-->
26.04.2024

Δύο γυναίκες στην ηγεσία της ΕΕ και της ΕΚΤ – Το παρασκήνιο της επιλογής

 

Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, προερχόμενη από πολιτική οικογένεια και με μια μακρά κυβερνητική εμπειρία, δεν πιστώνεται κάποιο ιδιαίτερο σχέδιο για την Ευρώπη, ενώ οι επικριτές της υπενθυμίζουν ότι χρεώνεται ως υπουργός Άμυνας από το 2013 την όχι ιδιαίτερα καλή κατάσταση των γερμανικών ένοπλων δυνάμεων αλλά και τα ερωτηματικά για τις συμβάσεις με τις εταιρείες συμβούλων McKinsey και Accenture.

Όμως, είναι γερμανίδα και αρκούντως συντηρητική ώστε να έχει την υποστήριξη όχι μόνο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος αλλά και των χωρών του Βίζεγκραντ και της Ιταλίας. Κυρίως όμως ολοκληρώνει τον ούτως ή άλλως αρκετά μεγάλο έλεγχο στους βασικούς ευρωπαϊκούς θεσμούς που ασκεί η Γερμανία.

Ο Σαρλ Μισέλ, πρωθυπουργός του Βελγίου, δηλαδή της χώρας με τα μεγαλύτερα προβλήματα συνοχής στην Ευρώπη, θα είναι ο διάδοχος του Ντόναλντ Τουσκ. Οι επικριτές του επισημαίνουν ότι για να διαμορφώσει κυβερνητική πλειοψηφία δεν είχε πρόβλημα να συμμαχήσει με την ακροδεξιά εκδοχή του φλαμανδικού εθνικισμού.

Η Λαγκάρντ

Η γαλλίδα Κριστίν Λαγκάρντ ως επικεφαλής της ΕΚΤ θα είναι προφανώς το αντιστάθμισμα στην κατάληψη της θέσης του Πρόεδρου της Επιτροπής από εκπρόσωπο της Γερμανίας. Παρότι έχει μακρά πολιτική προϋπηρεσία αλλά και πέρασμα από την ηγεσία του ΔΝΤ σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο, εντούτοις αξίζει να σημειώσουμε ότι μετά από πολύ καιρό ο επικεφαλής της ΕΚΤ, ενός ιδιαίτερα κρίσιμου θεσμού για τη νομισματική και οικονομική πολιτική στην Ευρώπη, δεν θα είναι οικονομολόγος (η κ. Λαγκάρντ είναι δικηγόρος).

Τέλος, ο Ζοσέπ Μπορέλ, έμπειρος στα ευρωπαϊκά, εφόσον διετέλεσε πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου στην περίοδο 2004-2007 (κάνοντας μισή θητεία στο πλαίσιο μιας συμφωνίας μεταξύ των Σοσιαλιστών και του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος), έρχεται και για να εκπροσωπηθούν οι σοσιαλιστές αλλά και να εξασφαλιστεί και η στήριξη της Ισπανίας στην όλη συμφωνία.

Βέβαια, η θέση του Ύπατου Αρμοστή για τα ζητήματα εξωτερικών υποθέσεων και ασφάλειας, είμαι μια θέση χωρίς πραγματικά μεγάλες αρμοδιότητες, ιδίως από τη στιγμή που η Ένωση απέχει από το να έχει πραγματικά κοινή εξωτερική πολιτική.

Ας σημειώσουμε εδώ ότι στην πιο κρίσιμη φάση της διαπραγμάτευσης, αυτή που οδήγησε στις τωρινές επιλογές, δεν υπήρξε ελληνική παρουσία αφού ο έλληνας πρωθυπουργός προτίμησε να επιστρέψει στην Ελλάδα και να επιδοθεί στον προεκλογικό αγώνα.

Ποια είναι η Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν, υποψήφια για την προεδρία της Κομισιόν

Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν αποτελεί την πρόταση των ηγετών για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη θέση του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ

Η κ. Φον ντερ Λάιεν γεννήθηκε το 1958 στις Βρυξέλλες, με τον πατέρα της, Ερνστ ‘Αλμπρεχτ, να υπηρετεί ως επικεφαλής του γραφείου του τότε γερμανού Επιτρόπου, φοίτησε στο Ευρωπαϊκό Σχολείο μέχρι τα 13 της χρόνια και μιλάει εξαιρετικά γαλλικά και αγγλικά, ενώ υποστηρίζει την μετεξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης».

