
Η επτάμηνη εμπειρία στην κυβέρνηση διαμορφώνει το πλαίσιο στο οποίο καλούμαστε να δώσουμε απαντήσεις σε ερωτήματα και διλήμματα.
Το πρώτο ερώτημα που καλούμαστε να απαντήσουμε άμεσα είναι αν θα διαχειριστούμε την υπάρχουσα κατάσταση ή θα σεβαστούμε ότι η λαϊκή εντολή των εκλογών είναι η ριζική, δημοκρατική αναδιάρθρωση του κράτους, η ενίσχυση των κοινωνικών στρωμάτων που επλήγησαν βαριά και εξαθλιώθηκαν από τη κρίση και η δημιουργία συνθηκών που θα οδηγούν στην κοινωνική δικαιοσύνη, την ανάπτυξη και τη δημοκρατική διέξοδο από την κρίση. Η δική μας ανανεωτική ριζοσπαστική Αριστερά έχει ως μονόδρομο να ακολουθήσει τη λαϊκή εντολή, γιατί είναι, για πρώτη φορά, σύμφυτη με τα δικά της αξιακά και προγραμματικά προτάγματα.
Τα λαϊκά, κοινωνικά στρώματα και η νεολαία που έχουν μέχρι σήμερα τεθεί στο περιθώριο της κοινωνικής και πολιτικής ζωής λόγω της εξαθλίωσής τους οφείλουμε να τα εκπροσωπήσουμε φέρνοντάς τα στην επιφάνεια της πολιτικής και παραγωγικής διαδικασίας.
Η νίκη στις εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να αντιμετωπιστεί από όλους μας ως ένα εξαιρετικά κομβικής σημασίας γεγονός της πορείας του κόμματος από το 2010. Κάναμε ως σύνολο όλη την προηγούμενη περίοδο όσα έπρεπε και μπορούσαμε να κάνουμε μέσα σε ένα δυσμενές περιβάλλον από πλευράς συσχετισμών.
Η αλήθεια είναι ότι ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ ήταν παγωμένος στην εκκίνηση της προεκλογικής εκστρατείας, και η συσπείρωση χαμηλή. Η αποχώρηση της Αριστερής Πλατφόρμας, η ίδρυση, η μιντιακή υπερπροβολή και ο μονομέτωπος πόλεμος της ΛΑΕ εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ, η αποστράτευση μελών του κόμματος, η έκρηξη φαινομένων «ανθρωποφαγίας» εναντίον των μελών μας στη δημόσια σφαίρα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και δικές μας αδυναμίες ως προς την δημοκρατική μας λειτουργία την προηγούμενη κρίσιμη περίοδο, συνέτειναν σε αυτή την κατάσταση. Ήμασταν υποχρεωμένοι να ανασυγκροτήσουμε άμεσα τα όργανα του κόμματος, να γίνει συζήτηση στις Ο.Μ. και να δημιουργηθεί εκλογικός μηχανισμός σε πολλούς τομείς από την αρχή και μάλιστα σε ιδιαίτερα μικρό χρονικό διάστημα. Όλη η προσπάθεια έγινε, εκτιμούμε, γρήγορα, και μπορέσαμε να ανταποκριθούμε στις ανάγκες της εκλογικής μάχης.
Οργανωτικά και πολιτικά τα μέλη και οι φίλοι του κόμματος έδωσαν τον αγώνα με αυταπάρνηση και αισιοδοξία, υπερβαίνοντας δυσκολίες και εμπόδια εντελώς πρωτόγνωρα για όλους μας. Βρεθήκαμε σε όλη τη χώρα με καθημερινές παρεμβάσεις και πολύ μεγάλες συγκεντρώσεις, μοιράσαμε το εκλογικό υλικό και καταφέραμε να καλύψουμε σε μεγάλο βαθμό τα εκλογικά τμήματα με εκλογικούς αντιπροσώπους.
Η προεκλογική μας καμπάνια αναπτύχθηκε σε τρεις φάσεις. Η πρώτη είχε στόχο να αναδείξει τα διλήμματα. Η δεύτερη είχε στόχο την προβολή του έργου του επταμήνου. Η τρίτη και τελευταία, αναδείκνυε τα ισχυρά μας σημεία, όπως τα ζητήματα της διαφάνειας και διαπραγμάτευσης και κυρίως το πρόσωπο του Προέδρου.
