Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι η ελληνική νομοθεσία, επιτρέποντας να εργάζονται οι ιατροί επί 24 ή και περισσότερες ώρες αδιαλείπτως, αντιβαίνει στο δίκαιο της Ένωσης.
Συγκεκριμένα, το ΔΕΕ επεσήμανε ότι η Ελλάδα παρέλειψε να εφαρμόσει εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας μη υπερβαίνουσα τις 48 ώρες και δεν καθιέρωσε ελάχιστο ημερήσιο χρόνο αναπαύσεως ούτε περίοδο αντισταθμιστικής αναπαύσεως.
Η υπόθεση έφθασε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επειδή δέκα ενώσεις Ελλήνων γιατρών υπέβαλαν καταγγελίες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Κατά τις ενώσεις, οι γιατροί (μισθωτοί ή ασκούμενοι) υποχρεώνονταν, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, να εργάζονται κατά μέσο όρο εβδομαδιαίως από 60 έως 93 ώρες. Υποχρεώνονταν, επίσης, σε τακτική βάση, να εργάζονται έως και 32 ώρες, αδιαλείπτως, στον χώρο εργασίας, χωρίς να απολαύουν των ελάχιστων περιόδων ημερήσιας και εβδομαδιαίας αναπαύσεως ή των ισοδύναμων περιόδων αντισταθμιστικής αναπαύσεως.
Κατόπιν τούτου, η Επιτροπή άσκησε προσφυγή κατά της Ελλάδας λόγω παραβάσεως του Ευρωπαϊκού Δικαίου, ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Υποστήριξε ότι η Ελλάδα, παραλείποντας να προβλέψει και/ή να εφαρμόσει εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας μη υπερβαίνουσα τις 48 ώρες και παραλείποντας να καθιερώσει ελάχιστο ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο αναπαύσεως ή ισοδύναμη περίοδο αντισταθμιστικής αναπαύσεως που να διαδέχεται άμεσα τον χρόνο εργασίας, τον οποίο αυτή η περίοδος θεωρείται ότι αντισταθμίζει, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το δίκαιο της ΕΕ. Σημειώνεται, ότι κατά την κοινοτική οδηγία σχετικά με την οργάνωση του χρόνου εργασίας, η εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 48 ώρες κατά μέσο όρο, ενώ κάθε εργαζόμενος πρέπει να διαθέτει, ανά εικοσιτετράωρο, περίοδο αναπαύσεως ελάχιστης χρονικής διάρκειας ένδεκα συναπτών ωρών και, ανά περίοδο επτά ημερών, περίοδο συνεχούς αναπαύσεως ελάχιστης χρονικής διάρκειας 24 ωρών, στις οποίες προστίθενται οι 11 ώρες ημερήσιας αναπαύσεως.
Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι οι ώρες των ενεργών εφημεριών, καθώς και οι ώρες των εφημεριών ετοιμότητας κατά τις οποίες οι γιατροί παραμένουν στο νοσοκομείο προς παροχή ιατρικών υπηρεσιών, προστίθενται στις 35 ώρες τις οποίες προβλέπει το τακτικό εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας. Πράγματι, σημειώνει το Ευρωδικαστήριο, ενώ τυπικώς προβλέπει τα ανώτατα όρια όσον αφορά την εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας, η ελληνική νομοθεσία προβλέπει επίσης ότι οι γιατροί υποχρεούνται να πραγματοποιούν μηνιαίως πλείονες εφημερίες ετοιμότητας, γεγονός που έχει ως συνέπεια, οσάκις αυτοί καλούνται στο νοσοκομείο προς παροχή ιατρικών υπηρεσιών, την επιμήκυνση της παραμονής τους στον χώρο εργασίας. Επιπλέον, επιτρέπει την επιβολή, υπό τη μορφή εφημεριών, πρόσθετου χρόνου εργασίας χωρίς να προβλέπει κανένα ανώτατο όριο σχετικώς.
Κατά συνέπεια, όπως αποφάνθηκε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, η ελληνική νομοθεσία έχει ως αποτέλεσμα να καθιστά δυνατή, όσον αφορά την εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας, την υπέρβαση του ορίου των 48 ωρών, χωρίς να υφίσταται σαφής διάταξη η οποία να διασφαλίζει ότι οι ώρες των εφημεριών που πραγματοποιούν οι γιατροί στο νοσοκομείο δεν συνεπάγονται τέτοια υπέρβαση.
ολόκληρη η απόφαση εδώ