Η θέση του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εφόσον τελικά την αναλάβει, θα είναι προφανώς το αποκορύφωμα της μέχρι τώρα καριέρας της κυρίας φον ντερ Λάιεν, η οποία θα γίνει η πρώτη γυναίκα στο πόστο αυτό. Θα είναι ωστόσο μόνο ένα από τα επιτεύγματα της Γερμανίδας, η οποία έχει συνηθίσει από νωρίς στις «νίκες». Σπούδασε Οικονομικά στο Γκέτινγκεν και το Μύνστερ και κατόπιν στο London School of Economics, όπου μάλιστα χρησιμοποιούσε το ψευδώνυμο «Ρόουζ Λάντσον», καθώς θεωρείτο πιθανός στόχος της γερμανικής αριστερής τρομοκρατίας. Λίγο μετά αποφάσισε να σπουδάσει Ιατρική, για να αποφοιτήσει το 1987 από το Πανεπιστήμιο του Ανόβερου. Τα επόμενα χρόνια απέκτησε επτά παιδιά με τον καθηγητή Ιατρικής Χάικο φον ντερ Λάιεν και μάλλον αποτέλεσε ιδανική επιλογή για το υπουργείο Οικογένειας στην πρώτη κυβέρνηση της ‘Αγγελα Μέρκελ, το 2005. Ακολούθησαν το υπουργείο Εργασίας το 2009 και το υπουργείο ‘Αμυνας το 2014 και το 2017, θέση για την οποία φημολογείται ότι «εκβίασε» την Καγκελάριο, απειλώντας ακόμη και με αποχώρηση από την πολιτική.

Το έργο της στα υπουργεία από όπου πέρασε ουδέποτε έμεινε απαρατήρητο. Ως υπουργός Οικογένειας διέθεσε ένα σημαντικό ποσό για την δημιουργία παιδικών σταθμών, προκαλώντας την αντίδραση του κόμματός της, ενώ θεσμοθέτησε και την δίμηνη άδεια πατρότητας, την οποία οι Βαυαροί εταίροι της του CSU περιέγραψαν ως «πρακτική στην αλλαγή πάνας». Ως υπουργός Εργασίας καλλιέργησε το προφίλ της «κοινωνικής συνείδησης» του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), τασσόμενη υπέρ της χαλάρωσης των όρων μετανάστευσης εργατικού δυναμικού στην Γερμανία, υπέρ της εισαγωγής του κατώτατου μισθού, υπέρ του γάμου μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου και υπέρ της ποσόστωσης στην συμμετοχή γυναικών στα Διοικητικά Συμβούλια επιχειρήσεων. Εκείνη την περίοδο το όνομά της ακούστηκε ακόμη και για το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα της χώρας, την θέση του Ομοσπονδιακού Προέδρου, αλλά οι εσωκομματικές ισορροπίες τελικά άλλαξαν τα σχέδια της κυρίας Μέρκελ.

Το 2014 όλοι πίστευαν ότι η Καγκελάριος θα της ανέθετε το υπουργείο Υγείας. Η ίδια ωστόσο είχε μεγαλύτερες – και πιο διεθνείς – φιλοδοξίες. Ζήτησε επιτακτικά το υπουργείο ‘Αμυνας, στο οποίο όμως δεν συνεχίστηκαν οι προηγούμενες επιτυχίες της. Η ίδια υποστήριζε πάντα την ενεργότερη εμπλοκή της Γερμανίας σε διεθνείς αποστολές, οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις όμως την εξέθεσαν κατ΄επανάληψη. Κακή συντήρηση, ελλείψεις και διοικητικές δυσλειτουργίες την έφεραν συχνά στην – αρνητική – επικαιρότητα και το όνομά της βρίσκεται τα τελευταία χρόνια σταθερά στις τελευταίες θέσεις των δημοσκοπήσεων σε ό,τι αφορά την ικανοποίηση των Γερμανών από τους υπουργούς τους. Αν προστεθεί σε αυτό και η κατηγορία για λογοκλοπή στο διδακτορικό της, από την οποία τελικά απαλλάχθηκε, θα έλεγε κανείς ότι η δημόσια εικόνα της ενδεχόμενης Προέδρου της Επιτροπής έχει τα τελευταία χρόνια – αν μη τι άλλο – σκιές. Ίσως για αυτόν ακριβώς τον λόγο η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να αποφάσισε και την ανάθεση πολλών από τις υποθέσεις του υπουργείου ‘Αμυνας σε ιδιωτική εταιρία, η οποία κόστισε στους Γερμανούς 200 εκατομμύρια σε δύο χρόνια. Για την υπόθεση αυτή, βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και λίγους μήνες Εξεταστική Επιτροπή στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο, στην οποία η κυρία φον ντερ Λάιεν παραπέμφθηκε καθώς δεν έπεισε με τις εξηγήσεις της στο αρχικό στάδιο. Για αυτόν τον λόγο η επιλογή της ως διαδόχου του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ έχει προκαλέσει σοβαρές αντιδράσεις στο εσωτερικό της Γερμανίας – κυρίως από την πλευρά του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και των Πρασίνων.