Υπήρξαν απώλειες και αδυναμίες στη μάχη που δώσαμε, σε έναν πόλεμο που θα έχει διάρκεια, που όμως δεν πρόκειται να μας αλλοιώσουν. Δεν θα το επιτρέψει η συσσωρευμένη εμπειρία που αποκτήσαμε και η ιστορική παρακαταθήκη που διαθέτουμε. Οι προκλήσεις για το κόμμα και την κυβέρνηση είναι ήδη μπροστά μας.
Οφείλουμε όλοι μας
να ανιχνεύσουμε τί κόμμα θέλουμε ώστε να ανταποκριθούμε στις νέες συνθήκες γιατί δεν φτάνει να ξέρουμε τί κόμμα δε θέλουμε.
να έρθουμε σε ρήξη, σε αντίξοες συνθήκες, με τη διαπλοκή, το πολιτικό κατεστημένο, τις βεβαιότητες και το κράτος-υπηρέτη των συμφερόντων και όχι του λαού.
να στηρίξουμε με όλα τα πρόσφορα μέσα τα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα.
να διαμορφώσουμε το πολιτικό σχέδιο που θα έχει στόχους και θα υπηρετεί τα ιδεολογικά μας προτάγματα με συγκεκριμένη τακτική.
Έχουμε ανάγκη από όραμα που θα εμπνέει την κοινωνία και κυρίως τη νέα γενιά, και γι’ αυτό θα εργαστούμε για την επικαιροποίηση της στρατηγικής του δημοκρατικού δρόμου προς το σοσιαλισμό, στις νέες συνθήκες ενός ιδιότυπου πολέμου θέσεων, για τον ανθρωποκεντρικό μετασχηματισμό της κοινωνίας με σεβασμό και συνεχή διεύρυνση δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Έχουμε ανάγκη από ένα κόμμα που θα πρωτοστατήσει στην Ελλάδα και την Ευρώπη δίνοντας μάχες και ανοίγοντας δρόμους για να γίνουν πράξη οι ελπίδες χιλιάδων ανθρώπων.
Στο δρόμο για το Συνέδριο, οφείλουμε να απαντήσουμε σε αυτές τις προκλήσεις, υλοποιώντας μεγάλες τομές και αλλαγές που θα ανατρέπουν τα κακώς κείμενα και δεν θα τα διαχειρίζονται.
Η ανάγκη αντιστοίχισης του ΣΥΡΙΖΑ με την εκλογική και κοινωνική του βάση είναι προϋπόθεση για την υλοποίηση του σχεδίου μετασχηματισμού του παραγωγικού και κοινωνικού μοντέλου της ελληνικής κοινωνίας. Ένα κόμμα της Αριστεράς δεν μπορεί να έχει κυβερνητική διάρκεια, προϋπόθεση για τις μεγάλες αλλαγές, αν δεν διαμορφώσει τους απαραίτητους δεσμούς με τις κοινωνικές εκφράσεις. Είναι απαραίτητο να έχει σχέση με την αυτοδιοίκηση, τα συνδικάτα, τα μαζικά και τα κοινωνικά κινήματα.
Η σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με τους χώρους αυτούς ισχυροποιεί τους δεσμούς του με την κοινωνία, διαμορφώνει συλλογική και συμμετοχική κουλτούρα, συνθήκες που θα ενισχύουν την προσπάθεια για τις μεγάλες τομές που χρειάζεται η χώρα.
Το μοντέλο του κόμματος που θα στηρίξει αυτή την προσπάθεια και η σχέση του με την κυβέρνηση και την κοινωνία θα συζητηθούν στο επικείμενο συνέδριο.
Στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης, απαιτούνται νέες, συλλογικές, προγραμματικές επεξεργασίες, ώστε να ανταποκριθούμε στις νέες προκλήσεις, καθώς και ένα νέο σχέδιο για την τόνωση της θεωρητικής δουλειάς του κόμματος, μέσω της ανασυγκρότησης του Τμήματος Θεωρίας της Κ.Ε. και τον σχετικό προσανατολισμό της λειτουργίας του Ινστιτούτου «Νίκος Πουλαντζάς».
Σε κάθε περίπτωση, το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να είναι υπόθεση μόνο των 30.000 μελών του. Εκείνων, δηλαδή, που πήραν μέρος στις διαδικασίες του 2013.
