Η κρίση δεν έκανε ζημιά μόνο στην οικονομία της χώρας, στα οικονομικά της μέσης οικογένειας. Έκανε μεγάλη ζημιά ταυτόχρονα στην κοινή λογική, πολύ περισσότερο από τη στιγμή που μόνιμα δυνάμεις καθιστούσαν τον διχασμό, την πόλωση, την ψευδολογία, την παραποίηση της πραγματικότητας τρόπους πολιτικής δράσης και επικοινωνίας με τους πολίτες, τους οποίους ταυτόχρονα συμβούλευαν να μη διαβάζουν άρθρα από «εχθρικές εφημερίδες» και να μην ακούνε ειδήσεις από «εχθρικά κανάλια». Τους συνιστούσαν, δηλαδή, να «ρουφάνε» την προπαγάνδα τους χωρίς αντισώματα.
Αυτή η ζημιά στα μυαλά φαίνεται και στον τρόπο με τον οποίο έγινε και γίνεται η συζήτηση για το λεγόμενο «πανεπιστημιακό άσυλο». Κάποιοι μιλούν σαν να μη ζούμε στη δημοκρατική Ελλάδα του 2019, 45 ολόκληρα χρόνια από την πτώση της δικτατορίας. Ίσως το ξεχνούν. Ίσως αγνοούν ότι η θεσμοποίησή του με την επιστροφή της δημοκρατίας συμβόλιζε τη δημοκρατία και την ελευθερία στον αντίποδα της επτάχρονης δικτατορίας και της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.
Τι συνέβη σχεδόν από την αρχή, στα τέλη της 10ετίας του ’70; Η επιβολή του ολοκληρωτισμού περιθωριακών ομάδων, που μετέτρεψαν τα ΑΕΙ σε χώρο δίωξης κάθε αντίθετης προς αυτές άποψης, δίωξης φιλελεύθερων ιδεών, ιδεών που αντιτίθεντο στους αριστερούς ολοκληρωτισμούς. Στην πορεία, τα είδαμε όλα: παράνομες καταλήψεις αιθουσών και κτιρίων στο όνομα έκφρασης ομάδων, μετατροπή πανεπιστημίων σε χώρους παραγωγής μολότοφ, ορμητήρια επιθέσεων, με απειλές και βιαιοπραγίες κατά καθηγητών, διάλυση εκδηλώσεων που θεωρούνται «αντιδραστικές», κατά την άποψη πάντα κάποιου γκρουπούσκουλου.
Εν ολίγοις, στα χρόνια αυτά το άσυλο αποτελούσε σταδιακά ολοένα περισσότερο άσυλο όσων δεν σέβονταν εν τέλει το πανεπιστημιακό άσυλο, την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, στοιχειώδεις δημοκρατικές αρχές. Στα χρόνια αυτά συνέβαινε το εξής καταπληκτικό: το πανεπιστήμιο μετατρεπόταν στον μόνο χώρο στη δημοκρατική Ελλάδα όπου καθένας μας μπορεί να πει ό,τι θέλει και όπου θέλει, αλλά δικτατορίσκοι κριτές μπορούσαν (!) να απαγορεύουν τη διακίνηση ιδεών που απλά δεν θεωρούσαν σωστές. Αποδεικνυόταν στην πράξη ότι, στο πλαίσιο μιας δημοκρατίας, δεν νοείται η ύπαρξη «ασύλων» που οδηγούν στην καταστρατήγηση της ελευθερίας κάποιων από κάποιους άλλους. Παράλληλα, η ζωή προχωρούσε και, μαζί με αυτά τα νοσηρά, αντιδημοκρατικά φαινόμενα, αυξάνονταν ολοένα περισσότερο η παραβατικότητα, οι έκνομες ενέργειες στα ΑΕΙ αλλά και στους γύρω χώρους.
