Μοριακές αλλαγές συντελούνται στο σώμα των αστροναυτών κατά τις διαστημικές πτήσεις, ακόμα και όταν αυτές έχουν μικρή διάρκεια σε χαμηλή τροχιά γύρω από τη Γη. Αυτό προκύπτει από μια σειρά δημοσιεύσεων στα περιοδικά του ομίλου «Nature». Η συλλογή άρθρων με κεντρικό τίτλο «Space Omics and Medical Atlas» είναι η μεγαλύτερη συλλογή δεδομένων για την αεροδιαστημική ιατρική και τη διαστημική βιολογία. Πάνω από 100 ερευνητικά ιδρύματα σε 25 χώρες συνεργάστηκαν για να διερευνήσουν μοριακές, κυτταρικές, φυσιολογικές και άλλες αλλαγές στο σώμα των αστροναυτών.
Μέχρι σήμερα, οι επιπτώσεις των διαστημικών ταξιδιών στην υγεία έχουν χαρτογραφηθεί με τη μελέτη των επαγγελματιών αστροναυτών, πολλοί από τους οποίους εκπαιδεύτηκαν επί χρόνια για να ταξιδέψουν. Στα άρθρα αυτά τίθενται επιπλέον στο επίκεντρο οι επιπτώσεις των διαστημικών πτήσεων μικρής διάρκειας στους αστροναύτες-πολίτες, ανθρώπους με διαφορετικό ιστορικό υγείας ο κάθε ένας. Σύμφωνα με τις μελέτες, λίγες μόνο ημέρες σε τροχιά μπορεί να προκαλέσουν διαταραχή του ανοσοποιητικού συστήματος, αφυδάτωση και θολή σκέψη, αν και οι περισσότερες από αυτές τις καταστάσεις επανέρχονται στο φυσιολογικό σύντομα μετά την επιστροφή των ταξιδιωτών στη Γη.
Σε μία από τις δημοσιεύσεις παρουσιάζονται δεδομένα από την αποστολή Inspiration4 της SpaceX το 2021, στο πλαίσιο της οποίας τέσσερις αστροναύτες-πολίτες, δύο άντρες και δύο γυναίκες ηλικίας 29-51 ετών, πέταξαν για τρεις ημέρες στα 590 χιλιόμετρα πάνω από την Γη, δηλαδή πιο ψηλά από τον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό, που βρίσκεται σε τροχιά στα 370-460 χιλιόμετρα πάνω από τη Γη. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι αυτή η μικρής διάρκειας αποστολή προκάλεσε κάποιες από τις ίδιες αλλαγές που παρατηρούνται στο σώμα των αστροναυτών που έχουν συμμετάσχει σε πολύ μεγαλύτερες αποστολές. Πάντως, οι αλλαγές που καταγράφηκαν επέστρεψαν στο κανονικό στο 95% των περιπτώσεων σύντομα μετά την επιστροφή των αστροναυτών στη Γη.
Στα επιμέρους ευρήματα της έρευνας εντοπίστηκε ότι οι επιπτώσεις της μικρής διάρκειας διαστημικών πτήσεων στην καρδιαγγειακή φυσιολογία και στη γνωστική απόδοση ήταν μέτριες και πολύ μεταβλητές μεταξύ των ατόμων. Επίσης, ότι οι γνωστικές επιδόσεις τους δεν επηρεάστηκαν σημαντικά. Ωστόσο, διευκρινίζεται ότι τα λίγα άτομα του πληρώματος (μικρό μέγεθος δείγματος) και ο περιορισμένος διαθέσιμος χρόνος τους για εκπαίδευση είναι κρίσιμοι παράγοντες για την αξιολόγηση της ποιότητας των συλλεγόμενων δεδομένων.
Σε άλλη επιστημονική έρευνα, μια ομάδα επιστημόνων από 40 ερευνητικά ιδρύματα σε πέντε ηπείρους μελέτησε το κατά πόσο επηρεάζονται οι νεφροί από τις διαστημικές πτήσεις και εντόπισαν ότι η δομή και η λειτουργία τους μεταβάλλονται. Καθώς είχε εντοπιστεί προγενέστερα ότι αστροναύτες αναπτύσσουν πέτρες στους νεφρούς κατά τη διάρκεια διαστημικών αποστολών, οι ερευνητές κατέδειξαν ότι στις διαστημικές πτήσεις μεταβάλλεται ριζικά ο τρόπος με τον οποίο οι νεφροί επεξεργάζονται τα άλατα και αυτό πιθανώς αποτελεί πρωταρχικό παράγοντα. Σε προσομοιώσεις διαπίστωσαν ότι οι νεφροί ποντικιών που εκτέθηκαν σε γαλαξιακή κοσμική ακτινοβολία για δυόμιση χρόνια παρουσίασαν μόνιμη βλάβη και απώλεια της λειτουργίας τους.
Μια τρίτη δημοσίευση παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο η έλλειψη βαρύτητας επηρεάζει το ανοσοποιητικό σύστημα κατά τη διάρκεια διαστημικών ταξιδιών. Οι αστροναύτες σε χαμηλή τροχιά, όπως στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό, υποφέρουν από προβλήματα του ανοσοποιητικού συστήματος, ιδίως λοιμώξεις, επαναδραστηριοποίηση λανθανόντων ιών και ευαισθησία του δέρματος. Οι αντιδράσεις αυτές συμβαίνουν ακόμη και σε βραχυπρόθεσμες διαστημικές πτήσεις.
Σημειώνεται ότι οι έρευνες περιλαμβάνουν δεδομένα από ένα ευρύ φάσμα αποστολών, μεταξύ των οποίων οι SpaceX Inspiration4, Polaris Dawn, Axiom, NASA Twins και τις αποστολές του JAXA. Οι ερευνητές τονίζουν ότι η αξιοποίηση των δεδομένων μπορεί να συμβάλει στην επιτάχυνση της αεροδιαστημικής ιατρικής, στη βελτίωση της παρακολούθησης της υγείας των αστροναυτών και στον μετριασμό των κινδύνων για τις επερχόμενες διαστημικές αποστολές.