Στην πορεία προς το Συνέδριο, αλλά και μετά από αυτό, ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιδιώξει να ανοίξει διαύλους επικοινωνίας και συνεννόησης και με συντρόφους και συντρόφισσες που αδρανοποιήθηκαν ή αποχώρησαν από το κόμμα και δεν προσχώρησαν σε άλλους πολιτικούς οργανισμούς.
Το συνέδριο θα πραγματοποιηθεί το πρώτο δίμηνο του 2016.
Η Κ.Ε. πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση. Ως τέτοιες προτείνονται:
1. Κεντρική πολιτική καμπάνια για οργανωτική ανάπτυξη του ΣΥΡΙΖΑ
2. Προτεραιότητα στην ίδρυση Ο.Μ. σε κάθε πρώην καποδιστριακό δήμο
3. Ίδρυση Ο.Μ. σε κάθε μεγάλο εργασιακό χώρο
4. Συζήτηση σε βάθος για τους στόχους του συνδικαλιστικού κινήματος, τα μέτωπα και τη δράση που θα αναπτύξουμε στις παρατάξεις που συμμετέχουμε στον εργατοϋπαλληλικό, τον αγροτικό, τον επιστημονικό και τον χώρο των μικρομεσαίων.
5. Ανασυγκρότηση και μαζικοποίηση της Νεολαίας. Η Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ θα συμβάλλει στην διεξαγωγή της 2ης Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ στην Αθήνα εντός του μηνός Νοεμβρίου.
Είναι προφανές ότι μια τέτοια πολιτική ενέχει και κινδύνους. Δεν μπορεί, όμως, στο όνομα των κινδύνων, και με φοβικά σύνδρομα, να μην υλοποιηθεί. Είναι σαφές πως πρέπει να αποφευχθεί η άκριτη και άναρχη μαζικοποίηση, παραδείγματα της οποίας παρατηρήθηκαν σε άλλα κόμματα στο πρόσφατο παρελθόν. Είναι όμως στο χέρι μας να αποφύγουμε πιθανά προβλήματα, θέτοντας με θεσμικό τρόπο τις ασφαλιστικές δικλείδες που θα τα αποτρέψουν.
Η ικανότητα του κόμματος ώστε σοβαρά και αξιόπιστα, έγκαιρα και πριν του ζητηθεί, να απαντά δια των κεντρικών του οργάνων αφενός στις «ανάγκες» της διακυβέρνησης και αφετέρου στις ανάγκες του κόμματος για παρέμβαση στην κοινωνία και στο κίνημά της, θα προσδιοριστούν από τον βαθμό υλοποίησης καθηκόντων όπως:
Η άμεση συγκρότηση του τομέα συντονισμού κυβέρνησης και κόμματος.
Η ανασυγκρότηση του Οργανωτικού Γραφείου, για την κάλυψη των κενών σε πρόσωπα και χώρους ευθύνης.
Η ανασυγκρότηση των περιφερειακών συντονιστικών, με δημιουργία συντονιστικής γραμματείας. Η συζήτηση σε αυτά για τις εκτιμήσεις και το πρόγραμμα δράσης και πολιτικού ανοίγματος πρέπει να προηγηθεί των Ν.Ε. και να ολοκληρωθεί στις επόμενες 10 ημέρες.
Οι Ν.Ε., έχοντας ήδη συζητήσει τις εκτιμήσεις για τις εκλογές, να στραφούν κυρίως στον σχεδιασμό και στον προγραμματισμό της δράσης και του πολιτικού ανοίγματος των ΝΟ και των ΟΜ, καθώς και της παρέμβασης τους στο κίνημα παραδοσιακό και νέο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, η κυβέρνηση και το κράτος
Η αντιστοίχιση του ΣΥΡΙΖΑ με την εκλογική και κοινωνική του βάση είναι προϋπόθεση για την υλοποίηση του σχεδίου μετασχηματισμού του παραγωγικού και κοινωνικού μοντέλου της ελληνικής κοινωνίας.
Χρειαζόμαστε ένα κόμμα ανοιχτό στο περιβάλλον του και τα κοινωνικά κινήματα γύρω του. Ένα κόμμα ανοιχτό στις νέες και τους νέους. Όχι ένα κόμμα, κλειστό γραφειοκρατικό οργανισμό αναπαραγωγής των στελεχών του.