Η Άννα Διαμαντοπούλου τόλμησε να προωθήσει έναν καινοτόμο, ριζοσπαστικό νόμο για τη λειτουργία των ΑΕΙ, με τον οποίο ουσιαστικά πρώτη φορά καταργούσε το πανεπιστημιακό άσυλο. Ο νόμος αυτός ψηφίστηκε από μια συντριπτική πλειοψηφία 255 βουλευτών, το 2011. Δυστυχώς, όμως, ο λαϊκισμός και ο ψευτοαριστερός χαρακτήρας της αριστεροακροδεξιάς συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. οδήγησαν στην κατάργησή αυτού του νόμου το 2015 από μια οριακή πλειοψηφία. Το κωμικοτραγικό και αναξιοπρεπές στοιχείο που αξίζει να αναφερθεί είναι ότι υπήρχαν βουλευτές του πάλαι ποτέ κραταιού ΠΑΣΟΚ που το 2011 υπερψήφισαν τον νόμο Διαμαντοπούλου και το 2015 ψήφισαν υπέρ της κατάργησής του!
Η κατάργηση του νόμου Διαμαντοπούλου λειτούργησε σαν κλείσιμο ματιού για μια νέα κατάσταση ανοχής στην παρανομία. Το μήνυμα, απ’ ό,τι φαίνεται, ελήφθη πολύ γρήγορα από τα κατάλοιπα του ολοκληρωτισμού στα πανεπιστήμια, αλλά και από κοινούς ποινικούς. Έτσι, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, η κατάσταση επιδεινώθηκε. Ναρκέμποροι, παραγωγοί μολότοφ, διαχειριστές εγκληματικών σελίδων, δήθεν αντιεξουσιαστικές ομάδες εδρεύουν στο ΑΠΘ, στο ΕΜΠ, στο ΕΚΠΑ κ.α. Πολίτες και φοιτητές φοβούνται να πλησιάσουν την ΑΣΟΕΕ ή να κάνουν μια βόλτα το βράδυ στον χώρο του ΑΠΘ. Η κατάσταση είναι ανυπόφορη και τίθενται πια ανοιχτά θέματα δημοκρατίας και κράτους δικαίου. Δεν μπορεί τα πανεπιστήμια να είναι έρμαια ανεξέλεγκτης βίας ενάντια στην ελεύθερη διακίνηση ιδεών και της ανομίας, προς όφελος ατομικών συμφερόντων.
Γι’ αυτό, καλώς η νέα κυβέρνηση ψήφισε την αλλαγή του σημερινού θεσμικού πλαισίου. Ωστόσο, από μόνο του αυτό δεν αρκεί για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Χρειάζονται η πολιτική βούληση για την εφαρμογή του, η αξιοποίηση της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας που αναζητεί την κυριαρχία της απλής λογικής και την επιβολή της νομιμότητας, και βέβαια ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο λειτουργίας του πανεπιστημίου, που θα κατοχυρώνει το αυτοδιοίκητο, θα επιτρέπει την ενσωμάτωση των βέλτιστων δυνατών πρακτικών που υπάρχουν παγκοσμίως και θα προβλέπει την επιβολή ποινών σε φοιτητές οι οποίοι καταστρέφουν δημόσια περιουσία ή εμποδίζουν τη λειτουργία των πανεπιστημίων ‒ ποινών που θα φτάνουν μέχρι την αποβολή.
Όσον αφορά τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, που σήκωσαν τους τόνους, μας είπαν ότι φοβούνται την αστυνομοκρατία και άλλα τέτοια γλαφυρά, προσποιούμενες ότι δεν γνωρίζουν τίποτα για το έγκλημα. Είναι δικαίωμά τους να μην καταλαβαίνουν ή να παριστάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν. Μόνο που μάλλον πρέπει να κατανοήσουν ότι βρισκόμαστε σε μια νέα φάση, όπου δεν προέκυψε απλά μια άλλη κυβέρνηση, αλλά και μια μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία η οποία δεν αντέχει πια τον λαϊκισμό, την ανοησία, την υποκρισία.
Ας το λάβουν υπόψη τους…