Εκτός από την Ομοσπονδιακή Προεδρία – στην οποία λέγεται ότι η ‘Αγγελα Μέρκελ προωθούσε παλιότερα τους πιθανούς δελφίνους του CDU – το όνομά της έχει κατά καιρούς ακουστεί για πολλές θέσεις: για το υπουργείο Οικονομικών μετά την αποχώρηση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, για την Γενική Γραμματεία του ΝΑΤΟ και πρόσφατα για την θέση του γερμανού Επιτρόπου. Η κυρία Μέρκελ θα την προτιμούσε ενδεχομένως και ως διάδοχό της στο κόμμα, αλλά η αρνητική της εικόνα στην κοινή γνώμη δεν επέτρεψε στα σχέδιά της να προχωρήσουν. Οι φίλοι της γερμανίδας πολιτικού λένε συνήθως ότι «αφού μπορεί να διοικήσει το υπουργείο ‘Αμυνας, μπορεί να κάνει τα πάντα». Οι εχθροί της ωστόσο, όπως ο υπουργός Εσωτερικών Χορστ Ζεεχόφερ, επιμένουν ότι πρόκειται για «υπερτιμημένη περίπτωση, δημιούργημα των ΜΜΕ».

Απέναντι στην Ελλάδα η κυρία φον ντερ Λάιεν υπήρξε πάντα αυστηρή

Απέναντι στην Ελλάδα η κυρία φον ντερ Λάιεν υπήρξε πάντα αυστηρή. Ήδη το 2011 ζητούσε να δοθούν από την Αθήνα εγγυήσεις για την οικονομική βοήθεια των εταίρων π.χ. με τα αποθέματα χρυσού και συμμετοχή σε δημόσιες επιχειρήσεις. Η πρότασή της απορρίφθηκε εμφατικά από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και αρκετά πιο ευγενικά από την ‘Αγγελα Μέρκελ. Σε όλη την διάρκεια των ελληνικών προγραμμάτων υποστήριζε πάντως σθεναρά την πολιτική των μνημονίων, ενώ είχε ασκήσει κριτική και για την πολιτική προσέγγισης προς την Μόσχα.

Ποιος είναι ο Σαρλ Μισέλ

Ο Σαρλ Μισέλ, που επελέγη σήμερα από τους Ευρωπαίους ηγέτες για να διαδεχτεί τον Ντόναλντ Τουσκ στην προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, είναι πρωθυπουργός του Βελγίου από τον Οκτώβριο του 2014, επικεφαλής μιας κυβέρνησης συνασπισμού η οποία τελεί υπό παραίτηση εδώ και έξι μήνες.

Υπουργός σε ηλικία μόλις 25 ετών, πρωθυπουργός στα 38 του, ο Μισέλ, ένας γαλλόφωνος, φιλελεύθερος πολιτικός ανέβηκε πολύ γρήγορα τα σκαλιά της εξουσίας, αφού μπήκε νωρίς στην πολιτική, χάρη και στον πατέρα του, τον πρώην Ευρωπαίο Επίτροπο Λουί Μισέλ.

Στο Βέλγιο, όπου το μέλλον του ήταν αβέβαιο μετά το πολιτικό αδιέξοδο που προέκυψε από τις βουλευτικές εκλογές της 26ης Μαΐου, ο Σαρλ Μισέλ είχε ταράξει τα νερά πριν από μια πενταετία, όταν συμφώνησε να συγκυβερνήσει με το N-VA, το φλαμανδικό εθνικιστικό κόμμα που προπαγανδίζει την ανεξαρτησία της Φλάνδρας. Την εποχή εκείνη, πολλοί τον κατέκριναν, χαρακτηρίζοντας τον κυβερνητικό συνασπισμό «καμικάζι» και προβλέποντας ότι θα κατέρρε πολύ γρήγορα.