Αυτό σημαίνει ν’ ανοίξουν οι Οργανώσεις Μελών σε όσους και όσες θέλουν να συμμετάσχουν στο εγχείρημά μας και συμφωνούν προγραμματικά και πολιτικά με τις θέσεις μας. Η πολιτική της καχυποψίας και των κλειστών θυρών, είτε για να διατηρηθούν με τεχνητό τρόπο κάποιοι εσωκομματικοί συσχετισμοί, ξεριζώνοντας το κόμμα από την κοινωνία, είτε, ενδεχομένως, με το σκεπτικό του «λίγοι και καλοί», έληξε οριστικά στις 20 Σεπτέμβρη. Και έληξε τόσο γιατί η παραλειτουργία «κόμματος μέσα στο κόμμα» τελείωσε -και μάλιστα με άδοξο τρόπο. Αλλά και γιατί εμείς δεν ζητάμε ούτε «πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων», ούτε σύσταση από το συντονιστή της Οργάνωσης Μελών για την πρόσληψη κάποιου, όπως συνέβαινε αδιαλείπτως τα τελευταία σαράντα χρόνια σ’ αυτόν τον τόπο.
Το πελατειακό, κομματικό και ρουσφετολογικό κράτος των ημετέρων είναι ακριβώς αυτό που εμείς έχουμε στόχο να γκρεμίσουμε. Η Αριστερά ήταν το θύμα του -δεν θα γίνει τώρα ο νέος διαχειριστής του. Και το διαφορετικό ήθος της Αριστεράς, που τόσα χρόνια διακηρύσσαμε, ήρθε η ώρα να το κάνουμε πράξη, τελειώνοντας οριστικά με τις πρακτικές του παρελθόντος.
Εμείς εμπεδώνουμε καθημερινά την αξιοκρατία, τις ίσες ευκαιρίες και το κράτος δικαίου για όλους τους Έλληνες πολίτες, ανεξάρτητα από τις πολιτικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις τους και τον τρόπο ζωής τους.
Αυτήν την εντολή μας έδωσε ο λαός και αυτήν είμαστε αποφασισμένοι και αποφασισμένες να υπηρετήσουμε, για να κρατήσουμε ζωντανή τη σχέση ειλικρίνειας και εμπιστοσύνης που μας συνδέει με το λαό μας.
Το κόμμα μας, λοιπόν, δεν θα λειτουργεί ως ιδεολογικός και οργανωτικός μηχανισμός νομιμοποίησης των κρατικών πολιτικών, για να αποφύγει πάση θυσία το μετασχηματισμό του σε υποσύστημα του κράτους. Ο ΣΥΡΙΖΑ, για να μπορεί να ανταποκριθεί στο ρόλο του στη νέα εποχή που ξεκίνησε στις 20 Σεπτέμβρη, θα πρέπει να είναι «κόμμα εκτός κράτους», για να θυμηθούμε έναν όρο του Γκράμσι.
Ένα κόμμα που δεν απορροφάται από το κράτος, δεν κρατικοποιείται με τη μαζική μεταπήδηση των στελεχών του στον κρατικό μηχανισμό, δεν αποκόπτεται από τις κοινωνικές τάξεις που εκπροσωπεί και δεν εκφυλίζεται σε κρατικό όργανο.
Αντίθετα, θα λειτουργεί ως συλλογικός διανοούμενος, που, σε αντιστοίχιση με τις κοινωνικές διεργασίες και μετατοπίσεις που συντελούνται, επανακαθορίζει την πολιτική στρατηγική του για τη διεύθυνση της κοινωνίας. Ένα κόμμα που δίνει καθημερινά τη μάχη της ηγεμονίας, αφού γνωρίζουμε καλά ότι η εκλογική νίκη της Αριστεράς δεν σημαίνει επ’ ουδενί την αυτόματη διασφάλιση της ηγεμονίας.Προκειμένου να λειτουργήσει ο ΣΥΡΙΖΑ ως φορέας ηγεμονίας των δικών μας αντιλήψεων, πρακτικών, αρχών και αξιών ζωής, θα πρέπει να παραμείνει σε επαφή με την κυβέρνηση αλλά αυτόνομος από το κράτος, ώστε να μπορεί να επιτελεί να ελέγχει, να διορθώνει και να υποδεικνύει.
Με αυτήν την έννοια, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί παρά να λειτουργεί ως η άγρυπνη αριστερή συνείδηση της κυβέρνησης.”