Με επιμονή και συμβιβασμούς, κατάφερε ωστόσο να διατηρήσει αυτόν τον αταίριαστο πολιτικό γάμο επί περισσότερα από τέσσερα χρόνια, προχωρώντας και σε κοινωνικοοικονομικές μεταρρυθμίσεις που επέτρεψαν τη δημιουργία 230.000 θέσεων εργασίας, ενώ το Βέλγιο μπήκε και πάλι σε ρυθμούς ανάπτυξης.

Ο τετρακομματικός συνασπισμός (μετέχουν επίσης οι Φιλελεύθεροι και οι Φλαμανδοί Χριστιανοδημοκράτες), κατέρρευσε τον Δεκέμβριο του 2018, όταν το N-VA αρνήθηκε να στηρίξει το Σύμφωνο του ΟΗΕ για τη Μετανάστευση.

Παρά τη ρήξη αυτή, ο Σαρλ Μισέλ αναγκάστηκε να ανεχθεί κατά την προεκλογική περίοδο του 2019 να του προσδίδουν τον χαρακτηρισμό της «μαριονέτας του N-VA». Στις βουλευτικές εκλογές της 26ης Μαΐου, που διεξήχθησαν ταυτόχρονα με τις ευρωεκλογές, οι ψηφοφόροι «τιμώρησαν» τα παραδοσιακά βελγικά κόμματα, συμπεριλαμβανομένων και των Φιλελεύθερων. Η άνοδος των ακροδεξιών κομμάτων και ο κατακερματισμός του πολιτικού τοπίου κατέστησαν ανέφικτη κάθε προσδοκία για μια γρήγορη συγκρότηση νέου κυβερνητικού συνασπισμού.

Για τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, το κυριότερο προσόν είναι «η ικανότητα να προωθεί συμβιβασμούς» και «το ιδανικό προφίλ ήταν εκείνο του Χέρμαν Βαν Ρομπάι (επίσης Βέλγος πρώην πρωθυπουργός) που είχε αναλάβει αυτό το αξίωμα την περίοδο 2010-14, δήλωσε πρόσφατα ο πρεσβευτής της Γαλλίας στην ΕΕ, Πιερ Σελάλ.

Ο Σαρλ Μισέλ γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1975 στο Ναμίρ και στα 16 του εντάχθηκε στη νεολαία του φιλελεύθερου κόμματος (Μεταρρυθμιστικό Κίνημα, MR). Στα 18 του εξελέγη σύμβουλος της επαρχίας της Βαλλονικής Βραβάντης. Μιλάει πολύ καλά ολλανδικά –κάτι σπάνιο για γαλλόφωνο πολιτικό– καθώς σπούδασε Νομικά στις Βρυξέλλες και το Άμστερνταμ. Το 1999 εξελέγη βουλευτής και, έναν χρόνο αργότερα, ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο του υπουργού Εσωτερικών Υποθέσεων για τη Βαλλονία. Ήταν μόλις 25 χρονών, ο νεότερος υπουργός στην ιστορία του βασιλείου του Βελγίου.

Στις αρχές του 2011 ανέλαβε την προεδρία του κόμματος. Έχοντας στο πλευρό του τον πατέρα του, ανέτρεψε τον μέχρι τότε ισχυρό άνδρα των φιλελευθέρων, τον Ντιντιέ Ρέιντερς, που την εποχή εκείνη ήταν υπουργός Οικονομικών.

Ο Σαρλ Μισέλ είναι πατέρας τριών παιδιών – το μικρότερο από αυτά, η κόρη του, γεννήθηκε τον Ιούνιο. Οι συνεργάτες του λένε ότι του αρέσει το διάβασμα και το μπάρμπεκιου, όμως το μεγάλο πάθος του –εκτός της πολιτικής– είναι οι αγώνες με μηχανές, μάλιστα κάποτε έκανε μότο-κρος με έναν φίλο ενώ τώρα προτιμά τα ταξίδια στους δύο τροχούς.

Το βιογραφικό του Ζοζέπ Μπορέλ

Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Ισπανίας Ζοζέπ Μπορέλ, ο οποίος επελέγη για τη θέση του Υπατου Εκπροσώπου Εξωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, επιστρέφει στην πρώτη γραμμή της ευρωπαϊκής σκηνής, όπου πριν από 15 χρόνια είχε αναλάβει την προεδρία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Ο Μπορέλ υπήρξε ιδιαίτερα δραστήριος τους τελευταίους μήνες στο θέμα της Βενεζουέλας, ενώ εμφανίστηκε συχνά επικριτικός προς τη διοίκηση του Ντόναλντ Τραμπ, την οποία κατηγορούσε μεταξύ άλλων ότι υποδύεται τον «κάουμποϊ» στις χώρες της Λατινικής Αμερικής.

Μπορεί κάποιες φορές να θεωρείται και οξύθυμος, όπως τον Μάρτιο, όταν διέκοψε, οργισμένος, τη συνέντευξη που παραχωρούσε σε γερμανικό τηλεοπτικό δίκτυο όταν του τέθηκε το ερώτημα της ανεξαρτησίας της ισπανικής δικαιοσύνης στο καταλανικό ζήτημα.

Τοποθετούμενος στην αριστερή πτέρυγα του Σοσιαλιστικού Κόμματος, ο Ζοζέπ Μπορέλ είχε προκαλέσει αίσθηση τον Απρίλιο του 1998, όταν ορίστηκε υποψήφιος για την προεδρία της κυβέρνησης στις βουλευτικές εκλογές του 2000 με τη στήριξη της βάσης, την οποία είχε γοητεύσει με τον χαρισματικό χαρακτήρα του.

Η άνοδος αυτή θα είχε μικρή διάρκεια, αφότου τον Μάιο του 1999 αναγκάστηκε να αποσύρει την υποψηφιότητά του, αφού επλήγη από ένα σκάνδαλο φορολογικής απάτης με την εμπλοκή δύο πρώην συνεργατών του στη γενική γραμματεία του υπουργείου Οικονομικών, μια θέση που του ανέθεσε ο πρωθυπουργός Φελίπε Γκονθάλεθ το 1984 προτού αναλάβει το 1991 το υπουργείο Μεταφορών και Δημοσίων Έργων.

Στην συνέχεια, ο Μπορέλ ανέλαβε πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από το 2004 έως το 2007.

Αντι-αυτονομιστής

Ένας Καταλανός, δριμύς πολέμιος της ανεξαρτησίας, ο Ζοζέπ Μπορέλ χαρακτηρίζεται τα τελευταία χρόνια από την αντίθεσή του στους αυτονομιστές στη γενέτειρά του, παίρνοντας τον λόγο στις διαδηλώσεις για την ενότητα της Ισπανίας στη Βαρκελώνη το 2017, τη χρονιά της απόπειρας απόσχισης της Καταλονίας.

Αφού εισήλθε στην ισπανική κυβέρνηση, συνέστησε μια γραμματεία που επιφορτίστηκε με την προάσπιση της φήμης της Ισπανίας ενώπιον των Καταλανών αυτονομιστών, τους οποίους κατηγορούσε ότι «διεξήγαγαν μια ενορχηστρωμένη εκστρατεία παραπληροφόρησης». Ο διορισμός του στην ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών δεν έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από τους αυτονομιστές, ο πρώην πρόεδρος των οποίων Κάρλες Πουτζδεμόν τον κατηγόρησε ότι τροφοδοτεί «το μίσος» των Καταλανών.

Γεννηθείς στις 24 Απριλίου του 1947 σε ένα μικρό χωριό των καταλανικών Πυρηναίων, το Πόμπλα δε Σεγκούρ, ο Ζουζέπ Μπορέλ είναι γιος ενός αρτοποιού και συνήθιζε να συνοδεύει τον πατέρα του στη διανομή του ψωμιού στα χωριά με τη βοήθεια ενός γαϊδάρου.

Ο ίδιος είχε εξαιρετικές σπουδές σε ποικίλους τομείς. Επειτα από έναν κύκλο σπουδών αεροναυτικής μηχανικής στη Μαδρίτη, πήρε μάστερ στο Στάνφορντ στις ΗΠΑ, ένα μάστερ στο γαλλικό ινστιτούτο Πετρελαίου και διδακτορικό στις Οικονομικές Επιστήμες.



Διαβάστε επίσης